Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Και η θαυμαστή θεάεμέ• «πολύτεχνε Οδυσσέα, να μένετε εις το σπίτι μου πλεια δεν σας αναγκάζω• αλλ' όμως άλλο πρότερα θα κάμετε ταξείδι, 'ς του Άδη και της άσπονδης αντάμα Περσεφόνης 490 την κατοικιά να φθάσετε, να μάθετε την μοίρα απ' την ψυχή του παλαιού Θηβαίου Τειρεσία, μάντη τυφλού, 'που ολόκληραις έχει και αυτού ταις φρέναις• εκείνου μόνου απ' τους νεκρούς έδωσε η Περσεφόνη γνώσιν και νουν• ωσάν σκιαίς οι άλλοι τριγυρίζουν». 495

Τα βουνά έλεγα πως επρόβαιναν να το καμαρώσουν· τα κύματα πώς έτρεχαν υποταχτικά να στρωθούν στην καρίνα του. Και από τόρα με τη φαντασία ετελειώναμε το ταξείδι. — Την τάδε ώρα στον Καβογρόσο· έλεγεν ο γραμματικός λογαριάζοντας. Αύριο πρωί στον Καβομαλιά· αύριο βράδυ στον Καβοντόρο· αντιμεθαύριο στα Δαρδανέλια· σε οχτώ ημέρες στον Ποταμό.

Εγώ του διηγήθην τα πάντα κατά σειράν, την τρικυμίαν και όσα είδαμεν εις την νήσον και το εναέριον ταξείδι, τον πόλεμον και όλα τα άλλα μέχρις ότου μας ερρόφησε το κήτος. Με ήκουσε με πολύν θαυμασμόν, έπειτα δε μας διηγήθη τα δικά του.

Τούτα μου είπε, και η καρδιάτα στήθη μου ερραΐσθη, και έκλαια καθήμενοςτην κλίνη και η ψυχή μου να ζήση πλειά δεν ήθελε, να ιδή το φως του ηλίου. αλλ' άμ' αυτού κυλιούμενος εχόρτασα το κλάμμα, το στόμα πάλιν άνοιξα κ' εκείνης απαντούσα• 500 ω Κίρκη, ποιος θα 'ναι οδηγός εις τούτο το ταξείδι; 'ς τον Άδη ακόμη πλέοντας κανείς δεν έχει φθάσει».

Επήρα τα δυο σβάντζικα, αν και λίγα μου έπεφταν για το ταξείδι που ήθελα να κάμω, άφησα το ταψί μου, κ' είπα κ' ευχαριστώ. Εκινήσαμε με τον άντρα μου, παραμονή της Αναλύψεως, βράδυ-βράδυ. Στο δρόμο ηύραμ' έναν καρροτσέρη, κουμπάρο μιανής συγγένισσάς μου. Τον επερικάλεσα κ' επήρε το Λευθέρη στο κάρρο του, τον πλειότερο δρόμο. Εγώ επήγα με τα πόδια. Ενύχτωνε όταν φτάσαμε στην Καισαριανή.

Ήρχισα να ετοιμάζωμαι διά το ταξείδι και όταν έφθασεν ο καιρός συνέφαγα με τους ήρωας• και την επομένην επήγα προς τον ποιητήν Όμηρον και τον παρεκάλεσα, να μου κάμη δίστιχον επίγραμμα• όταν δε το έγραψεν έστησα μίαν στήλην εκ βηρύλλου λίθου πλησίον του λιμένος και εχάραξα επ' αυτής το επίγραμμα, το οποίον ήτο το εξής : Λουκιανός τάδε πάντα φίλος μακάρεσσι θεοίσιν είδέ τε και πάλιν ήλθεν εήν ες πατρίδα γαίαν.

Οπόταν ο πατέρας μου το στέρξη διά να με αφήση, του είπεν η Βασιλοπούλα, εγώ είμαι έτοιμη να υπακούσω εις την θέλησιν του Καισάγια, μ' όλον πού τέτοιο ταξείδι είνε εναντίον της ορέξεώς μου.

Και ύστερον από πολλές ευγενικές ομιλίες που μου έκαμε, μου εφανέρωσε πως ήτον εθνικός και πως εις το πόρτο του Σουράτ είχεν ένα καράβι εδικόν του, με το οποίον κάθε χρόνον έκανεν ένα μικρόν ταξείδι διά θαλάσσης.

Α! μπρος της θ' ανοίξω όλη μου την καρδιά: Τη μητέρα σου, το ομοίωμά σου». Κατά τις ένδεκα ερώτησε ο Βέρθερος τον υπηρέτη του, μήπως επέστρεψεν ο Αλβέρτος. Ο υπηρέτης είπε «ναι»· είδε το άλογό του να το ξαναφέρνουν κει πέρα. Έπειτα του έδωκε ο κύριός του ένα ανοικτό γραμματάκι που έγραφε: «Θα έχετε την καλωσύνη 'να με δανείσετε τα πιστόλια σας για ένα ταξείδι που σκοπεύω να κάμω; Υγιαίνετε

Ένας λόγοςένας άνδρας! είπεν ο Ρούντυ. «Μην κλαις Μπαμπέττα τον φέρνω τον αετιδέα!» — Θα σπάσης τον λαιμό σου, ελπίζωείπεν ο Μυλωθρός «και θα μας απαλλάξης τότε από της τρεχάλες σου!» «Αυτό εγώ το ονομάζω γενναίον κλώτσο! Τώρα ο Ρούντυ είνε μακρυά και η Μπαμπέττα καίγεται και κλαίει, αλλά ο μυλωθρός τραγουδάει το γερμανικό τραγούδι, που έμαθε τώρα εσχάτως 'στο ταξείδι!

Λέξη Της Ημέρας

μεταβατική

Άλλοι Ψάχνουν