United States or Isle of Man ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα και γι' αυτό ακόμα πρέπει να χαντακωθούν. Πώς θα ζήσουν οι άλλοι; Ώστε το Τούρκικο το κράτος δε θα γίνει με τον καιρό Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Και είναι όχι περιττό, μα βλαβερώτατο, για το έθνος, να κατασκορπά την ενέργεια του δεξιά κι' αριστερά, άσκοπα. Και να γιατί πάει η Μεγάλη Ιδέα!

Κι' απάνου απ' το κεφάλι του πάει στέκει και του κάνει «Γέρο, το βλέπω, οι συφορές δε σε τρομάζουν, που έτσι κοιμάσαι ακόμα από πολλούς οχτρούς τριγυρισμένος, τι ο Αχιλέας σ' άφισε. Και τώρα ναι τον πήρες 685 το γιο σου αδρά πλερώνοντας, μα εσένα ο Αγαμέμνος κι' οι Δαναοί αν σε νιώσουνε, σαν τρίδιπλα οι δικοί σου οι γιοι ίσως δώσουν, ζωντανό για να σε πάρουν πίσω

Κύτταξε πώς σ' έκαμε το βρωμόπαιδο, παρατηρεί ο Κύριος Παρδαλός, ούτινος το βαλάντιον ιδίως συνεκίνει περισσότερον η γενομένη καταστροφή. — Πάειτην οργή φόρεμα τριακοσίων δραχμών . . . — Όχι δα! καθαρίζεται, πιστεύω . ., — Παστρεύει, πατέρα, παστρεύει, υπολαμβάνει εμβριθώς ο Γιαννάκης· να, με λιγάκι ψωμί να το τρίψη . . .

Κόλπος τούρθε τότε του βαριόμοιρου Ζώη. Πάει το πλειότερο το βιο του. Τώφαε και το επίλοιπο η αρρώστεια κ' η λεχωνιά της γυναίκας του, που τράβηξε χρόνον καιρό, κι όπου τη γκρέμισε κι αυτή μέσα στον τάφο μαζί με το παιδάκι της. Πέθανε σε κάμποσον καιρό ύστερα κ' η μαύρ' η μάνα του.

Μον ίσα τώρα απάνου του τραβάμετα κοντάρια μη λυπηθείςκι' ας δούμε δα, :θα σφάξει εδώ τους διο μας και ματωμένα λάφυρα θα πάει στα τρεχαντήρια, 245 ή και θα πέσει πρώτα αφτός απ' το βαρύ σου τ' όπλοΈτσι είπε, και με πονηριά τραβάει ομπρός η πρώτη.

Τι είμαστε ως γιοι πριν δώδεκα του γνωστικού Νηλέα, κι' ενώ μονάχα απόμενα κι' όλοι είχαν πάει οι άλλοι. Για αφτό οι χαλκόφραχτοι Επειγοί πολύ είταν ξεπαρμένοι κι' άδικες έπαιζαν δουλιές, σαν που μας αψηφούσαν. 695 Και πήρε τότε ο γέροντας βοδιών κοπάδι, κι' άλλο μεγάλο αρνιών, διαλέγοντας τρακόσα και τσοπάνους.

ΠΑΡΘΕΝΙΣ. Ο στρατιώτης ο Αιτωλός εκείνος ο αψηλός, ο αγαπητικός της Κροκάλης, μ' εκτύπησε, γιατί μ' ευρήκε στης αγαπητικιάς του, όπου με είχε πάει με πληρωμή να παίξω ο Γόργος ο αντεραστής του. Αυτός μούσπασε τους αυλούς. Ενώ διεσκέδαζαν και εγώ έπαιζα, ώρμησε μέσα ο Αιτωλός, μου άρπαξε τους αυλούς και τους τσάκισε, αναποδογύρισε το τραπέζι και έχυσε το κρασί.

Μια φορά έγραψε ότι σπούδαζε, μια άλλη φορά ότι ήθελε να πάει στο ναυτικό, και μια φορά ακόμη ότι είχε βρει δουλειά. Μετά ανήγγειλε το θάνατο του πατέρα του, μετά το θάνατο της μητέρας του και στο τέλος εξέφρασε την επιθυμία να τις επισκεφθεί και να μείνει μαζί τους, εάν εύρισκε δουλειά στο χωριό.

Προσέθεσε: «Φίλε, πήγαινε να βρης τον Τριστάνο στο μεγάλο παραμελημένο δρόμο που πάει από το Τινταγκέλ στο Σαιν-Λουμπέν. Να του πης πώς δεν τον χαιρετώ, και μη τολμήση να με πλησιάση γιατί θα βάλω τους υπηρέτες και τους βαλέδες να τον πετάξουν όξω». Ο Περινίς έψαξε και ηύρε τον Τριστάνο και τον Καερδέν· τους είπε το μήνυμα της Βασίλισσας.

Πάει ο χορός στρωτός-στρωτός και το τραγούδι αγάλια: — Όλαις η κόραις τον γιαλού, η ώμορφαις Νεράιδες, Όλαις μαραίνουν λεβεντιαίς, μαραίνουν παλληκάρια, Και δεν φοβούνται γηρατειά και δεν φοβούνται χάρο. Κ' εμένα μ' εβαλάντωσε, με μάραν' η αγάπη, Μ' εμάραν' ένας κυνηγός κ' ένας καλός λεβέντης, Με το γραμμένο του κορμί με τη γλυκειά φωνή του.