United States or South Korea ? Vote for the TOP Country of the Week !


«Όταν γίνη βασιλεύς των Μήδων ημίονος, τότε, ω Λυδέ αβρέ τους πόδας, φύγε εις την χαλικώδη Έρμον· μη μένε, και μη εντρέπου να φανής άνανδρος

Ο Δημήτρης δεν ητένιζε κατά πρόσωπον κανένα εξ όσων απήντα εμπρός του, φοβούμενος μη δειλιάση και οπισθοδρομήση άπρακτος. — Πού είνε ο αφέντης; ηρώτησε τον υπηρέτην, μόλις έφθασεν. — Δεν είν' εδώ· πάρε το 'μεροδούλι σου και φύγε απήντησεν ούτος, αποθέτων επί του πάγκου τεσσαράδραχμον κύλινδρον δεκαρών. — Δεν ήρθα, παιδί μου, για το μεροδούλι· είπεν ο Δημήτρης δειλώς· τον αφέντη θέλω.

ΚΑΙΣΑΡ. Θα τον ευχαριστήση άρά γε η περιγραφή αύτη; ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ύστερα από το ποτήρι του Πομπηίου, άλλως αυτός είναι αληθής επικούρειος. Έλα, τι διάβολο θέλεις να μου ειπής; άφησέ με τώρα, φύγε. Κάμε όπως σου είπα. — Πού είναι το ποτήρι που σου εζήτησα; Αν χάριν των υπηρεσιών μου θέλης να με ακούσης, σήκω μια στιγμή. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Είσαι τρελλός, μου φαίνεται.

Φύγε άνε μαγαπάς, μην έρθ' ο Στρατής ... — Δεν είν' ο Στρατής και μη φοβάσαι, είπεν ο Μανώλης, αφού παρετήρησεν εκ νέου υπέρ τον φράκτην. Μα δε σου λέω; Έλα να φύγωμε κετσά γλυτώνομε κιαπού το Στρατή. Ακούς; Φωνή εφήβου άδοντος έλεγεν: Ανάθεμα που βρη καιρό κι' άλλο καιρό ανημένει, Γιατί, ο καιρός τα πράμματα ανάποδα τα φέρνει.

Αν θέλης να φύγης, φύγε. Τι σου ήλθεν; Η Αϊμά διηυθύνθη προς την θύραν. Αλλ' ο Πρωτόγυφτος ήτο διπλούς υποκριτής. Ένθεν μεν προσεποιείτο ότι την άφηνεν αδιαφόρως να φύγη, ένθεν δε ότι την εμπόδιζεν εκ διαφέροντος. — Πού θα πάγης, κορίτσι μου; Είσαι στα καλά σου; Θέλεις να σε φάνε οι λύκοι; Και πού θα πας τέτοιαν ώρα μοναχή σου; ολομόναχη; Η Αϊμά δεν απήντησεν, αλλ' απεπειράθη να εξέλθη.

Αναστέναξε η Ιζόλδη, ακούγοντας τόνομα του Τριστάνου, άλλαξε το χρώμα της, και θυμωμένη του είπε: «Φύγε από δω. Ποιος σ' έμπασ' εδώ μέσα! Φύγε, βρωμοπαλαβέ!».

Ω φύγε φύγε, ούτε να σ' ακούσω θέλω . . . τι φρίκη! — Ποτέ, ποτέ δεν θα φύγω, αν δεν λάβω μίαν απάντησιν, μίαν υπόσχεσιν. — Καμμίαν άλλην απάντησιν δεν έχεις ν' ακούσης, παρά ότι μου προξενείς φρίκην! τ' ακούεις; φρίκην! Και πεσούσα επί του ανακλίντρου, ανελύθη εις δάκρυα. Εκείνος εκυλίετο εις τους πόδας της ασθμαίνων, έξαλλος . . . Εκείνη τον απώθησε και ηγέρθη.

ΤΥΒΑΛΤΗΣ Εσύ παληόπαιδον, εσύ θα τον ακολουθήσης, εσύ, που είχε συντροφιάν εκείνος κ' εδώ κάτω! ΡΩΜΑΙΟΣ Το ποιος θα 'πάγη, το σπαθί θα το αποφασίση. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Ρωμαίε, φύγε· πήγαινε! Νεκρός είν' ο Τυβάλτης, κι ο κόσμος εσηκώθηκε. Τι στέκεσαι και βλέπεις; Ο πρίγκηψ σ' εθανάτωσε αν σε συλλάβη... Φύγε! ΡΩΜΑΙΟΣ Ω! Είμαι τ' αναγέλασμα της Μοίρας! ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Τι προσμένεις;

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Ω! το σφάλμα εκείνου, διά το οποίον δεν είσαι υπεύθυνος, σε έκαμε και σε δόλιον! Φύγε απ' εδώ. Τα εμπορεύματα τα οποία έφερες εκ Ρώμης είναι πολύ ακριβά δι' εμέ· ας μείνουν εις βάρος σου, και ας επιφέρουν τον όλεθρόν σου! ΧΑΡΜΙΟΝ. Υπομονή, καλή μου βασίλισσα. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Επαινούσα τον Αντώνιον κατηγόρουν τον Καίσαρα. ΧΑΡΜΙΟΝ. Πολλές φορές, κυρία. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Τιμωρούμαι τώρα διά τούτο.

Ω, φύγε, φύγε, φύγε! Ίσως εσύ μ' εκδικηθής! Ω! φύγε! — Ω προδότη! Γ’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Τα φώτα ποιος τα έσβυσε; Α’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Δεν έπρεπε να σβύσουν; Γ’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Ο ένας μόνον έπεσε. Μας έφυγε ο υιός του . Β’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Τότ' η μισή μας η δουλειά πηγαίνειτα χαμένα. Α’ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Εκείνο τώρα πώγεινε ας' πάμε να το πούμε. Συμπόσιον εν τοις ανακτόροις. ΜΑΚΒΕΘ Λάβετε θέσιν. Ο καθείς γνωρίζει τον βαθμόν του.