Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025


Αρέ, Νιούδα, είπεν αναθαρρήσασα η γραία, ποιος σούδωσε την άδεια; Και επανέλαβε με υψηλοτέραν φωνήν πάλιν το αυτό, ίνα δείξη ότι δεν εφοβήθη. — Να, θειά-Ζωίτσα, απήντησεν ο βοσκός, λίγη αγραμπελιά έκοψα για την καλή Χρονιά... Και έγεινεν άφαντος εις το βουνόν, σύρων τα πλέγμα του χλορού θάμνου της Πρωτομαγιάς, μίαν βαρείαν κουλούραν επί της κεφαλής του.

Αλλ' αίφνης εκρούσθη η θύρα, και, μετά προφανούς δυσαρεσκείας είδε την καταξύριστον μορφήν του υπηρέτου ευσεβάστως παρακύπτουσαν όπισθεν του θυροφύλλου. — Τι τρέχει, Λουή; τον ηρώτησα εισερχόμενον. — Μία Τούρκισσα, απήντησεν υποκλινόμενος προ της συνοφρυωμένης μητρός μου, μία Τούρκισσα προς επίσκεψιν. — Προς επίσκεψιν ημών; Δεν είναι δυνατόν! Θα έχης λάθος, Λουή, πήγαινε!

Τίποτε, απήντησεν ο Βούγκος, βαρυνόμενος τους πολλούς λόγους, και μη θέλων να δυσαρεστήση τον ξένον. Εν τούτοις ο Βούγκος εγίνωσκε μετά βεβαιότητος ότι εψεύδετο ο ξένος. Λίαν πρωί της προτεραίας, απομακρυνθείς εκ του χαλκείου ο Βούγκος, είχεν ιδεί τυχαίως αυτόν επί ημιόνου καθήμενον και βαδίζοντα προς τα μεσόγεια. Ο Βούγκος δεν είπε περί τούτου λέξιν εις ουδένα, διότι εβαρύνετο να ομιλή.

Την τελευταίαν φοράν μάλιστα, κάποιος εν Αθήναις ιδών αυτόν μια των ημερών αναγινώσκοντα εν καφενείω τα πρακτικά της συνεδριάσεως της προτεραίας εν τη Νέα Εφημερίδι, τον ηρώτησεν αν δεν ήτο παρών εις την συνεδρίασιν. «Όχι, ήμουν, απήντησεν ο κ.

Δεν έχω όνομα εις τα βασίλεια που μένω, απήντησεν η φωνή θλιμμένα. Ήμουν θνητός άλλοτε, τώρα είμαι πνεύμα. Ήμουν αδυσώπητος, τώρα είμαι ελεήμων. Πρέπει να εννοήσης ότι τρέμω. Τα δόντια μου τρέμουν όταν ομιλώ· εν τούτοις τούτο δεν είναι εξ αιτίας της νύκτας αυτής που είναι ψυχρά, της νύκτας αυτής που δεν έχει τέλος. Αλλά δεν ημπορώ να υποφέρω επί πολύ ακόμη την φρίκην αυτήν.

Ούτος δε τον υπεδέχθη μετά φαιδρότητος. — Και πώς δεν σε είδαμε ψες, τω είπε· τι έγεινες; Μας εκάκιωσες; Το σημείον τούτο της ευπροσηγορίας ήρεσεν εις τον ξένον, και προσεπάθησε να κρύψη την χαράν του. Πριν ή απαντήση εις την ερώτησιν του Γύφτου, απήντησεν εις εαυτόν. — Θα τον καταφέρω, είπεν ενδομύχως, βαθύτατα, εις τον πυθμένα της συνειδήσεώς του. Ακολούθως απήντησε μεγαλοφώνως·

Μικρόν προ του θανάτου του, κάποιος τον ηρώτησε• Περί ταφής τι παραγγέλλεις; Μη σκοτίζεσθε δι' αυτό, είπε, διότι η οσμή θα με θάψη. — Και δεν είνε εντροπή, είπεν ο άλλος να γίνη το σώμα ενός τοιούτου ανθρώπου τροφή των ορνέων και των σκύλων; — Τόσω το καλλίτερον, απήντησεν ο φιλόσοφος, αν γίνω και μετά θάνατον χρήσιμος εις μερικά ζώα.

Σκυλί σου είμαι, γαττί σου είμαι, αφέντη, μη μου παίρνης το κορίτσι μου. Ειδεχθώς κωμική ήτο η σκηνή αύτη της γονυκλισίας και των ικεσιών του Γύφτου. Οι παρεστώτες δεν ηδύναντο ουδέ να γελάσωσιν, ησθάνοντο δε οίκτον και αποστροφήν. Ο αρχηγός έμεινεν άκαμπτος και δεν απήντησεν εις τας τελευταίας ικευτικάς λέξεις.

Τι νέα; — Συ ήσο εις το Παλατίνον, εγώ λοιπόν θα σε ερωτήσω τι νέα; Ή μάλλον στείλε το φορείον σου και ελθέ πλησίον μου! θα ομιλήσωμεν περί του Αντίου και περί άλλων ακόμη. — Καλά, απήντησεν ο Πετρώνιος, εξερχόμενος του φορείου. Μεθαύριον φεύγομεν διά το Άντιον. Έσο έτοιμος. Συνομιλούντες έφθασαν τέλος εις του Βινικίου, όστις εζήτησεν εύθυμος το εσπερινόν δείπνον.

Ναι, άρχον. — Η καταδίωξις ήρχισε προ πολλού; — Σπείραι τινες ανεχώρησαν διά την Τρανστιβέρην προ μεσημβρίας, είπεν ο εκατόνταρχος απερχόμενος. — Ο Καίσαρ σου γράφει, αυθέντα, «ελθέ εάν επιθυμής», είπεν η Ευνίκη. Θα υπάγης; — Έχω πολλήν διάθεσιν και αισθάνομαι την επιθυμίαν να ακούσω τους στίχους εκείνους, απήντησεν ο Πετρώνιος. Λοιπόν θα υπάγω, αφού μάλιστα ο Βινίκιος δεν θα δυνηθή να υπάγη.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν