Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025
Ενθυμήθη τότε την παραγγελίαν της Μαριώς, ενθυμήθη ότι έπρεπε ν' αγοράση άρτον διά τα τέκνα του· και ετράπη προς την αγοράν. Αλλά — κακή μοίρα! — εκεί προ της αγοράς έχαινε παρά την οδόν η θύρα καπηλείου, και προ της θύρας ίστατο φίλος παλαιός, βλάμης του Δημήτρη, ο κυρ Θοδωρής. — Βρε, καλό 'ς το Μήτρο! Σκόλη έχεις και συ; Κάτι χαρούμενος;
Και ο γέρω Μήτρος ολοένα εκεντούσε, ομιλώντας πότε πότε με τα χτηνά του στη γλώσσα που τα συνείθισεν ν' ακούνε και το αυλάκι σιγά σιγά εμάκραινε και ο ήλιος ανέβαινε κ' εφλογοβολούσε κ' έψηνε το χώμα, ενώ μικροπούλια του κάμπου ποικιλόχρωμα, χαριτωμένα, καθισμένα στους θάμνους και στα χαμόκλαδα ή και στο νωποανασκαμένο χώμα, πίσω από το αλέτρι, εύθυμα, άφοβα, ωρμούσαν πότε πότε, σαν σαΐτες, ψηλά σ' ένα διάστημα, αφίνοντας και καμμιά χαροπή φωνούλα, άρπαζαν σ' τον αέρα κανένα έντομο και κατέβαιναν πάλι στα χαμόκλαδά τους, ή και εκυνηγούσε το ένα τ' άλλο, χωρίς καθόλου να φοβούνται τα βώδια και το γέρω Μήτρο, συντρόφους τους συνειθισμένους.
— Ακόμα χίλια δυο φλουριά, Γιαννούλα, θα ξοδιάσης, Τον ακριβό το Μήτρο σου αν θέλης να μη χάσης. — Δίνω και τρεις και τέσσερες ακόμα εγώ χιλιάδες. ..................................
Ούτοι ενόησαν τι εσήμαινεν η κραυγή ή ο κρότος αυτός. Ο είς εφώναξε προς τον γείτονά του· — Ποιος να πάη, καπετάν-Στέργιο, να φωνάξη αυτόν τον Μήτρο, τον νειόγαμπρο; Δεν το βλέπω καλά το κόττερο. — Ποιος να πάη, καπετάν-Νικόλα! απήντησεν απαθής ο Στέργιος. — Αλοί-α στον καϋμένον τον Φραγκούλα! είπεν ο πρώτος ομιλήσας. Οι δύο ναυτικοί ήσαν με τα νυκτικά των.
Κρατιέται απ' το μαντήλι του, μαγεύεται, λιγώνει, Του ρίχνει ολόγλυκειαις ματιαίς κι' από κρυφά του λέει: — Πίσω απ' τον ήλιο, Μήτρο, ας πάη της μάνας μου το τάμμα, Ας ζήση αυτή μονάχη της, κ' εγώ με σέν' αντάμα.
— Αν δεν την πάρω μάνα μου, γλήγορα θα με κλάψης ................................................. — Για σου χαρά σου. Γεώργενα. — Καλώς την την Γιαννούλα. — Γιώργενα, την Αναστασιά, την ακριβή σου κόρη, 'Στόν ζηλεμμένον Μήτρο μου δε μου την δίνεις νύφη; — Από μικρή, Γιαννούλα μου. την έχω αλλού ταμμένη. — Ο γυιός μου την αγάπησε.
— Κόρη, για δος μου φίλημα 'ςτά μαύρα σου τα μάτια, Κόρη, εγώ σ' αγάπησα, κ' εγώ θα να σε πάρω. — Μήτρο, καϋμένε, μην το λες. Ρίξε τα μάτια 'ς άλλη. ..................................................... — Τ' έχεις απόψε Μήτρο μου, και μου είσαι πικραμένος; — Δόλια μανούλα μ', άσε με, πλειότερο μη με θλίβεις. . . . Θα πάρω δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια.
— Έλα Γιαννούλα, πάρετο· κι' όποτε θέλει ο Μήτρος Να πάρη την Αναστασιά, με δαύτο ας την εγγίξη. .............................................. Είκοσι μέραις πέρασαν, σαν χρόνια για το Μήτρο, Κ' έφτασε τ' Άι-Γιωργιού η γιορτή, το μέγα πανηγύρι, Που χέρι-χέρι νηαίς με νηούς κρατιούνται και χορεύουν. Η αράδα της Αναστασιάς εσύντυχε το Μήτρο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν