United States or French Polynesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θάρθη μούπε στις τρεις να πάρη τη Λιόλια να πάνε να δούνε μασκαράδες από 'να σπίτι πού την προσκάλεσε μια γνωστή της. . και να πάω λέει εγώ το βράδυ να τηνέ φέρω. . . Καθήσανε να φάνε. Στο φαΐ ο Νίκος περισσότερα γέλοια έκανε παρά μπουκιές πούβαζε στο στόμα του· κρασί όμως έπινε μπόλικο.

Είπε, κι' ο Άρης τ' όμορφο της έδωκε ζεβγάρι. Έτσι στ' αμάξι ανέβηκε με την καρδιά κλαμένη, και δίπλα η ανεμόποδη θεά τα πλούσια γέμια 365 παίρνει στα χέρια, και χτυπάει τα δυο φαριά να τρέξουν. Κι' αφτά πετούσαν πρόθυμα. Έτσι σε λίγο φτάνουν στο χιονοσκέπαστο Έλυμπο, στα θεϊκά λημέρια. Εκεί η θεά τα σταματάει, τα λει και τα ξεζέβει, και την αθάνατη ταγή τούς έβαλε να φάνε.

Τινάχτηκε πάλι και άπλωσε τα χέρια του σα γάντζους. Και μονομιάς έγειρε το κεφάλι του στον ώμο του Βαγγέλη και τα χέρια του πέσανε ξερά απάνω στο στρώμα... — Συχωρέθηκε! είπε ο Βαγγέλης, κ' έβαλε τα δάχτυλα να του κλείση τα μάτια. Η Ασημίνα έμπηξε λεύτερα τώρα τα ξεφωνητά... — Σαν πάρη να σαπίζη το κορμί τα σκουλήκια βγαίνουν να το φάνε.

Έτσι είπε, και τον άκουσαν κι' όχι κανείς δεν είπε. Και χέρι χέρι ετοίμασαν δείπνο ο καθείς και πήραν 55 να φάνε, δίχως τίποτα π' ορέγουνταν να λείπει. Κι' αφού τους χόρτασε η καρδιά καλά το φαγοπότι, σκορπούν, και στην καλύβα του πάει ο καθείς να γύρει.

Αν δεν είχα την τιμή να δώσω μια μεγάλη σπαθιά περνώντας πέρα-πέρα το κορμί του αδερφού της δεσποινίδας Κυνεγόνδης, θα είχα φαγωθή χωρίς άλλο. Όμως παρ' όλα αυτά η καθαρή φύση είναι αγαθή, αφού αυτοί εδώ οι άνθρωποι, αντί να με φάνε, μου κάνανε χίλιες τιμές, όταν μάθανε, πως δεν ήμουνα ιησουίτης. &Ο Αγαθούλης κι ο σύντροφός τον φτάνουνε στο Ελδοράδο και τι βλέπουν εκεί.&

Τέλος ένα ωραίο λειβάδι όλο ρυάκια παρουσιάστηκε μπροστά τους. Ο Κακαμπός προτείνει στον κύριό του να φάνε και του δίνει πρώτος το παράδειγμα.

Ήμουνα βουτηχτής και δεν ετρόμαξα ποτέ τα ψάρια τα άγρια. Και τώρα φοβούμαι πως τα βερεσέδια θα με φάνε. Η Θωμαή, ανίδεος κόρη από τα του κόσμου, γυνή μη γνωρίζουσα τίποτε άλλο από τα οικιακά έργα, τι να είπη, τι να συμβουλεύση. Ν' αλλάξη ο σύζυγός της εργασίαν; Αλλ' είχε κακοσυνηθίση πλέον εις τον καθιστικόν βίον ο Λαλεμήτρος.

Σκυλιά τις σάπιες σου τις σάρκες 335 θα φάνε κι' όρνια, μα Αχαιοί τον Πάτροκλο θα θάψουνΤότες του λέει ο Έχτορας με την ψυχή στο στόμα «Ξορκίζω σε, έτσι να χαρείς το φως σου τους γονιούς σου. μη θες στον κάμπο το κορμί να μου ντροπιάσουν σκύλοι.

Συλλογιζότανε το βασιλόπουλο, που η προσταγή του πατέρα της το είχε στείλει μακρυά, να το φάνε τάγρια θηρία. Τα δάκρυά της, που πέφτανε ζεματιστά απάνω στα μάγουλά της και στα στήθη της, μαράνανε σιγάσιγά τα τριαντάφυλλα και τα κρίνα του κορμιού της. Κ' η βασιλοπούλα, σαν έβλεπε τα κάλλη της τα μαραμένα, έκλαιε διπλά δάκρυα για το βασιλόπουλο και για τον εαυτό της.

Τότε απαντά ο θεόμορφος γιος του Δαρδάνου κι' είπε 405 «Έτσι απ' το στράτεμα όπως λες του ξακουστού Αχιλέα αν είσαι, τότεέτσι να ζειςπες μου όλη την αλήθια· βρίσκεται ο γιος μου ακόμα εκεί στα πλοία, ή πια κομάτια ο Αχιλιάς τον έρηξε στους σκύλους ναν τον φάνε