Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025


Κι ο Δάφνης, αφού αφιέρωσε το δικό του το μικρό στον Πάνα κ' εφίλησε τη Χλόη, σαν να τήνε βρήκε ύστερ' από αληθινή φευγάλα, εγύριζε το κοπάδι στη στάνη παίζοντας το σουραύλι.

Κι όταν από όλ' αυτά έγιναν πιο ζεστοί και πιο ζωηροί, αρχίζουνε να μαλώνουνε σαν ερωτευμένοι και σε λίγο κατάντησαν και στους όρκους. Ο Δάφνης λοιπόν, αφού πήγε κάτω από το πεύκο, ορκίστηκε στον Πάνα να μη ζήση ποτέ μονάχος μήτε μια μέρα δίχως τη Χλόη. Κ' η Χλόη αφού μπήκε στη σπηλιά ορκίστηκε στις Νύμφες, ότι θα ζήση και θα πεθάνη μαζί με το Δάφνη.

Εσύ λοιπόν για τόνομα των Νυμφών κ' εκείνου του Πάνα, αφού μπης στη λαγκάδα, σώσε μου τη χήνα· επειδή φοβάμαι μονάχη μου να μπω. Κ' ίσως να σκοτώσης και τον ίδιο τον αετό και να μη σας αρπάξη κ' εσάς πια πολλά αρνιά και κατσίκια· και το κοπάδι ως τότε θα το φυλάξη η Χλόη· τήνε γνωρίζουνε βέβαια τα γίδια, γιατί πάντα βόσκει μαζί σου.

Ήταν, αγάπη μου, μια κόρη όμορφη σαν κ' εσένα και που στην εδική σου την ηλικία έβοσκε βόιδια πολλά· τραγουδούσε κι όμορφα και τα βόιδια της ευχαριστιόνταν με το τραγούδι της· και τα έβοσκε χωρίς αγκλίτσας χτύπημα, χωρίς βουκέντρας κέντημα, μόνο, καθούμενη κάτω από πεύκο και φορώντας στεφάνι πεύκινο, τραγουδούσε τον Πάνα και το Πεύκο. Και τα βόιδια με το τραγούδι έμεναν κοντά της.

Τότε ο Δάφνης αφού μάζεψε όλα τα τσοπάνικα πράματά του, τα εμοίραζε σαν τάματα στους θεούς· στο Διόνυσο αφιέρωσε το ταγάρι και το τομάρι· στον Πάνα το σουραύλι και το παγιαύλι· στις Νύμφες την αγκλίτσα και τα καρδάρια, που τάχε φτιάσει ο ίδιος.

Μα και τώρα έχουμε φροντίσει εμείς για κείνη να μη την πάνε σκλάβα στη Μέθυμνα, μήτε να γίνη μερτικό από τα πλιάτσικα των εχτρών. Και τον Πάνα εκείνο, που είναι στημένος κάτω από το πεύκο και που εσείς μήτε με άνθη τον ετιμήσατε, τον παρακαλέσαμε να βοηθήση τη Χλόη, επειδή είναι συνηθισμένος με τους στρατούς περισσότερο από εμάς κ' έχει κάνει πολλούς ίσαμε τώρα πολέμους, αφίνοντας τις εξοχές.

ΘΥΡΣΙΣ Κάθεσ' εδώ, γιδοβοσκέ, να παίξης τη φλογέρα; όσο θα παίζης, ξέννοιαζε, σου βόσκω εγώ τα γίδια. ΓΙΔΟΒΟΣΚΟΣ Δεν πρέπει σε κανένα μας να παίζη τη φλογέρα τώρα καταμεσήμερα· φοβώμαστε τον Πάνα. Την ώρ' αυτή κατάκοπος απ' το πολύ κυνήγι κοιμάται κι αναπαύεται· κ' είνε πικρός, αλήθεια, είνε πικρός και πάντα του στάζει χολή απ' τη μύτη.

Άραγε να τον πέταξε κι αυτόν κανένας σαν τη Χλόη; Άραγε να τόνε βρήκε κι αυτόν ο Λάμωνας, όπως εγώ τη Χλόη; Άραγε να ήτανε κοντά του και σημάδια όμοια μ' εκείνα που βρήκα κ' εγώ; Αν είναι έτσι, ω αφέντη Πάνα κι αγαπημένες Νύμφες, χωρίς άλλο αυτός άμα βρη τους εδικούς του, θα βρη και κάτι από το μυστικό της Χλόης. Τέτοια στοχαζότανε μονάχος του κι ονειρευόταν ίσαμε τ' αλώνι του.

Την πρώτη μέρα που ήλθε έκαμε θυσία στους θεούς, που διαφέντευαν την εξοχή· στη Δήμητρα και στο Διόνυσο και στον Πάνα και στις Νύμφες· έκαμε και τραπέζι σ' όλους, που ήταν εκεί. Κατέβηκε ύστερα και στο κοπάδι για να ιδή και τα γίδια και το βοσκό. Η Χλόη έφυγε στο δάσος, επειδή ντράπηκε κ' εφοβήθηκε τόσον κόσμο.

Κ' οι αυλές και τ' απομέσα καταστόλιστα όλα μ' αγάλματα διαλεγμένα από της πιο περίφημες Ελληνικές και Μικρασιατικές Πολιτείες, όσα δεν είχαν οι παλαιικώτεροι Ρωμαίοι μεταφερμένα στη Ρώμη. Εκεί έφερε ο Κωσταντίνος την πανώρια την Αθηνά της Λίντος, την Αμφιτρίτη της Ρόδος, τον Πάνα πούστησαν οι Αθηναίοι ύστερ' από τον ξολοθρεμό του Ξέρξη, και το Δία της Δωδώνης.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν