Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Ο Λιάκος που τον είχε νανουρίση στα γόνατά του μια φορά, γιατ' είτανε παιδί φίλου του γκαρδιακού, αρραβώνιασε την τσούπα του με δαύτον και γύρευε να βρη εποχή να τον κάμη ν' αφήση τα βουνά και ναρθή να δουλέψη μαζί του στο μύλο για να κάμη το γάμο. Αυτός γέρος είταν και μεις οι γέροι τι καρτερούμε άλλο από τον τάφο!...

Του έκοψα ψωμί, κι' άρχισε να τρώη με τόσην όρεξι, που απόρησα κ' εγώ. Του είχα κόψει μικρή φέτα, ξεύροντας πως δεν μπορούσε να φάη. Στη στιγμή την έφαγε, και μου γύριψε να του κόψω κι' άλλο. Η τσοπάνισσα που ήρθε κοντά μας μου λέει: — Άνδρας σου είνε, τσούπα; σαν ζαμπούνη τον γλιέπω... Πίνει γάλα, να σας φέρω; — Πίνει, είπα εγώ, γιατί είνε άρρωστος. Εννοούσα που ήτον Τετράδη.

Μόνον εκ των νώτων ήτον αόρατος, αλλ' όχι κατά πρόσωπον. Άμα οι τρεις κλέφται έφθανον πέραν του πεύκου, θα την έβλεπον ως καρφωμένην εκεί. Οι τρεις άνδρες έτρεξαν, το επροσπέρασαν, κ' εξηκολούθησαν να τρέχουν. Οι δύο εξ αυτών ουδ' εστράφησαν οπίσω να ιδούν. Εφαντάζοντο ότι η «τσούπα» έτρεχεν εμπρός.

Ο θρους των φύλλων και των κλάδων, ο ίδιος τρόμος της, όστις μετέδιδε τρομώδη κίνησιν εις κλώνας και θάμνους, την επρόδωκεν. Ήκουσε τότε αγρίαν φωνήν·Αχ! μωρή τσούπα, και σ' επιάσαμε! Αυτή ανεπήδησε τότε μέσ' απ' τους θάμνους, κ' έτρεξεν ως φοβισμένη τρυγών με το πτερύγισμα των λευκών πλατειών χειρίδων της. Δεν ήτο πλέον ελπίς να γλυτώση.

Ο άνδρας της ήλθε και μας έφερε δύο μεγάλα κομμάτια χλωρό τυρί, αλατισμένο. — Να, πάρε, τσούπα, για να φάτε αύριο, μου λέει. Το πουρνό, που θάχουμε σφαχτά στη σούβλα, περνάτ' απ' αυτού και σας φιλεύω καμμιά πλάτη. Εγώ έβγαλα κάτι πεντάραις που είχα, τα ρέστα από ένα σβάντσικο, που το είχα χαλάσει, και του είπα να κρατήση ό,τι θέλει για το τυρί.

Έτσι όλοι αφού μαζέφτηκαν οι παινεμένοι Αργίτες, τότες σηκώθη ο ξακουστός γιος του Πηλέα κι' είπε 55 «Τ' Ατρέα γιε, τι βγάλαμε με τους θυμούς μας τάχακι' εσύ κι' εγώόταν πιάσαμε καρδολυσσάχτρα αμάχη να! για μια τσούπα, και το νου μας τύφλωσε το πάθος; Κάλια ας την είχε η Άρτεμη θερίσει στο καράβι τη μέρα όταν την πήρα εγώ πατώντας το καστρί της! 60 Τότε έτσι από κοντάρια οχτρών τόσοι Αχαιοί και τόσοι μ' αίμας τη γης δε θάβαφαν, σα μ' έπιασε το πείσμα.

Τι διάολο, από μοναστήρι έτρωγε αυτός και το σπίτι του, ή μήπως χάλασε καμμιά εκκλησιά κανένας απ' το σόι του; Και για κακή γρουσουζιά, λες, η φαμελιά του, να μη κάμη έν' αγόρι κι αυτή η δυστυχισμένη τόσα χρόνια. Από τσούπα σε τσούπα. Παραγγελιά να της είχε, πάλι έτσι δε θα γίνουνταν. Οι γυναικούλες έλεγαν πως τους έχουν ρίξη μάγια. Αγγούρια ξυδάτα! πού τα πίστευε αυτός αυτά.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν