Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Κ' ενώ με πήγαινε, με φιλούσε και μούλεγε: — Πονείς ακόμη, Γιωργιό μου; Δεν πονείς· αι;... Μα μπορείς να πονής μπλειο 'κειά που σε φίλησα 'γώ; Πόσο μ' αγαπάς εδά; — Πολλά, πολλά, της έλεγα κέκλεια τα μάτια μου από ευτυχία. — Να χαρώ εγώ!... Και μούδιδε νέα φιλιά. Όσες φορές αρρώσταινα, ο καλλίτερός μου γιατρός ήτο το Βαγγελλιό.

Και κείνος είτανε τότε πέντε ως έξι χρονών και το ζήτημα είτανε το ίδιοναλλάξη το πουκάμισο. Μεταχειρίστηκε απαράλλαχτα τα ίδια λόγια: Πρώτη φορά, είπε, έννοιωσα πως με πιάνανε τραχιά. Στάθηκα κοντά στο κρεββατάκι του Σβεν και τον κοίταζα πολλή ώρα. Τα μελίγγια του είχαν κάνει μικρούς λάκκους. Μα κοιμότανε βαθιά κ' ήσυχα κ' έσκυψα και τονέ φίλησα στο μέτωπο.

Τη στιγμή αυτή μου φάνηκε σα να είχα συλλογιστεί και γω το ίδιο. Όλη μου η κούραση έφυγε μεμιάς κι όλος συγκίνηση έσκυψα και της φίλησα το στόμα. Την ίδια στιγμή καθότανε η Έλσα ανασηκωμένη εκεί.

Τότε δε θα θυμώσης, αν σου πω ακόμα πως κάθε βράδι κάνω την προσευχή μου, έτσι όπως την έκανα όταν είμουνα παιδί. Σε ποιον προσεύχουμαι δεν το γνωρίζω. Μα βάζω και τα παιδιά και προσεύχουνται για σε, για με και για τον εαυτό τους. Άφησα τα κουπιά, σηκώθηκα από τη θέση μου κ' έπιασα με τα δυο χέρια τα πρόσωπο της γυναικός μου και τη φίλησα χωρίς να μπορώ να προφέρω λέξη.

Μου άπλωσε το χέρι της απάνω από το ετοιμοθάνατο παιδί κ' είπε: — Δεν το ξέρω αν θα είναι για καλό ή για κακό, όμως θα μείνω μαζί σου. Γιατί τώρα πιστεύω πως έτσι το θέλει ο θεός. Κ' έπειτα από μια στιγμή πρόστεσε: — Κι ο Σβεν το θέλει. Μίλησα μαζί του. Χωρίς να μπορέσω να της απαντήσω, έσκυψα και της φίλησα το χέρι. Και τη στιγμή αυτή δε γνώριζε κανείς μας τι είταν ευτυχία και τι δυστυχία.

Τρεις χρόνους αγαπούσα κόρην ώμορφη, Και λόγο δεν της πήρα, κι' ουδέ φίλημα. Μια μέρα 'ςτό ποτάμι την απάντησα· Της κρένω, δε μου κρένει, κι' ουδέ με τηρά, Της ρίχνω ένα λουλούδι, δεν το δέχτηκε, Της ρίχνω το μαντήλι, κρυφοθύμωσε... Με συνεπήρε ο πόνος, μάνα, κι' ο καϋμός· Πεζεύω, 'ςτά πλατάνια δένω τ' άλογο Κι αρπαχτικά την πιάνω και την φίλησα.

Τις εκκλησιές, τις πέτρες και τους πύργους, τα φίλησα, τα τείχη τα αγάπησα μέσα στο λιοπύρι του μεσημεριού. Και σκληρά σκληρά στάθηκα στους ρωσικούς τους λόφους του Άγιου Στέφανου, εκεί που δεν είναι άλλο καλλίτερο μέρος για να σταθεί το Γένος όλο, να κοιτάζει την παρμένη Πόλη. Σκληρότατα οι Ρώσοι ξεδιάλυσαν τα όνειρά μου τα βυζαντικά και μ' έδεσαν αλύπητα με την τωρινή κατάστασή μου.

«Ψες νύκτα το βαστούσα στο μπράτσο μου· το φιλούσα· ελπίζω πως δεν πήγε να πη στον κύριό μου πως φίλησα άλλον απ' αυτόν», λέει η Ιμογένη στ' αστεία για το χάσιμο του βραχιολιού της, που πήγαινε κιόλα κατά τη Ρώμη για ν' αφαιρέση την πίστη του αντρός της προς αυτήν.

Ένας κοντός κοντούτσικος, κοντός και μ' ένα χέρι. Τα μάρμαρα πελέκαε, τις πέτρες πελεκούσε. — Κοντέ μ', και πού ν' το χέρι σου, και πελεκάς με τώνα; — Βασιλοπούλα φίλησα, και μούκοψαν το χέρι. Ας την εξαναφίληγα, κι' ας μούκοφταν και τ' άλλο . Και αντηχεί καλλικέλαδος η ηχώ ανά τους εγγύς λόφους επαναλαμβάνουσα: Καμάρα δε στεργιόνει, να ζήτε λέει τ' αηδόνι .

Είχε τόση δύναμη και το αίστημά της κι αυτή η ίδια όταν έλεγε τα λόγια αυτά, ώστε με σύγχυσε. Άφωνος την πήρα στην αγκαλιά μου και τη φίλησα με το αίστημα πως φιλούσα για πρώτη φορά την αρρεβωνιαστικιά μου. Και γνώριζα μαζί της πως η γις δεν έκρυβε μεγαλήτερη ευδαιμονία. Ο Σβεν βρήκε σύντροφο να παίζη κι αυτό είταν κατιτί σημαντικό στη μικρή ζωή του.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν