Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Έπειτα έρριξε χάμω το ραβδί του, σα νάρριχνε το σπασμένο του σπαθί και μπήκε στο γραφείο ψιθυρίζοντας ακόμα: — Στάχτημπούλμπερη θα τον κάνω· στάχτημπούλμπερη, να μου το θυμάσαι. Ο Δημητράκης τον ακλούθησε με θλιμμένα μάτια ως που έκλεισε πίσω του την πόρτα. Έπειτα σταύρωσε τα χέρια, έγειρε το κεφάλι και κατέβηκε αργά τη σκάλα.

Τότε θα κρεμούσα τα μαλλιά μου απ' το παράθυρο και θα τάκανα σκάλα νανεβή ο αγαπημένος μου... Και όλο έκλαιγε, μέσα στο σκοτάδι. Το βασιλόπουλο τράβηξε κατά τα μάτια του. — Θα πάρω πάλι τα γκρεμνά και τα ποτάμια, θα διαβώ τις θάλασσες και τα βουνά, να φύγω μακρυά απ' την κακιά μου αγάπη. Και τράβηξε πάλι μακρυά απ' το σιδερένιο πύργο.

Όταν συνήλθε με τράβηξε κοντά του. «Αγαπημένε μου ανιψιέ», μου είπε αγκαλιάζοντάς με, «ήρθες σε μένα να πάρεις την θέση του, και θα κάνω ότι περνά από το χέρι μου να ξεχάσω ότι είχα ποτέ ένα γιό που μπορούσε να φερθεί με τέτοιο απαίσιο τρόποΜετά γύρισε και ανέβηκε την σκάλα.

Μερικά σεντούκια κοντά στους τοίχους αραδιασμένα, κανέναν πάγκο παράπλευρα με τον τοίχο κι αυτόνα, δύο τρία σκαμνιά ή καρέγλες, από κείνες με το μονό τακκουμπήδι, τραπέζι, και το κρεββάτι στην κώχη. Σκάλα λιθόχτιστη απέξω, σκαλί κι από μέσα που σανεβάζει στην ίδια την κάμαρα. Κάτω πάλε στο χαμώγι η καθημερινή η ζωή.

Και μετ' ολίγον: — Να ήμαστε το ελάχιστο σε κανένα λιμάνι απόψε, σε καμμιά σκάλα, νάβγω να πάω στην εκκλησιά ταχυά το ψυχοσάββατο! . . . Να σου ανάψω ένα κεράκι το ελάχιστο! . . .

Είχε σπίτια, μαγαζιά, ταβέρνες, αποθήκες· χοντροκαραβοκύρης σωστός. Πηδάω στη σκάλα, σκαρφαλώνω απάνω. Μπρε καλός τον! μπρε καλός των! Ματσμουτσ! Μας παίρνουν τα δάκρυα. Από τα δάκρυα επέσαμε στο τσιμπούκι και τη μαστίχα ώστε να γίνη το φαγί. — Ξέρεις, μου λέγει ο καπετάν Τραγούδας· έχω μέσα και τον ανεψιό μου το Μανωλιό, το παιδί της Ζαφειρένιας!... — Μπα! πού νε το;

Δρόλαπας τον επλάκωσεν ο θυμός. Με τους ίσκιους λοιπόν εμιλούσε τόσην ώρα! Αναψοκοκκίνησεν, ετινάχθηκεν ορθός και αρπάζοντας τη σκάλα ηθέλησε ν’ ανεβή, βρίζοντας θεούς και ανθρώπους. Αλλά οι ναύτες εξύπνησαν τότε, έσκασαν δυνατά γέλοια και ο θερμαστής το πειραχτήριο του Γιανιού, τον ακολούθησε φωνάζοντάς του: — Άλλο ένα Γιαννιέ!... άλλο ένα και σώνει σου!...

Η υπηρέτρα με το πιστικόπουλο τράβησαν το κατακουρασμένο τάλογο, στο κατώγι να το ξεφορτώσουν και να το σηλαρώσουν, ενώ οι τρεις οι καλοκαρδισμένοι ανέβηκαν τη σκάλα μαζύ με τον παπά, και μπήκαν στο δωμάτιο, που είταν το τραπέζι στρωμένο. Οι γάτες είχαν στήσει πανυγήρι από τη στιγμή, που, πέφτοντας οι ντουφεκιές, πετάχτηκαν οι άνθρωποι όξω.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν