Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Αλλ' αίφνης, σιγά σιγά, μία ιδέα, μία επιθυμία εκόλλησεν αναπόσπαστος εις τον νουν της. Ωσεί δ' υπείκουσα εις δύναμιν άλλην, ανωτέραν εαυτής, την οποίαν δεν ηδύνατο να περιστείλη μετά αγώνα όσον οίον τε μεγάλον, εστήριξε χαμαί την αριστεράν χείρα και αναταθείσα επ' αυτής, παρετήρησεν έξω. Ήθελε να ίδη τον απέναντι αγρόν χωρίς αυτή να φωραθή υπό τινος.

Όταν δ' οι λησταί μετά την διάπραξιν του ληστρικού των εγχειρήματος ανεχώρουν εκ της Μονής, η ώρα ην ωσεί ενδεκάτη της ημέρας. Δεν ηθέλησαν πλέον πρωί να εμφανισθώσιν εις τους μοναχούς, ίνα μη κινήσωσι το φιλύποπτον αυτών.

Έννοια σου, ψυχή μου, έννοια σου! προσέθηκεν ο μεγαλοφυής κερδοσκόπος, αποτεινόμενος εις την σύζυγόν του, μετ' ολίγας ημέρας θα ιδής πόσον φρόνιμα κάμνω σήμερον. Και στραφείς προς τον Κυρ Γιάννην, ωσεί διδάσκαλός τις προς μαθητήν·Άκουσε, κυρ Γιάννη, είπεν εις αυτόν μετ' εμβρίθειας και οιονεί μετρών τους λόγους αυτού ένα ένα.

Αι πρώται ημέραι της αποκαταστάσεως των δύο Βενεδίκτων υπήρξεν διηνεκής εορτή. Η τεσσαρακοστή είχε παρέλθη και ο Ιησούς ανίστατο εκ νεκρών. Πανταχόθεν αντήχουν φιλήματα και εστρέφοντο αρνία επί των πυρών, και αυτή δε η φύσις ωσεί θέλουσα να πανηγυρίση την ανάστασιν του Σωτήρος απετίνασσε την χειμερινήν αυτής στολήν, ως νέα χήρα το πένθος του συζύγου της. Αι δάφναι του Απόλλωνος ηρυθρίων, η χλόη εφύετο επί των ερειπίων και η άνοιξις εδίδασκε τους όνους να χορεύωσι περί τας συντρόφους των. Η Ιωάννα εγειρομένη άμα τη αυγή ανέπνεε μετ' αγαλλιάσεως τας πρωϊνάς αναθυμιάσεις του βουνού, ήμελγε τας αίγας, μη υπάρχοντος ακόμη του νόμου καθ' ον απηγορεύετο το άρμεγμα εις τους μοναχούς ως εμπνέον πονηράς επιθυμίας, συνέλεγε κεράσια αποστάζοντα δρόσου, έβραζε ωά και έπειτα εξύπνιζε τον Φρουμέντιον. Μετά το πρόγευμα εκείνος μεν επορεύετο να αγκιστρώση ιχθύας ή να στήση παγίδας εις τους λαγωούς, ο δε Θεωνάς εκαλλιέργει τον κήπον και η Ιωάννα αποσυρομένη εις τα βάθη του κελλίου, οτέ μεν αντέγραφε βίους αγίων, ους επώλει προς αύξησιν των οικιακών προσόδων, οτέ δε διημέρευεν αναγινώσκουσα του Πλάτωνος τα όνειρα ή του Θεοκρίτου τους στεναγμούς εν χειρογράφοις, άτινα εδάνειζον αύτη ή και εδώρουν οι καλόγηροι, μεθ' όσης αφιλοκερδείας παρεχώρει και η αλώπηξ του μύθου την κριθήν εις τον ίππον. Το εσπέρας παρετίθετο το δείπνον προ της θύρας του ασκητηρίου υπό γηραιάν πεύκην, ην οι χωρικοί εκάλουν

Αχ, τι του έκαμεν ο αναθεματισμένος σταυρωτής!. . . — Ε, θα μου πάρης, παππού; εξηκολούθει ο μικρός. — Όχι! εβόησεν αίφνης, ορθωθείς εν απειλητική στάσει ο Χειμάρρας, ωσεί του έλεγον ν' απαρνηθή την θρησκείαν του. Αλλ' ευθύς κατέπεσεν άθυμος εις την θέσιν του.

Ο γέρων Βισβίλης,― νομίζω ότι τον βλέπω ενώπιον μου τώρα, ενώ γράφω,― όρθιος επί της πρύμνης, με τας δύο χείρας επί του μετώπου και κύκλω των οφθαλμών, ητένιζε μετά προσοχής, ωσεί προσπαθών να μετρήση τα πλοία. ― Έρχονται, ή φεύγουν; ηρώτησεν ο πατήρ μου. ― Πηγαίνουν προς την Σάμον, απεκρίθη ο πλοίαρχος. Ο θεός μαζή των ! ― Αμήν, υπέλαβεν ο πατήρ μου. Και οι δύο γέροντες έκαμαν τον σταυρόν των.

Κ' έφυγε μόλις εύρεν ευκαιρίαν χωρίς να τον εννοήση κανείς, σπεύδων ωσεί καταδιωκόμενος. Ο τόσος αλλαλαγμός κ' αι φωναί των βλάχων επί τη αναστάσει του Ιησού, τα φώτα και η χαρά εκείνη, η έξαλλος, έθλιβον την καρδίαν του σφιγκτά σφιγκτά, ως να την είχε συλλάβει χειρ Βριάρεως.

Αναντιρρήτως τα γνωρίσματα του Πλατωνικού ύφους αναγνωρίζονται και εν τω «Τιμαίω», αλλά φαίνονται ωσεί άνευ μέτρου.

Κ' εγεννήθη αίφνης εις την Σμάλτω η αμφιβολία μήπως δεν ήτο ο Μήτρος παρά άλλος τις βοσκός πέραν, εις έτερον αγρόν. Πλην το αύλημα ηκούετο ερχόμενον από της απέναντι σκιάδος καθαρά καθαρά, ωσεί επιμένον να φανερώση την εκεί παρουσίαν του.

Την στιγμήν εκείνην ηκούσθησαν βήματα βαρέα, ωσεί τύπτοντα μετά πάθους την γην κ' εφάνη νεαρός βλάχος, διερχόμενος την αντίπεραν της λαγκαδιάς πλευράν, νωθρώς, εν αφροντισία βηματίζων και τραγωδών: Μια βλαχοπούλα έπλενε, σε βρύσι μαρμαρένια· είχε τον κόπανο χρυσό, Μαλαματένια πλάκα!. . .

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν