United States or Kiribati ? Vote for the TOP Country of the Week !


Παρόμοιες μ' αυτούς είνε κ' η γυναίκες τους, με τη διαφορά ότι τούτες καταφορτώνονται από βαριά ασημένια και μαλαμοκαπνισμένα στολίδια από το κεφάλι ως τη μέση κι ότι κάπου κάπου ανάμεσά τους βρίσκεται, σαν την αγράμπελη ανάμεσα στα βάτα, και καμμιά υποφερτή εμμορφιά.

Ο Πτολεμαίος για σεβασμό στη μνήμη των γονιών του, έκτισ' ευωδιαστούς ναούς για δόξα και τιμή τους και με στολίδια ολόχρυσα, στολίδια ελεφαντένια έχει γεμίσει τους ναούς, νάνε βοήθεια σ' όλους.

Όποιος αμελάει το στολισμό της γλώσσας του από τα μέσα που έχει η ίδια για να δείξη της χάραις της, και δανείζεται ξένα και ασυνήθιστα στολίδια, οπού δεν της τεριάζουν, αντίς να την ωμορφήνη, την ασκημαίνει σε τρόπον, οπού την κατασταίνει συχαμερό τέρας, κι οπού με όσα φτιασίδια κι αν την αλείφει, κανενός δεν αρέγει.

Το είδες που το παράσερνε η θάλασσα· με πόσα καλά νομίζεις πως ήτανε γεμάτο; και πόσα ρούχα χαθήκανε μονομιάς; και πόσα στολίδια των σκυλιών; και πόσα λεφτά; μπορούσε κανείς ν' αγοράση τούτα εδώ τα χτήματα, αν τα είχεν εκείνα. Για όλ' αυτά θέλουμε να πάρουμε σκλάβο τούτονε τον κακό γιδάρη, που βόσκει τα γίδια ερχάμενος στη θάλασσα σαν ναυτικός. Τέτοια κατηγορία έκαμαν οι Μεθυμνιώτες.

Δεν επέρασε πολύς καιρός και απέθανε, και έμεινα εγώ με την μητέρα μου, η οποία ευθύς που απόθαψε τον πατέρα μου άφησε το ό,τι και αν είχε, και ανταμώθη με ένα που αγαπούσε, και εμίσευσε διά τας Ινδίας με ένα καράβι πραγματευτάδικο· μα πριν μισεύση αυτή η κακής διαθέσεως γυναίκα, με όλον που ήτον μητέρα μου, με επούλησεν εις ένα πραγματευτήν από σκλάβες, ο οποίος με έφερεν εδώ μαζί με άλλες πολλές, που είχεν αγοράσει διά να τες φέρη εις το σαράγι τούτου του βασιλέως· οπόταν δε είδε τον καιρόν αρμόδιον διά να μας παρουσιάση εις τον βασιλέα, μας εστόλισε με διάφορα στολίδια και φορέματα, και μας έφερεν εις το βασιλικόν σαράγι.

Ο Βασιλεύς τους εδέχθη με πολλήν περιποίησιν, και τους εδιώρισε τα αναγκαία τους κατά πως έταξε και έμειναν πολλά ευχαριστημένοι. Την ερχομένην ημέραν ο Καλάφ ενδύθη τα πλούσια φορέματα που έλαβεν από χειρός του Βασιλέως, με ένα σπαθί πολύτιμον και άλλα στολίδια, ομοίως και μίαν σακκούλαν γεμάτην φλωριά.

Μη γάρ είν' άφευχτο ν' αντραλοθούμε, Εκεί γιορτιάτικοι για να φανούμε; Παρόμιαις πρόληψες για τα στολίδια Μικρών κι' ανήλικων αθρώπων ίδια. Κι' εγώ εκίνησα με τα παλιά μου, Μηδέ καν διάλεξα τα πλιο καλά μου. Ο φίλος πάσκαγε με λόγου κρίσι Τον ισκυρόγνωμο να καταπείση. Χαμένα απόσταινε το λιάραγκά του. Εκείνος ήθελε τη φορεσιά του. Κριτή μ' εζήτησαν ν' αποφασίσω.

Τ' απλωτό τούτο σιάδι είνε ζόρκο από δέντρα και κατασκεπασμένο από ρεπιθέμελα και χαλάσματ' αμέτρητα, από ναούς, από τάφους, από παλάτια, από στέρνες και βρύσες του καιρού των Ελλήνων, των Ρωμέων και των Βυζαντινών κι ολούθε απάνω ξεθάφτονται κάθε τόσο από τον καλόγερο κι από τους χωρικούς σκέλεθρ' ανθρωπινά, παλιές μονέδες και στολίδια ακριβά κι αξετίμωτα.

Όσο εμετρούσε το βιός εκείνος και το έβλεπεν αμέτρητο, τόσο εθλιβόταν που δεν ήξευρε τον κληρονόμο του. Όσο έβλεπεν εκείνη τα ρούχα της, σαμούρια και λαχούρια, τα ολόχρυσα στολίδια της, τόσο εστέναζε που δεν είχε μια κόρη να τα χαρή και να τα ξανανιώση. Και όταν βράδυ έσμιγαν οι δυο τους στην κρεβάτα πόσοι πόθοι και τι καϋμοί σεμνοφτέρωτοι εγοργοπετούσαν γύρω στο πικραμένο το αντρόγυνο!

Την πατρικήν μου οικίαν, τρεις χιλιάδας δραχμάς εισόδημα από δυο αποθήκας και μίαν θέσιν εκατόν εξήντα δραχμών. Πώς λοιπόν ήτο δυνατόν να ζήσωμεν με αυτά αφού η νέα, αν και χωρίς προίκα, ήτο μοναχακόρη καλομαθημένη και αγαπούσε τον καλόν κόσμον, τας διασκεδάσεις, τα στολίδια και τους χορούς; Όσα μου έλεγαν τα εύρισκα όλα σωστά!