United States or Liechtenstein ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατόπιν λοιπόν πάλι αφού εγώ και η καλή γυναίκα μου γεννήσαμε αυτόν τον γυιο, τρανό καυγά για τώνομά του αρχίσαμε. Στήσαμε για πολύν καιρό καυγάδες και βρισίδι, αλλά συμβιβασθήκαμε, και τέλος Φειδιππίδη τον βγάλαμε.

Πόσο τάραξε, σκεφθήτε, την καρδιά μου αυτός ο λόγος! Ε, λοιπόν και μ' όλ' αυτό, τον θυμό μου τον κρατώ, και του λέω: τότε ειπέ μας τα σοφά που έχουν γράψει και οι νέοι ποιηταί μας. ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ Δίκαια λοιπόν δεν ήταν, αφού τράβηξες βρισίδι στο σοφώτατο Ευριπίδη; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ποιον σοφώτατον; εκείνον; αχ! μωρέ τι να σου ειπώ... που θα ξαναφάω ξύλο. ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ Μα και δίκηα σε χτυπώ.

Β' ΑΝΗΡ Κι' ο όρκος δεν σου αντηχείταυτί, που δώσαμ' όλοι, τα πεντακόσια τάλαντα να μαζευθούν στην πόλι από το τεσσαρακοστόν, κατά του Ευριπίδη τη γνώμη; Και ποιος έπαυσε επαίνους να του δίδη; Σαν εξετάσθη όμως κ' ευρέθη κουροφέξαλα κι' αυτός ο νέος νόμος, τότε τον Ευριπίδη τον στρώσαν στο βρισίδι.

Το άδραχνε τέλος νικητής στα χέρια του, έβγαινε απάνω γελαστός και το έδινε στον καπετάνιο, ελπίζοντας ν' ακούση τον γλυκό λόγο του κ' έναν έπαινο. Μα εκείνος σκυθρωπός, κρύος τον εδεχόταν σαν ν' αναγνώριζε τίποτα το κατόρθωμά του και δεν έβγαζεν από τα χείλη του παρά χολή το βρισίδι: — Κεραταΐμκερατά!

Άμα όμως έκαναν πως θα κυττάξουν και τα δικά τους συμφέροντα τους έβαζε στο βρισίδι. Επίστευε ακλόνητα πως η γενιά του ήταν η πιο ξεδιαλεγμένη της γης κ' οι γειτόνοι του είχαν υποχρέωση να δουλεύουν και να ιδρώνουν για λογαριασμό της. Κ' επειδή αυτό δε γινότανε συχνά ενόμιζε πως όλοι τον φτονούσαν και φρόντιζαν με κάθε τρόπο να τον ξεκάμουν. Το ίδιο έπαθε τώρα με τον Αλαμάνο.

Και μήτ' αυτό δεν τόκαμε φρόνιμα, παρά τις χιλιάδες μόδια σιτάρι που κατέβασε και τα πρόσφερνε σε μέτρια τιμή, ταφήκε και πουληθήκανε σε κεφαλαιούχους που το μεταπουλούσανε στους φτωχούς με τιμές φοβερές. Αυτά κι άλλα τέτοια τους σκύλιασαν τους κατοίκους της Αντιόχειας. Άλλο δεν άκουγες στους δρόμους παρά βρισίδι και περιπαιχτικά τραγούδια. Ως και τα γένεια του τα κορόιδευαν.

Ύστερα, λέει, κατέβηκε κι ο Πανάγος στο καπελιό, λέει, και του πάτησε ένα βρισίδι, λέει, του Σταμάτη μου που αποκότησε και τονε συχάρηκε, που δε μεταγίνεται, λέει.