Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025


Δε φταίμε· η μοίρα και τρανός θεός θα σ' αφανίσει. 410 Τι μήτε απ' όκνο κι' άργητα δική μας του Πατρόκλου του πήραν τότες τ' άρματα απ' το κορμί του οι Τρώες. Τρανός θεός τον έφαγε στων μπροστινών τη μέση, του Δία ο γιος και της Λητός, και δόξασε τους Τρώες.

Ωνειρεύετο, φευ! ό,τι δεν του εχάρισεν η μοίρα να ίδη πραγματοποιούμενον. Ωνειρεύετο τα Γ ι ά ν ν ε ν ά του ελεύθερα· ωνειρεύετο νέον προσκύνημα εις την ηρωικήν εκείνην γην, της οποίας υπήρξεν ο ψάλτης· ωνειρεύετο ά σ μ α κ α ι ν ό ν ως τέρμα των παλαιών του ασμάτων, ωνειρεύετο να εορτάση το Πάσχα εκεί, όπου ενηστεύθη τεσσάρων αιώνων τεσσαρακοστή.

Ναί, εμένα η έρμα η Μοίρα μου με σκότωσε κι' ο Φοίβος κι' από θνητούς ο Έφορβος· ύστερα εσύ ήρθες, τρίτος. 850 Μα άκου, ένα λόγο θα σου πω και να μου τον θυμάσαι. Καιρό κι' εσύ δε θα χαρείςκαι ξέρε τοτι σ' έχει από κοντά πια η Μοίρα σου κι' ο θνητοφάγος Χάρος, π' από το χέρι είναι να πας του ξακουστού Αχιλέα

Και με κοιτάζει με φλογισμένες ματιές. Είμουν ακόμα πιο μπόσικος απ' ό,τι θάρρεψα! Ολότελα σάστισα τώρα. Την έβλεπα, και δεν ήξερα τι να της πω. — Πιστεύεις τις Ατσιγγάνες; με ρωτάει πρι να της μιλήσω. Ήρθε μια στην πόρτα μας σήμερα, και την έβαλα να μου πη τη μοίρα μου.

Τότε ο γοργός τ' απάντησε γιος του Πηλιά και τούπε 606 «Φοίνικα, γέρο μου νουνέ, τιμές εγώ δε θέλω· τιμή θαρρώ πως μούδωκε, όση μου πρέπει, η Μοίρα. Μον άλλο λόγο θα σου πω, και πρόσεχε ν' ακούσεις. 611 Με γκρίνιες και με στεναγμούς μη μου χαλνάς τα σκώτια, για ναν του κάνες δούλεψη. Και τήρα καμιάν ώρα, αγάπη αν τούχεις, μη γενεί αποστροφή η δική μου.

Τώρα καιρός είνε να σου σηκώσω το βάρος, παπά μου. Θα γυρίσω στο νησί! είπε. — Τι να κάνης στο νησί; τη ρώτησε φλομωμένος ο παπάς. — Αυτό το ξέρω εγώ και η Μοίρα μου! είπε η Ταρσίτσα καταπίνοντας τα δάκρυά της. Είνε κι' άλλες απελπισμένες, με τη μαύρη τη μανδήλα, στην Υπαπαντή. Σηκώθηκε και τράβηξε στην κάμαρή της, κρατώντας τον τοίχο να μην πέση.

ΠΛΟΥΤ. Νέους νόμους θέλεις να εισαγάγης, Τερψίων, ώστε ο μη δυνάμενος να μεταχειρισθή τον πλούτον προς τέρψιν ν' αποθνήσκη• αλλ' η Μοίρα και η φύσις άλλως ώρισαν.

Στρέψου και γύρα κύταξε, φτωχό μου Μεσολλόγι, Το πέσιμό σου πώς το κλαίν' βουνά, ουρανός και λόγγοι· Κ' ημείς οι δόλιοι πούχαμανεσένα κάθε ελπίδα Σε κλαίμε, γέροι και παιδιά, σε κλαίει όλ' η πατρίδα. Τη θέσι σου σου ζήλεψε, σου ζήλεψε τα νηάτα, Κι' αυτή η Μοίρα η φθονερή και σ' άλλαξε τη στράτα, Κι' αντίς να ξαναπαινεθής, να διώξης τον οχτρό σου, Σον 'τοίμασε το θάνατο αυτή, το πέσιμό σου.

Και σαν την είδε κι' έκλαιγε, την πόνεσε η ψυχή του, και τρυφερά τη χάιδεψε και με καημό της είπε 485 «Μη μου βαριοπικραίνεσαι, γυναίκα, και κανένας, αν δεν το γράφει η μοίρα μου, στον Άδη δε με στέλνει. Ειδέ απ' το ριζικό κανείς δε θα σωθεί ποτές του, θες αντριωμένος θες δειλός, μιας που βρεθεί στον κόσμο.

Μη μου το πάρης τουλάχιστο! Θα σου ανάβω ένα κερί κάθε μέρα ως που να μεγαλώση. Δε φταίμ’ εμείς!-η Μοίρα μας έτσι το θέλησε.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν