Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025


Ο Σβεν ήξερε καλά πως δεν έπρεπε να έχη ποτέ φόβο από τη μαμά, αυτή τη φορά όμως έχασε το θάρρος. Γιατί τώρα θυμήθηκε που του είχε πει πως θα τον δείρη κι όταν αντίκρυσε τον μπαμπά, τον έπιασε αμέσως τρόμος. Γιατί ο μπαμπάς φαινότανε σοβαρός κ' είπε με πολύ αυστηρό τόνο: — Τώρα πρέπει να πάρουμε το ξύλο, Σβεν. Γιατί, καθώς θυμούμαι, σου το έταξε η μαμά.

Εδώ σκοντάφτεις στο δρόμο που περπατάς μέρα μεσημέρι. Όχι στη θάλασσα, στα σκοτάδια και στις καταχνιές. Κι' άρχιζε πάλι ατέλειωτες ιστορίες. Τελειωμό δεν είχε. Εκατό φορές τα είχε πει και ξαναπεί και πάλι άρχιζε ξαναρχής. Και τη Γοργόνα ακόμη και τη Γοργόνα την είχε δει. — Ο Θεός με φώτισε, παιδί μου. Καθόμουνα απάνω στο κάσσαρο. Ταξιδεύαμε πρίμα. Μια βραδυά χαρά Θεού.

Ναι μεν ο Θεός δε θέλει την απληστία και την προσήλωση στα εγκόσμια, αλλά μήπως πάλι το τροπάρι δε λέη: «Τα καλά και συμφέροντα... παρά του Κυρίου αιτησόμεθα »; Και δος του γράμματα απάνω σε γράμματα ο παπάς. Η Αννίτσα ξαφνίστηκε στην αρχή. Πολλές φορές της είχε πει η ψυχομάννα της γι' αυτό το ταξίδι, μα πρώτη φορά της μιλούσε τόσο αποφασιστικά. — Να πάμε, παιδί μου, να πάμε.

Όταν ήρθε την τελευταία φορά να μας πει πως παντρεύεται την Γκριζέντα και να συμβουλεύσει τη Νοέμι να δεχτεί τον Πρέντου, τον έδιωξε και ήταν τρομερή, όπως την είδες τώρα. Κι εκείνος έφυγε κλαίγοντας.

Ό,τι κι αν θέλουμε να πούμε, μ' αυτή θα το λέμε. Όποιος λέει πως μας χρειάζεται άλλη γλώσσα, καλλίτερη, λέει ψέματα. Το κράτος δε θα προκόψει με τα σκολειά και ταρχαία γράμματα. Με το να λέμε και να ξαναλέμε πως ο Περικλής είταν παπούλης μας, και πως είτανε μεγάλος άνθρωπος, δεν πάει να πει πως κ' εμείς είμαστε ή γινήκαμε μεγάλοι. Το κράτος θέλει στρατό και στόλο. Τάλλα όλα είναι κουρουφέξαλα.

Κι' η αργυρόποδη θεά της απαντάει, η Θέτη «Και τι με θέλει, αφτός θεός μεγάλος; Τι δειλιάζω 90 θεούς να σμίγω, κι' αχ με τρων τόσα σκουλήκια εμένα. Μα ας πάω! Το λόγο του, ότι πει, δε θαν τον πει του κάκουΈτσι είπε η σεβαστή θεά, και παίρνει μια της μπόλλια μάβρη, που πιο βαθύ σκουτί δεν είχε ο κόσμος άλλο.

Η όψη του Έφις άστραψε. Κάτι θέλησε να πει κι εκείνος, αλλά ακούστηκε ν’ ανοίγουν από μέσα την εξώπορτα και ο ντον Πρέντου απομακρύνθηκε χωρίς να στρέψει, προσπαθώντας να κρυφτεί στον τοίχο. Κεφάλαιο δωδέκατο Προς μεγάλη έκπληξη του Έφις η ντόνα Έστερ συναίνεσε στις προτάσεις του ξαδέλφου της. Έτσι, το κτηματάκι πουλήθηκε και η συναλλαγματική πληρώθηκε.

Αμέσως ο βαστάζος που κατάλαβε ότι αρκούσε μόνο να πει την ιστορία του για να ελευθερωθεί από τον φοβερό κίνδυνο, την διέκοψε, Κυρία μου, ξέρεις ήδη γιατί είμαι εδώ, και αμέσως θα διηγηθώ ότι έχω να πω. Η αδελφή σου με βρήκε σήμερα το πρωί στο μέρος όπου στέκομαι πάντα, περιμένοντας να με προσλάβουν.

Τότε ο λεβέντης Έχτορας γυρίζει και του κάνει 520 «Πάρη, κακό δε θα σου πει κανείς με δίκια γνώμη, να θε σε δει στον πόλεμο, γιατί είσαι παλικάρι. Μα αφίνεις μόνος και δε θες.

Η Νοέμι όμως είπε με πίκρα, σφίγγοντας λίγο τις γροθιές και απλώνοντάς τες προς τον Έφις: «Από τη στιγμή που ήρθε δεν κάνει άλλο από το να μην μας σέβεται. Μάλιστα, ήρθε χωρίς να μας πει τίποτα… Μόλις έφτασε άνοιξε παρτίδες με όλους εκείνους που μας περιφρονούν. Έπειτα άρχισε τους έρωτες με ένα κορίτσι από το χειρότερο σόι του χωριού. Μια που πάει ξυπόλυτη στο ποτάμι!

Λέξη Της Ημέρας

αναστασίας

Άλλοι Ψάχνουν