United States or Serbia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ξέρω, χαριτωμένη μου, γιατί με φεύγεις έτσι· γιατ' έχω φρύδι τριχωτό σ' όλο το μέτωπο μου που αρχίζει απ' τώνα μου ταυτί και φθάνει ίσα με τάλλο κ' έχω ένα μάτι μοναχά κάτ' απ' το φρύδι εκείνο, και πέφτ' η μύτη μου πλατειά κατά το στόμ' απάνω.

Μαυροφόρεσε ο κόσμος, πούλεγες και θανατικό πλάκωσε. Πήγε η δουλειά ως ταυτί του Πασά. Κι ο Δεσπότης με την προσταγή του Πασά γράφει του Εφημέριου και στέλνει Επίτροπο να γείνη κρίση και να βρεθή ο φταιξάρης.

Μα σαν τι μαθές να τρέχη; ρωτάει σαστισμένα ο Σφακιανός. — Σαν τι να τρέχη; Κρίμας που είσαι και Σφακιανός! Και δεν τόννοιωσες ακόμα πως η Κερά Μπάρτλεη που είδες στη Ρέθυμνο είνε Κρητικιά, και πως είνε η Καλλίτσα, η χαμένη η κόρη του Προεστού; Δεν το πήρε ταυτί σου τόνομά της τότες που τηνε φώναζε ο άντρας της να πη να σου φέρουν κρασί πρι να ξεκινήσουμε;

Τρέλλα και τρέλλα του ήρθε. Είχε γνώση και βαστάχτηκε όμως, κι όχι από καλογνωμιά, παρά να μη γίνη φοβερώτερο σούσουρο. Βαστάχτηκε, και τράβηξε από τον κάτω το δρόμο, εκεί που είτανε μαζεμένος ο κόσμος και τους σεριάνιζε, ίσως και δη, ίσως και πάρη ταυτί του τίποτις μες στα σκοτεινά. Σα να γύρευε και καλά να τις πυργώση τις φλόγες που κορώνανε μέσα του.

Πιπ. Μ' έτρωγε κι όλο μ' έτρωγε ταυτί μου από το πρωί. Αρραβώνας μυρίζει πάλι. Περμ. Ταυτί του εσένα σε τρώει μόνο σαν αποδεχτή κ' ύστερα τα μαντάτα. Στον κλήδωνα να τα λες αυτά. Πιπ. Να μη χαρώ το Μαριώ μου, σου λέω, τίποτις δεν άκουσα. Αμέ να μη μπορούμε δα και μεις να δούμε δεντρί, και να στοχαστούμε τι λογής λουλούδι θα βγάλη; Περμ. Α! δεν άκουσες, μόνο είδες κάτι!

Την διέκοψε δε η είσοδος του Μανώλη, ο οποίος είχε το χρωματιστό μαντήλι εις τον ώμον και κλωνίσκον βασιλικού εις ταυτί. Αλλ' άμα είδε τον πατέρα του, έσπευσε ν' αφαιρέση από ταυτί του τον βασιλικόν, εσοβαρεύθη και εκάθησεν εις ημιφωτισμένον μέρος, κατά την παλαιάν του συνήθειαν. — Πού 'γύριζες, μωρέ, τέτοια ώρα; του είπεν ο Σαϊτονικολής.

Β' ΑΝΗΡ Κι' ο όρκος δεν σου αντηχείταυτί, που δώσαμ' όλοι, τα πεντακόσια τάλαντα να μαζευθούν στην πόλι από το τεσσαρακοστόν, κατά του Ευριπίδη τη γνώμη; Και ποιος έπαυσε επαίνους να του δίδη; Σαν εξετάσθη όμως κ' ευρέθη κουροφέξαλα κι' αυτός ο νέος νόμος, τότε τον Ευριπίδη τον στρώσαν στο βρισίδι.

Και όμως ενώ πλέον εσάπισα παλαίων εις της ζωής την πάλην, το γήρας το μισώ και θέλω και λυσσώ να γίνω νέος πάλιν. Σαν ήμουν νέος μια φορά τι κοπετοί και θρήνοι!... μ' εζάλιζαν οι Έγελοι κι' οι Πρόκλοι κι' οι Πλωτίνοι κι' οι άλλοι φαμφαρόνοι... μα τώρα που εζάρωσαν τα αιμοφόρ' αγγεία κι' ουδ' αίματος απάνω μου δεν έμεινε ουγγία ταυτί μου δεν ιδρόνει.

Ακούγω πως στη χώρα μεγάλο θανατικό, και μια να το πάρη ταυτί της γριάς, θάλασσα, όλα. Εγώ λέω, εμείς ταδέρφια για καλό κακό ναπομείνουμε σιμά της και να μη σας συντροφέψουμε. Τραβήξτε σεις μονάχοι, κι από τάλογα ίσια στο καραβάνι. Κράλης. Και πούθε ήρθαν, Κωσταντή, αυτά τα μαύρα μαντάτα; Κωστ. Ο αγωγιάτης μας τάφερε.

Χωρίς να βγάλη το καπέλλο του, πήγε τα ίσα στο κρεββάτι κι απίθωσε τη μαγκούρα απάνω στην κουβέρτα. Έπιασε το σφυγμό της Βεργινίας, έβαλε το χέρι στο λαιμό της και στην καρδιά.. έβαλε ταυτί του στο στήθος. . . Λιποθυμία είναι, μα είναι πολύ αδύνατη.