Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
Άπλωνε κάτω στις κληματαριές, πέρα ως τη βρύση. Σκρόπαε κ' έπαιζε το ζωηρό το φώς, ανάμεσα στα πυκνόφυλλα κλαδιά του πλάτανου της βρύσης απάνω. Εφάνταζε στης νύχτας το βαθύ σκοτάδι, αληθινό στοιχειό της βρύσης ο πλάτανος, παλάτι ονειρεφτό του Δήμαρχου το σπίτι. Κάτω στο σπίτι, που κατάκλειστη από την ημέρα, να μην την ιδή μάτι, θα ξεκινούσε τόρα, σωστή διαδήλωση. Του κόσμου το παιδομάζωμα.
Το αγόρι του, παιδί ως δέκα χρονώ, με τα μούτρα και τα χέρια πασσαλειμμένα από το υγρό μιας μεγάλης φέτας καρπουζιού που εκρατούσε κ' έτρωγε, έπαιζε τον κυνηγητό με την αδελφή του, κοριτζάκι αδύνατο, μικρότερο απ' αυτό, ενώ το σκυλλί του σπιτιού, μαύρο, σγουρόμαλλο, κοντοπόδικο, ωρμούσε κ' εδάγκανε, παίζοντας, πότε την άκρη του φουστανιού της μικρής, πότε τα παπούτζια του αγοριού με χαρμόσυνα γαυγίσματα.
Τη θέση του ψάλτη την αγαπούσε· αγαπούσε όμως και κάθε άλλη θέση που του έδινε αφορμή να δείξη τη φωνή του. Είτε στο στασίδι της εκκλησιάς, είτε στον πάγκο της ταβέρνας, είτε σε γάμου τραπέζι ήταν ίδιος κι απαράλλαχτος. Σήκωνε τα μάτια ψηλά, πλάγιαζε το κεφάλι, έπαιζε ρυθμικά τα δάχτυλα κ' έχυνε αργυρά κύματ' από τα χείλη του, ευτυχισμένος όπως το πουλί απάνω στο κλαδί του.
Να μην τα ξανακούσω τα προξενήματα της Κουταλιανής που ανακατώνεται στις δουλειές των άλλωνε σαν την όρνιθα μες σταλώνι. Να πάω να τα πιάσω τ' αυτιά της και να τα σέρνω ώσπου αίμα να στάζουνε. Να την πριονίσω την ασυμμάζευτη γλώσσα της, που σε βρήκε μαλακόκαρδη και σ' έπαιζε στα χεράκια της πάλι η θεοκατάρατη.
Και τα πόδια σηκώνονταν όλο και πιο γρήγορα, χτυπούσαν το ένα το άλλο και ταρακουνούσαν τη γη λες και ήθελαν να την βγάλουν από την ακινησία της. «Όπα! Όπα!» Και το ακορντεόν έπαιζε πιο χαρούμενα και πιο ζωηρά. Φωνές χαράς αντηχούσαν, άγριες σχεδόν, σαν να ζητούσαν από τη μουσική του χορού περισσότερη ζωντάνια, περισσότερη ηδονή. «Ούι! Ούιιι!»
Κ' ενώ εμπήκα εκεί σήμερα κοντά το μεσημέρι, βλέπω κάτω από τις ροϊδιές και τις σμερτιές παιδί, που εκρατούσε σμέρτα και ρόιδια, άσπρο σαν το γάλα και ξανθό σαν τη φωτιά· γιαλιστερό σαν να είχε μόλις λουστή. Ήτανε γυμνό, ήτανε μονάχο. Έπαιζε σαν να κορφολογούσε δικό του περιβόλι.
— Απ' το στόμα σ' κη σ' Θεού τ' αυτί, είπεν ο Αγάλλος, επειδή εμβήκεν αμέσως εις το νόημα. Η γραία έπαιζε τα μάτια της, ένευε δε πονηρώς ότι κάτι ήθελε να του πη.
Και αργότερα, στο θέατρο, που μια έπαιζε με όλου του κορμιού τη δύναμη τον γυναικείο έρωτα, αυτός έλεγε με ηρεμία πως το στόμα της είναι πολύ μεγάλο. Πέρασαν τα μεσάνυχτα, και τώρα χορεύουν μέσα μου χορό σατανικό, όλες οι ταραχές της μέρας.
Κεφάλαιο τέταρτο Μια μεγάλη φωτιά από αναμμένα σχίνα, όπως την είχε δει μικρή η Νοέμι, άναβε στην αυλή της Παναγίας του Ριμέντιο, φωτίζοντας τους μαυρισμένους τοίχους του ναού και των καλυβιών τριγύρω. Ένα αγόρι έπαιζε το ακορντεόν, αλλά οι πιστοί, που μόλις είχαν βγει από την παράκληση και προετοίμαζαν το δείπνο ή έτρωγαν ήδη μέσα στις καλύβες, δεν το αποφάσιζαν ν’ αρχίσουν το χορό.
Τη μάθαινε ακόμη να παίζη το σουραύλι· κι όταν εκείνη άρχιζε να φυσάη, αυτός, αρπάζοντας το σουραύλι περνούσε γλήγορα τα χείλη του απάνω από τις τρύπες· και φαίνονταν πως τη διόρθωνε που έκανε λάθος, μα με τρόπο στο σουραύλι φιλούσε τη Χλόη. Κ' ενώ έπαιζε μεσημεριάτικο σκοπό και τα κοπάδια στάλιζαν, η Χλόη αποκοιμήθηκε χωρίς να το νοιώση.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν