Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
«Δες, έτσι το ψωμί, λαέ, σου δίνουν», τινάζεται άγρια και φωνάζει ο νιος· το στόμα του χέρια βαριά του κλείνουν, κάτω: «ψωμί, ψωμί!» βογκά ο λαός. «Σκορπίστε τους!» ο άρχοντας προστάζει, και στους γονατισμένους τα σπαθιά χιμούν, χτυπούν τυφλά, το αίμα στάζει, γεμίζουν τον αέρα βογκητά.
Και την εφίλησε γλυκά 'ςτά μάτια και 'ςτό στόμα. — Ρώτησα εγώ χίλιους γιατρούς. Κι' αν θέλης για να γειάνω Από τα Μήλα τα Χρυσά να πας και να μου φέρης. Έφεξε η δεύτερη αυγή και πριν να δώση ο ήλιος Καββαλικεύει τ' άλογο και φεύγει ο παντρεμμένος, Και 'πήγε ναύρη τα Χρυσά τα Μήλα να τα φέρη, Για να τα φάη η γυναίκα του να ξαναγειάνη πάλι. 'Στο δρόμο μάγισσα 'ρωτά, πούν' τα Χρυσά τα Μήλα.
Είνε οι πλείστοι εξ αυτών θαμισταί των ωδικών καφενείων, και εξ αυτών εταμίευσεν η μουσική των μνήμη όσα βρυχάται το άμουσον αυτών στόμα.
Δίπλα μας της Μορτσίλιας η νεραϊδοκατοικημένη η σπηλιά, εφάνταξε μες τη φριχτήν ανατριχίλα της νύχτας της τρισκόταδης, ωσάν πελώριο στο βράχο στόμα σκιαχτερό, που εχτυπούσαν τα φτερά τους οι νυχτερίδες μες τους βαριοΐσκιωτους τους θόλους της, κ' έσκουζαν θλιβερά τα μάβρα νυχτοπούλια.
Ο Βινίκιος δεν ήτο ολιγώτερον μεθυσμένος από τους άλλους. Το πρόσωπόν του το μελαψόν είχε γείνει μελανοκόκκινον και με το κολλώδες στόμα του εζήτει να περιπτυχθή την Λίγειαν και έλεγεν εις αυτήν μεγαλοφώνως: — Δος μου τα χείλη σου. Σήμερον ή αύριον τι διαφέρει! Αρκετά επερίμενα. Ο Καίσαρ σε ανέλαβεν από τους Αούλους διά να σε προσφέρη δώρον εις εμέ, Με εννοείς!
Ημείς εμείναμεν και οι δύο άφωνοι· και δεν ημπορούσαμεν ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος, από το παράπονόν μας να βγάλωμεν ένα λόγον από το στόμα μας, παρά από τα σχήματα των οφθαλμών μας εφανερώναμεν τον πόνον του χωρισμού μας.
Ηρώτησε μετά πεποιθήσεως τον νέον μοναχόν ο κυρ-Δημάκης, φαιδρύνων το λιτόν και σαρακοστινόν δείπνον του, και ετοιμαζόμενος να πίη μέγα κρασοβόλιον. — Κατά τον καιρό! Απήντησε ξηρά-ξηρά ο μοναχός σώφρων, ασκητής. — Πώς; εμένα μούπε ο γέροντας πως θαρθή. Ηπόρησεν ο κυρ-Δημάκης μείνας με ανοικτόν στόμα, βαστάζων εις χείρας του ποτήριον, εν ώ ηκτινοβόλει ως βύσσινον ο μαύρος οίνος.
Πληρώνει άρα τον φόρον, αλλά τον λαμβάνει από το στόμα ενός ιχθύος, όπως το μεγαλείον Του αναγνωρισθή.
Όταν κανείς από αυτούς λέγη με το στόμα του ότι υπάρχουν, ή έγιναν, ή γίνονται πολλά, ή έν, ή δύο, και ότι το θερμόν αναμιγνύεται με το ψυχρόν, και εξ άλλου υποθέτη κάποιας συνθέσεις και αποσυνθέσεις, τότε, φίλε Θεαίτητε, δι' όνομα θεού, συ εννοείς καλά τι θέλουν να ειπούν; Διότι εγώ, όταν ήμην νεώτερος, και αυτό που δεν εννοούμεν τόρα το μη ον, οσάκις το έλεγε κανείς, ενόμιζα ότι το εννοώ τελείως.
Έπεσε πάνω μου, ως θύελλα, κιάρχισε να με φιλά αχόρταγα κιατέλιωτα στο στόμα, στα μάγουλα, στα μαλλιά. Και τόσο μέσφιγγε στην αγκαλιά της, που θα πονούσα αν μάφηνε η ευτυχία μου να αισθανθώ πόνο. Έκανε σαν τρελλή και με κάθε φιλί μούλεγε και μια φράση πύρινη. Μια στιγμή μάλιστα, που μούδωκε στο στόμα ένα φιλί, αισθάνθηκα στα χείλη μου και μια ελαφρά δαγκωματιά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν