United States or Israel ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι δυστυχείς μετά δακρύων ανεχώρουν ευχόμενοι ο θεός να σώση την Περσίαν από τον Χοσρόην, καταστρέφων τον κοσμόλεθρον τούτον τύραννον. Η πράξις του Ηρακλείου ήτο τόσον μάλλον γενναία, όσον ο Χοσρόης είχε μέγα πλήθος αιχμαλώτων, οι οποίοι εστέναζαν ακόμη εις τα Περσικά φρούρια. Ούτω διήλθε και το δεύτερον έτος του πολέμου. ς'. — Η τρίτη εκστρατεία.

Αφού συνέλαβον τους νικημένους τους έδεσαν και τους απέστειλαν οπίσω διά να τιμωρηθούν με αυστηρότητα μεγαλειτέραν. Ύμνησε δε και αυτήν την μάχην ο Όμηρος και όταν ανεχώρουν μου έδωκε τα ποιήματα να τα φέρω εις τους ζώντας ανθρώπους• αλλά και αυτά εχάθησαν μετά των άλλων μας πραγμάτων. Ήρχιζαν δε τα ποιήματα ταύτα ως εξής : Νυν δε μοι έννεπε, Μούσα, μάχην νεκύων ηρώων.

Ο δε Π. Νοταράς, λαβών την άδειαν ν' απέλθη εις Σαλαμίνα δι' ολίγας ημέρας, διευθύνθη εις Κόρινθον με την επιθυμίαν του να λάβη υπό την εξουσίαν του το φρούριον. Τοιούτους τρόπους μεταχειριζόμενοι και άλλοι κατώτεροι αξιωματικοί ανεχώρουν αδιακόπως από το στρατόπεδον.

Αλλά διατί ανεχώρουν εκ Νεαπόλεως διευθυνόμενοι προς άρκτον; Μη ο γέρων απελπισθείς ήθελε να επαναφέρη την θυγατέρα εισέτι ζώσαν εις τας αγκάλας μητρός, περιμενούσης εναγωνίως να την επανίδη; Ή μη επεθύμει να ίδη την θυγατέρα του αποθνήσκουσαν εκεί όπου η μήτηρ της απέθανε, και να την ενταφιάση πλησίον της συζύγου του, εις τον τάφον εντός του οποίου ήθελε και αυτός να αναπαυθή;

Η θέσις των Αθηναίων ήτο καθ' όλα φρικτή· ανεχώρουν, αφού απώλεσαν όλα τα πλοία των, και, αντί μεγάλων ελπίδων, δεν έμεινε πλέον ειμή κίνδυνος δι' αυτούς και διά την πόλιν· εκτός τούτου, την στιγμήν που έμελλαν να αναχωρήσουν, θλιβερά αισθήματα κατέλαβαν την θέαν και την ψυχήν εκάστου.

Ενώ δε τα μεγάλα ταύτα πλοία εφαίνοντο πλησιάζοντα, άλλη σειρά πλοιαρίων μικρών, δεχομένων εκ πλαγίου τον άνεμον εις τα τρίγωνα ιστία των, έφευγε παρά την παραλίαν προς της Σάμου την διεύθυνσιν. Τα μεγάλα εν τούτοις πλοία, ωσεί διστάζοντα, αντί να εξακολουθήσωσι τον προς τον λιμένα πλουν, ήλλαξαν αίφνης δρόμον. Ενόμισα επ' ολίγον ότι ανεχώρουν.

Και τωόντι ουδέποτε ελληνικός στρατός υπέστη σκληροτέραν αποτυχίαν· ελθόντες διά να υποδουλώσουν άλλους λαούς, ανεχώρουν τρέμοντες μη αυτοί οι ίδιοι υποδουλωθούν· αντί των ευχών και των παιάνων, με τους οποίους είχαν αναχωρήσει εξ Αθηνών, ένεκα τύχης εναντίας εμακρύνοντο μετά κραυγών απαισίων, πεζοί και ουχί επί των πλοίων. Έχοντες τας ελπίδας των εις τους στρατιώτας μάλλον ή εις το ναυτικόν.

Οι Ακαρνάνες ενόμισαν κατ' αρχάς ότι όλοι ανεχώρουν άνευ συνθήκης, και διά τούτο ήρχισαν να καταδιώκουν τους Πελοποννησίους· και μάλιστα στρατηγούς τινας οίτινες ανθίσταντο εις την καταδίωξιν και έλεγαν ότι υπήρχε σύμβασις είς στρατιώτης Ακαρνάν τους εκτύπησε διά του ακοντίου του νομίζων αυτούς προδότας· επί τέλους όμως τους μεν Μαντινείς και Πελοποννησίους αφήκαν να περάσουν, τους δε Αμπρακιώτας εφόνευσαν.

Η εορτή διήρκει μίαν εβδομάδα, — μίαν εβδομάδα πιθανώς αρρήτου ευδαιμονίας και ισχυρών θρησκευτικών συγκινήσεων· και με τους ημιόνους των και με τους ίππους των και με τους όνους των και τας καμήλους των, οι ευσεβείς προσκυνηταί εξεκένουν τα καταληφθέντα μέρη και ανεχώρουν διά τας εστίας των.

Αλλ' οι Κερκυραίοι, ως εκ του μη καταλλήλου της θέσεώς των, δεν τας έβλεπον και εθαύμαζον διά την υποχώρησιν των Κορινθίων, μέχρις ου τινες ιδόντες είπον ότι ήσαν πλοία προχωρούντα. Τότε και αυτοί ανεχώρουν, διότι ήρχιζεν ήδη να γίνεται σκότος και οι Κορίνθιοι διά της αναχωρήσεως των έδωκαν τέλος εις την μάχην. Ούτω τα δύο μέρη απεχωρίσθησαν και η ναυμαχία ετελείωσε κατά την νύκτα.