Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Φοβουμένη τας υπονοίας και την κακολογίαν την οποίαν ήτο ενδεχόμενον να κινήσουν αι συχναί της συναντήσεις και τα κρυφομιλήματα με τον Μανώλην, έλεγε δυσανασχετούσα τάχα, οσάκις την έβλεπαν να χωρίζεται απ' αυτόν: — Δεν ακούει, δεν ακούει ... Απελπισία είνε μαυτόν τον άνθρωπο. Εμάλιασ' η γλώσσα μου να του λέω πως του κάκου πολεμά, μ' αυτός το χαβά του. Είντα να γενώ μ' αυτό το μπελλά δεν κατέω.

Ο λοστρόμος όμως το χαβά του. «Άκου με που σου μιλάω, καπετάνιο, μου λέει Το παιδί είνε βαρεμένο από αγάπη. Απ' τη στιγμή που σαλπάραμε, τα μάτια του δεν ξεκολλήσανε απ' το νησί, και σαν αφήσαμε το νησί πίσω μας, πάλε, με τη μπούσουλα τα μάτια του εκεί γυρνούσαν μες στο πέλαγο. Κάτι ξέρω που σου μιλάω. Το ξέρεις το μικρό σπιτάκι απάνω στην Ανάληψι, με την κλιματαριά απόξω.

Σε δέκα μέρες μέσα κιτρίνισε και μαράθηκε κ' έγινε σαν το θειαφοκέρι «Βρε καλέ μου, βρε κακέ μου. Τι έπαθεςΤίποτα αυτός. Τσιμουδιά! Το χαβά του. Τον πόναγε η ψυχή μου. Κάναμε και κακό ταξίδι, Γεννάρης μήνας· ποδίσαμε και στη Σκύρο· μας κλείσανε οι καιροί, μην τα ρωτάς. Τέτοια γρουσουζιά δεν την ματάχα δει. Σα φτάσαμε με το καλό στο Βώλο, ένα πρωί τονέ χάνω. Αγγελής εδώ, Αγγελής εκεί. Τίποτα.

Τραβούσε μοναχά την άκρη της μύτης του με τα δυο του δάκτυλα, σαν να ήθελε να την κατεβάση περισσότερο, να τη χώση στο στόμα του. Ο λοστρόμος άφριζε από το κακό του. — Βρε Φλώκο παιδί μου, τη μύτη σου τραβάς; Εμείς χανόμαστε κ' εσύ το χαβά σου; Βρε κατάλαβες πως χανόμαστε; Και πού να ποδίσης τώρα, δε μου λες πού να ποδίσης! Ο Γερο-Φλώκος τσιμουδιά. Δος του και τη μύτη του.

Ο λοστρόμος όσο έβλεπε τον καιρό να βαστάς το χαβά του και άκουε την τρούμπα που πολεμούσε να προφτάση τα νερά και τα τριξίματα του καραβιού στο σκαμπανέβασμα μουρμούριζε ολοένα, δυνατά τώρα, μιλώντας στον Γερο-Φλώκο: — Έλα, Χριστέ και Παναγιά, με τούτο το κακό. Βρε μάτια μου, Φλώκο, κατάλαβες πως αυτός ο χριστιανός βάλθηκε να μας πνίξη; Ο Γερο-Φλώκος τσιμουδιά.

Κ' έπειτα μου θυμίσατε πράματα, που όλο κι αποφεύγω να τα συλλογίζουμαι, γιαΤι δε θέλω, γιαΤι δεν κάνει να τα συλλογίζουμαι, για το καλό το δικό σας, για το καλό της δουλειάς σας, κ. εργοστασιάρχη. Και συ σαν τους άλλους τους φωνακλάδες. Τον ίδιο χαβά και συ. Σας δυναστεύουμε, σας εκμεταλλευόμαστε, σας καταστρέφουμε. Όλη σας η δυστυχία από μας.. Τώρα μου βγάλατε κι άλλη φάμπρικα στη μέση.

Χαλούσε ο κόσμος και ο Αγγελής το χαβά του. — Δε σας τώπα, μωρέ, χίλιες φορές; Γιατί δε μ' αφίνετε ήσυχο; Γιατί δε λουφάζετε; Τι σας νοιάζει, μωρέ, εσάς για τις ξένες έννοιες; Κουμάντο θα σας βάλω στο κεφάλι μου; Ε; Τα σκυλιά λυσσάγανε απ' τις κουπαστές. Γαβ-γαβ! Γρρ... γρρ... Τρώγανε το ξύλο με τα δόντια τους, από τη μάνητα.

Ενώ χαλούν ντουνιάδες εκείνος τον χαβά του... χωρίς ποτέ καθόλου ν' ανοίγη τα στραβά του ακούραστος τοξεύει καρφιά, βελόναις, βέλη, και πού εκείνα πάνε κουκούτσι δεν τον μέλει. Όταν ιδής των άλλων τας φρένας να μεθύση αρνείσαι εις εκείνους και κοκοβιού μυαλά, αλλ' αν ποτέ κι' απάνω 'στόν σβέρκο σου καθίση για κοκοβιό νομίζεις αυτόν που σε γελά.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν