Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
Χτες φτάσαμε στη νέα μας θέση κι άρπαξα την πέννα. Γυρεύεις τόρα, φίλη μου, τι λογής εντύπωση μου έκαμε ο καινούργιος για μένα αυτός τόπος; Πολύ όμορφη. Δε ξέρω, αν είνε ο ηλιολουσμένος Μάρτης, που του δίνει τόση μπόλικη ομορφιά, αλλ' ένα ξέρω μονάχα, πως είμαι ξετρελλαμένη. Ησυχία επαρχιώτικη, φως, ήλιος, χρώματα, αέρας. Και τι χαρά που έχουν όλα τριγύρω μας.
Χτες ήρθε και κάθησε κοντά μου κι ακκούμπησε το χέρι της στο δικό μου. — Πόσο πιο ευτυχισμένος θα είσουν, αν δεν είχες εμένα! είπε.
Μ' έφεραν τα γλυκοαίματα παιδιά σου να σας δω και να σας γνωρίσω, μια κ' ήρθα στα μέρη σας. Δέσπω. Και γιατί να μην ερθήτε από τα χτες; Ποιος ξέρει τι πατινάδες εκεί στη χώρα! Μα έχουμε δα και μεις ξοχές και παιχνίδια, κι όσο για περιβόλια, όρεξη νάχετε. Θαρρώ οι δυο αυτοί οι ξεφαντωτάδες μου φταίνε. Αν είχατε μαζί σας τον Κωσταντή, ίσια εδώ θα σας έφερνε. Κωστ. Κράλη, τι βλέπεις τη μάννα μου.
Ολονυχτίς κουλουριασμένος εκεί αποκάτω ο ίσια με τα χτες παντοδύναμος Ευτρόπιος· το ίδιο και σαν ξημέρωσε, και γέμισε η Μητρόπολη κόσμο, κι άρχισε η ακολουθία, κ' ήρθε η ώρα της διδαχής, κι ανέβηκε στον άμπωνα ο Χρυσόστομος κ' έβγαλε τον περίφημο λόγο του «Εις Ευτρόπιον, Ευνούχον, Πατρίκιον και Ύπατον». Ποιος δεν τα θυμάται τα πρώτα πρώτα λόγια του πολυξάκουστου εκείνου λόγου! «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης!
Αντίς όμως να πηγαίνη ως τέλος από το συνηθισμένο το μονοπάτι ο Δημήτρης, εκεί που γύριζε κάπως το βουνό και στράβωνε ο δρόμος, αρχίζει και σκαρφαλώνει τα καταράχια δεξιά. — Ώρα καλή, φωνάζει ο Μιχάλης. Πού θα πας απ' αυτού; — Έλα μαζί μου και βλέπεις. Από τα χτες το ξετρύπωσα το κατατόπι αυτό. Σκάλωσαν κάμποσο. Άξαφνα βρεθήκανε σε μικρό δισκάρι, τριγυρισμένο βράχους κι αυτό.
Η αγρυπνιά, η χολόσκαση που δεν πέρασε ακόμα το θέλημά του, παρά διάβαινε ακόμα μέσα στους δρόμους ατιμασμένος, καθώς θάρρειε, και ντροπιασμένος, όλ' αυτά σα να του μαλάκωσαν την καρδιά, ή καλλίτερα, σα να του την έλυωσαν. Όση λύσσα τον έσφαζε χτες, άλλη τόση θλίψη και ψυχοπονεσιά τονε βασάνιζε σήμερα. Δεν είταν και να πης πως δεν τον αγαπούσε τον αδερφό του.
«Έφερα γύρα τα μάτια μου στο σπίτι, κι' είδα πως δεν είχε αλλάξει τίποτε από μέσα. Νόμισα, πως έλειπα από τα χτες. Όλα είταν στην ίδια τους θέση, όπως τα είχα αφήσει, και μοναχά οι άνθρωποι είχαν αλλάξει όλοι. Απ' αυτουνούς, άλλοι από παιδιά έγειναν νύφες, άλλοι από νιοί γερόντοι, άλλοι από το Τ ί π ο τ ε φύτρωσαν ανθρώποι, κι' άλλοι αλλοίμονο! — έλειψαν ολότελα!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν