United States or Turkmenistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε, και αυταίς υπάκουσαν αμέσωςτην φωνή της. είκοσι πήγαν απ' αυταίςτην ισκιασμένη βρύσι, η άλλαις επιδέξιατα δώματα ενεργούσαν. Εμπήκαν και των Αχαιών οι ακόλουθ' υπηρέταις, 160 και ξύλα σχίσαν τεχνικά· και από την βρύσι φθάσαν

Και άμ' είπε τα καλότριχα τ' άλογα ευθύς ραβδίζει 215 κατά την Πύλο, κ' έφθασε γοργάτα γονικά του. επρόσταξε ο Τηλέμαχος ωστόσο τους συντρόφους• «Τ' άρμενα εις τάξι θέσετε, φίλοι, 'ς το μαύρο πλοίο, και ας αναιβαίνουμε κ' εμείς, να πάρουμ' ευθύς δρόμο». Είπε κ' εκείνοι υπάκουσαν αμέσωςτην φωνή του• 220 κ' εμπήκαν και αραδιάσθηκαν ευθύς εις ταις σανίδαις.

Έφθασε το λοιπόν η διορία που το μετζίλι έμελλε να έλθη από την Κογέντα, και αυτοί τότε εμπήκαν εις την μεγαλύτερην θλίψιν και ευθύς που ήλθεν αυτή η φοβερά ημέρα, ο Κουλούφ εσηκώθη από το κρεββάτι διά να οδεύση προς τον θάνατον. Και θεωρώντας την γυναίκα του με μάτια γεμάτα από θλίψιν και απελπισίαν, της είπε με φωνήν τρομασμένην.

Όταν εμπήκαν όλοι οι κατάδικοι του Τρία στο δωμάτιο, ο Βλαχογιώργος με κίτρινα τα χείλη από το φόβο του, γιατί ένιωθε πια τόρα πως είχε με λιοντάρια ανήμερα να κάμη, εστάθηκε στης πόρτας το διαπύλι. — Τούνους ήταν του σκαμνί, ουρέ ζιαγάρια; ρώτησε με θυμό, κ' επάσκιζε να συγκρατήση το σαγόνι του που ξέφεβγε κ' επάγαινε να ξεκολλήση απ την τρομάρα του.

Πρόφταξε φώναξέ τονε προτού να πάη παρέκει. ΓΑΡ. Ξεχώτατε, ξεχώτατε, κόπιασε να σε δγιούμε, κόπγιασε μέσα γλήγωρα, κάτι θε λα σε πούμε. ΙΑΤ. Κακή δουλειά έναι αυτή, ο άρρωστος πεθαίνει. Αν δεν τον καταφτάξουνε, άφευκτα την παθαίνει. Του κόσμου η αστένειαις σ' αυτόν εμαζωχτήκαν. Τι διάβολο να πη κανείς; όλαις σ' αυτόν εμπήκαν. Ας έμπω πγια να τόνε δγιω να πάρω και παράδες.

Τελειώνοντας δε ο χρόνος, και ερχομένη η συνηθισμένη διορία άνοιξε πάλιν η πόρτα και εισέβηκαν οι γραμματισμένοι μέσα· μα καθώς δεν ήτον συνηθισμένοι να ιδούν εκεί φωτοχυσίαν εμπήκαν εις μεγάλον φόβον. Και ρίχνοντάς τα βιβλία με πολλήν γληγορότητα που επέστρεφαν, εδόθηκαν εις φυγήν, και εγώ εστοχάσθηκα διά να έβγω την ιδίαν στιγμήν.

Ευθύς εμπήκαν με ορμή πρώτος ο δήμαρχος της χώρας, ο ειρηνοδίκης δεύτερος, ύστερα ο γέρω Κοντοπάνης και δύο άλλοι χωραΐτες, εμπήκαν ίσια στην κάμαρα μέσα. Η ανέλπιστη και ορμητική εισβολή αυτή έκαμαν τους ανθρώπους του σπιτιού να τα χάσουν· ο ένοχος είνε φοβισμένος πάντα. Η νύφη εζάρωσε στη γωνιά, ο γαμπρός, σαν είδε τον Κοντοπάνη, έπεσε απάνω σε μια καρέγκλα κ' έρριξε το κεφάλι κάτω.

Τελειώνοντας ετούτους τους λόγους ο Καλίφης τον επήρεν από το χέρι, και τον έφερεν εις ένα του περιβόλι πολλά ωραίον, εις την μέσην του οποίου ήταν δώδεκα στύλοι από μάρμαρον λευκόν, οι οποίοι εβάσταζον εις την κορυφήν ένα λουτρόν πολλά θαυμαστόν, εις το οποίον εμπήκαν και ελούσθηκαν.

Τους πήρα από μια εθνική παράδοση, η οποία λέγει: «Όταν εμπήκαν οι Τούρκοι στην Πόλη, οι Χριστιανοί είχαν καταφύγει στην Αγιά Σοφιά, νομίζοντας, ότι θα καταιβή Άγγελος Κυρίου και κρατώντας πύρινη σπάθα θα τους έδιωχνε ως την &Κόκκινη Μηλιά& και θα λευτερόνονταν όλοι από τους Αγαρηνούς.

Ο Καλίφης επιθυμούσε μετά χαράς να σταθή και το υπόλοιπον της νυκτός εις το να στοχάζεται εκείνα τα πλούτη· μα ο Αμπτούλ έλαβε βίαν διά να έβγη πριν εξυπνήσουν οι δούλοι του και τον καταλάβουν, και ούτως επήρε τον βασιλέα και του ξανάδεσε τα μάτια και εβγήκε με τον ίδιον τρόπον που εμπήκαν, και ήλθαν εις τους οντάδες που ήταν πρώτον.