Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουλίου 2025


Αλλά μονάξιας ερημιά παρόμια να υπομένη Βαρέθηκε ως το ύστερον πολύ περιορισμένη· 40 Κι' αποφασίζει μιαν αυγή ν' αφήκη τέτοιους τόπους, Να πάη να ζήση, ως άλλοτε, μαζή με τους ανθρώπους, Οχ το πουρνό λοιπόν αυτή σε σταυροδρόμι βγαίνει, Στον κόσμο φανερόνεται, στον κόσμο πάλι μπαίνει. Μον εβουλήθη ολόγυμνη τα κάλλη κι' ωμορφιά της, 45 Να δείξη δίχως σκέπασμα, ως ήταν μάθημά της.

Μια κόρη μ' εβαλάντωσε, μια κόρη, ... ανάθεμά την! — Και ποια είν' εκείνη πώρριξε του γυιού μου την αγάπη; — Η ζηλεμμένη Αναστασιά κ' η μοναχή της χήρας. Την αγαπούσ' από μικρή και τώκρυφτα βαθειά μου, Ούτε 'ςτ' αστέρια τώλεγα, ούτε και 'ςτό τραγούδι, Μόν' καρτερούσα μάνα μου, τόσον καιρό μ' ελπίδα.

Ούτε ιστορήθηκε σε υφαντήν εικόνα, ούτε λόγος στάθηκε, πως ποτέ η ζωή ευτυχής εγίνηκε των παιδιών, που ως τώρα στους θνητούς οι αθάνατοι τα 'δοσαν θεοί. * Προς αποφυγήν μονοτονίας εις την απαγγελίαν, κατά την παράστασιν, μόν' ο χορός να διαιρήται εις δύο• εκάστου δε τμήματος αι Κορυφαίαι να εναλλάσωνται κατά την εν τω κειμένω μου υπόδειξιν. ΙΩΝΧΟΡΟΣ ΘΕΡΑΠΑΙΝΩΝ και μετά μικρόν ΞΟΥΘΟΣ.

Τότε ο Πρασσάτος άξαφνα οχ το πλευρό τους βγαίνει, Στον Ψωμοφάγο ρίχνοντας, μον δεν τον πιτυχαίνει· Τι ο Βασιλιάς επρόφτακε, και τ' άρμα οπίσω αμπόχνει 545 Κρυμμένος στην ασπίδα του· και το κακό αποδιόχνει· Σε τούτο ο Φουσκομάγουλος απέκει σκαπετάει· Στης λίμνης τα κατάβαθα γλυτρόνοντας πηδάει·

Θέλει ο Γέροντας να ειπή· Η φωνή του είχε κοπή, Δεν μπορεί ν' ακολουθήση, Μήτε λόγο να μιλήση. 610 Οι υγοί του τον κρατάν· Του φωνάζουν· τον ρωτάν· Μον ο γέρος τελειόνει Τη ζωή του, και νεκρόνει. Του πατρός τους το χαμό 615 Με καρδιάς πολύν καϋμό Τα ορφανά παραπονιούνται, Και σε κλάυματα κινιούνται·

Κάνε όπως θες! μα κοίταζε μη βγάλει αφτή η διχόνια ανάμεσό μας έπειτα καμιά μεγάλη αμάχη. Μα άκου, ένα λόγο θα σου πω και να μου τον θυμάσαι. Σαν κάνω απόφαση κι' εγώ και θέλω να χαλάσω 40 κάστρο κανένα όπου ίσως ζουν αθρώποι αγαπητοί σου, να μη μου φέρνεις στο θυμό αμπόδια, μον ν' αφήκεις. Σούδωκα θέλοντας κι' εγώ, και μ' άθελα όμως σπλάχνα.

Μα τώρα πριν σηκώθηκε και να με βρει ήρθε πρώτος, κι' εγώ ίσα ίσα αφτούς που λες τον έστειλα να κράξει. 125 Μον πάμε, κι' όλους στα πορτιά θα σμίξουμε τους άλλους με τους φρουρούς μαζί, τι εκεί να συναχτούν τους είπαΤότες του λέει ο Νέστορας, ο γερο-αλογολάτης «Έτσι δε θα στραβοθωράει κανείς μας μες στ' ασκέρι, όχι δε θαν του λέει κανείς σα βγαίνει και προστάζει130

Ύστερα από ταύτην την ομιλίαν επλάγιασαν να κοιμηθούν, μον' ο Λογιότατος επεδεύτηκε πολλήν ώραν με τους συλλογισμούς του, και μελετόντας τα λόγια του Γέροντα, έως οπού να ημπορέση ν' αποκοιμηθή τέλος πάντων.

Των παθών μας η ορμή Είναι η πρώτη αφορμή Σ' όσα ενάντια μας τυχαίνουν· Δυστυχείς μας καταστένουν· Αν μετράγαμεν πολλά Θέλα κρέναμεν καλά Κάθε τέλος του σκοπού μας, Μ' ώφελος του εαυτού μας· Μόν του πόθου η υπερβολή, Κι' η αστόχαστη βουλή Την καρδιά μας κυριεύουν, Σ' ατυχίαις μας πεδεύουν· Εις του πόθου το βρασμό Στέκα σε συλλογισμό, Μη η βια σε καταφέρη, Κάμης ό,τι δε συμφέρει.

Σε δάφτους πήγε κι' έκραξε ναν τους φιλοτιμήσει «Ακούστε, γείτονες βοηθοί που μούρθατε κοπάδια, 220 εγώ λαό δε γύρεβα, μήδε έθνος μούχε λείψει, κι' εδώ όλους απ' τους τόπους σας σας μάζεψα έναν έναν, Μον για να σώστε πρόθυμοι των Τρώων τις γυναίκες και τα παιδιά τ' ανήλικα απ' των οχτρών τα νύχια.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμβαλλόμεναι

Άλλοι Ψάχνουν