United States or India ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα παιδία λαβόντα έν άλλο κηρίον ετράπησαν προς το υπερώον, όπου είχον το δωμάτιόν των, ο δε πατήρ αυτών, κύψας εις την κλίμακα εφώνησε·Θοδωρή! — Ορίστε, αφέντη! — Πήγαινε να πιάσης έν αμάξι . . . μετά μισήν ώραν! — Πες του να περάση και από της Λιζιέ, να μου πάρη ένα ζευγάρι γάντια . . . επτάμισυ αριθμό, άσπρα! εφώνησεν εκ του δωματίου της η κυρία Ευφροσύνη.

Αυτά της είπα και η θεά μ' απάντησεν αμέσως• Θα σου ομιλήσω, ξέν', εγώ με όλη την αλήθεια, συχνάζει εδώ ένας άψευτος γέροντας πελαγήσιος, Πρωτέας ο αθάνατος, Αιγύπτιος, 'που τα βάθη 385 γνωρίζει όλης της θάλασσας, δούλος του Ποσειδώνα. πατέρας μου είναι, ως λέγουσιν, αυτός μ' έχει γεννήσει. καρτέρι εκείνου αν δύνοσουν να 'στήσης και τον πιάσης, τον δρόμο αυτός θα σου 'λεγε, του ταξειδιού το μάκρος, και πώς, το μέγα πέλαγος σχίζοντας, να γυρίσης. 390 και αυτός ακόμη θα σου ειπή, διόθρεπτε, αν το θέλης, ό,τι κακότο σπίτι σου και ό,τι καλό συνέβη, ενώ 'λειπεςτο μακρυνό και δύσκολο ταξείδι.

Έτρεχε· πού να την φτάση! σαν έξυπνος τέλος αλείβεται κ' εκείνος νέφτι. Τόρα την φτάνει και την περνάει. Διαβαίνει από το σπίτι του και βάνει τις φωνές: — Γυναίκα, έβγα να πιάσης το χτήμα κ' εγώ έχω δρόμο ακόμη!... — Ο Κώστας ατάραχος εδέχθηκε του Γαλαξειδιώτη το πείραγμα και τους σαρκασμούς των συντρόφων του.

Όχι, δετη δίνω· είπεν ούτος, φεύγων προ αυτής. — Δος μου τηνΑν με πιάσης. . . Ο Γιάννος και η Μάρω ήρχισαν ήδη διαγράφοντες κύκλους, κατ' αρχάς μεν στενούς, έπειτα ευρυτέρους περί την αυλήν, του μεν φεύγοντος της δε διωκούσης με απλωμένας χείρας.

Τότε ο Καλίφης είπε του Βεζύρη του· έπαρε ευθύς δέκα χιλιάδες καβάλλαν, και σύρε να τους πιάσης και να τους φυλακώσης. Ο βεζύρης υπήκουσε, και εν τω άμα επήρε τους στρατιώτας και εμίσευσεν. Ας ξαναγυρίσωμεν τώρα εις τον Αμπτούλ διά να ιδούμεν την αιτίαν, που δεν τον ηύρεν ο βεζύρης εις το κοιμητήριον, εις το οποίον τον είχον αφήσει.

Αλλά ο Τριστάνος δε βλέπει το αίμα που ξεβρυσάει και κοκκινίζει, τα σεντόνια. Έξω στο φως του φεγγαριού, ο νάνος είδε με τα μάγια του ότι είχαν σμίξει οι αγαπητικοί. Τρεμούλιασε από τη χαρά του, και είπε στο Βασιληά: «Πήγαινε, κι' αν αυτή τη φορά δεν τους πιάσης στα φόρα, κρέμασέ μεΠηγαίνουν λοιπόν στο δωμάτιο, ο Βασιλιάς, ο νάνος, και οι τέσσερες προδότες. Ο Τριστάνος τους ακούει.

Μας είπες χθες πως πηγαίνεις εις την πρωτεύουσα να κυνηγήσης την τύχη, και σήμερις το πρωί εμάθαμεν από μίαν Κίσσαν, ότι παρουσιάζεται μία ευκαιρία μοναδική να την πιάσης από τα γένεια. Ο Βασιληάς, αφού εχήρεψε πρόπερσι, εβαρέθηκε τα μεγαλεία, ταις δόξαις, τα πλούτη και όσα άλλα του ζηλεύει ο κόσμος.

Αλήθεια την έμαθα και εγώ την τέχνην της μαγείας, μα την μεταχειρίζομαι εις άλλα πράγματα ωφέλιμα, όχι εις το να βλάψω τους ανθρώπους, αλλά να τους συντρέξω, μα επειδή και η αδελφή μου δεν είναι εδώ διά την ώρα, έχω επιθυμίαν να κάμω ένα καλόν σήμερον. Πήγαινε λοιπόν να πιάσης ένα από αυτά τα ελάφια, και να μου το φέρης εις το χοντζερέ μου το συντομότερον. Και έτσι λέγοντας, εμπήκε εις το παλάτι.

Β’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Αλλ' αυτός είναι ο νόμος; Α’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Βεβαιότατα, είναι του βασιλικού κριτού ο νόμος. Β’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Θέλεις να πιάσης την αλήθειαν; Αν αυτή δεν ήταν αρ- χοντοπούλα, θα την έθαπταν έξω από τον τόπον των Χρι- στιανών.