Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Ποιος θα με βαστούσε εμένα, αν είμουνα Παναγιά; Και τι τάχα; Τέτοιες αρρώστιες θα γιάτρεβα μόνο; Θα γιάτρεβα, παιδιά μου, και τις αρρώστιες της ψυχής.

Και σαν άρχισε να φαίνεται η πόλη καθώς δηγούνται πως την ονειρεύτηκε τον καιρό που τηνέ χάραζε ο Κωσταντίνος, από γριά δηλαδή μεταμορφωμένη σε πεντάμορφη παρθένα, γιορτάστηκαν τα γεννητούρια της με βασιλική λαμπρότητα τις 11 του Μάη 330. Αφού άγιασαν τα παλάτια οι Αρχιερέοι, έσυραν και λειτουργήσανε στην Αγιά Σοφιά, κι αφιέρωσαν την πόλη στην Παναγιά.

Και αν πρότερον αι άλλαι γυναίκες, λέγουσαι «Νεράιδες», εννόουν πτωχάς τινας νεάνιδας, καταδικασμένας υπό της σκληράς μοίρας να διέρχωνται τον βίον των εις τα ρεύματα και τα δάση, ανυπόδυτοι, εντός ακανθών και τριβόλων συνάζουσαι τον ξηρόν άρτον, την μόνην ευσπλαγχνίαν της πενομένης ζωής των, άνευ ελπίδος αποκαταστάσεως και άνευ μέλλοντος, ήδη εννόουν ωραίας και ξανθάς αδελφάς, ευλογημένας υπό του Θεού, πλήρεις ελπίδων, μ' ευγενή κ' ευσεβή την καρδίαν, ων το λαμπρόν μέλλον αυτή η Παναγία διά χρυσών γραμμών προδιέγραψε.

— Μ' ένα καλαθάκι σταφύλια, παιδί μου, διηγείτο η γραία, μ' ένα καλαθάκι διαλεχτά σταφύλια, ραζακιά, φιλέρια και μαυροκουρούναις. Δεν εγύρεψε τίποτα, παιδί μου. Χρυσός άνθρωπος ο Λαλεμήτρος. Μάλαμα άνθρωπος· σαν την χρυσή καδένα του ρολογιού του. — Λένε πως τώκαμες μάγια, με τα σταφύλια, παρετήρησε τότε μετά πικρίας η γειτόνισσα. — Χριστός και Παναγία!

Τέλος έκανα καραβάκια, και καραβάκια περίτεχνα τόρα, με κατάρτια πριναρίσια με παλαμάρια και πανιά και με την πύρινη φαντασία μου που το έκανε μπάρκο τρικούβερτο. Εγύρισα πάλι στα πρώτα χρόνια μου. Η Μαριώ μ' έβλεπε κ' έκανε τον σταυρό της. — Παναγία μου, παλάβωσε ο άντρας μου! έλεγεν ανήσυχη.

Να ζήσουν τα παιδιά μας ! να ζήσουνε ! και με γιους ! . . . — Μακάρι Παναγιά μου, μακάρι· και σταρχοντόπουλά σας ! τους εύχονταν οι Μαλαματένιοι. Τρέχανε κ' οι δυο από παρέα σε παρέα, έπαιρναν κ' έδιναν ευκές, κουβαλούσαν φαγιά, κρασιά ό,τι ζήταγαν. Φρόντιζαν να μη φύγη παραπονεμένος κανείς. Ο γέρος κάπου κάπου τράβαγε και κανένα κρασάκι· η γριά θύμωνε και μουρμούριζε·

Για κάτι άλλα θυμώνω, για κάτι δεισιδαιμονίες, για κάτι συνήθειες, ίσως για τα τηνιακά Καταστήματα, γιατί έτσι λεν εκεί την εκκλησιά, όχι όμως για την Παναγιά, που δε μου έκαμε και κανένα κακό. Οι παππάδες το κατάλαβαν και για τούτο παντού με φιλοξένισαν και θα με φιλοξενίσουν ακόμη. Και γω πάλε, άμα διώ παππά, ξανοίγει η καρδιά μου. Και κει που βλέπω παππάδες, αμέσως ξέρω πως θα καλοπεράσω.

Ο Καραϊσκάκης ήταντο μοναστήρι της Τατάρνας. Μπήκετην εκκλησιά και προσευχήθηκε·Τώρα θα σε ιδώ, Μαυρομάτα· αν νικήσωμε, θα σε προσκυνώ για Παναγία, ειδέ . . . Κ' έκοψε το λόγο του, πριν τον τελειώση. Τότε έπιασε τον Αϊβλάση. Άμα ζύγωσαν οι Τούρκοι, ο Καραϊσκάκης γνώρισε το μπροστινόν, γιατί τον ήξερε από τα Γιάννινα·Καρτέρα με, Ισλιάμ Μπέντο! του φώναξε.

Δική της ήτον η φωνή που άκουσε η Λιόλια μες τον ύπνο της ή της Βεργινίας πούχε κατεβή από το κρεββάτι της κ' είχε ανοίξει σιγαλά την ακκουμπησμένη πόρτα ; Παναγία μου!

Μια μεσόκοπη γυναικούλα τρομασμένη, κίτρινη, με ξέπλεκα μαλλιά μ' ένα ξετραχηλισμένο ξεθηλύκωτο πολκάκι που μπρος φαίνουνταν τα μαραμένα κίτρινα βυζιά της, νερουλά κρεμασμένα ως κάτω σα βυζιά αγελάδας, μ' ένα κοντοφούστανο, με γυμνά ξυπόλητα καλαμένια ποδάρια. — Τι είνε;, τι είνε; Χριστέ και Παναγιά μου.... Μπα! μου κόπηκε το αίμα μου!...

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν