United States or Canada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε κρατούμενος από εκείνο το ξύλον επήγαινα όπου με έφερε το κύμα· επέρασα το επίλοιπον εκείνης της ημέρας, και την ερχομένην όλην νύκτα παλαίοντας με τα κύματα της θαλάσσης· απελπίσθηκα και καρτερούσα τον θάνατον, μη έχοντας πλέον ελπίδα σωτηρίας· όταν, προς την αυγήν βλέπω ότι ήμουν πλησίον εις ένα νησί και ένα κύμα αιφνίδιον με έρριψεν εις το περιγιάλι.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ και κατά μικρόν αι ΓΥΝΑΙΚΕΣ Α', Β', Γ, Δ'. κλπ. Α' ΓΥΝΗ Ε! ώρα να τραβήξουμε λοιπόν για τη Βουλή• τώρα για δεύτερη φορά ο πετεινός λαλεί. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Εγώ σας καρτερούσα, κι' ολονυχτής τα μάτια μου να κλείνω δεν μπορούσα.

Και μου είπε· Σάτυρέ μου, Με γνώσι σε θαρρούσα, Μηδέ ήλπιζα ποτέ μου, Μηδέ το καρτερούσα, Χωρίς να συλλογέσαι, Μ' εμένα να μετριέσαιΘαρρείς σαν ονειδίζεις Των αμαθών το πλήθος, Μπορείς εσύ να γγίζης Και φιλοσόφων ήθος, Με όλα τα σωστά σου! Σιώπα, κι' αφηκρά σου. Και μάθε, πως η φύση Αδιάφορη μητέρα Χωρίς ν' αναμερήση Στη γη και στον αγέρα Κανένα απ' όσα φέρει, Στον κόρφο της τα σέρει.

Μια κόρη μ' εβαλάντωσε, μια κόρη, ... ανάθεμά την! — Και ποια είν' εκείνη πώρριξε του γυιού μου την αγάπη; — Η ζηλεμμένη Αναστασιά κ' η μοναχή της χήρας. Την αγαπούσ' από μικρή και τώκρυφτα βαθειά μου, Ούτε 'ςτ' αστέρια τώλεγα, ούτε και 'ςτό τραγούδι, Μόν' καρτερούσα μάνα μου, τόσον καιρό μ' ελπίδα.