Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Ο Έφις, ντυμένος κι εκείνος όπως οι άλλοι ζητιάνοι, έσερνε πίσω του τους δυο τυφλούς και του φαινόταν πως ήταν η μοίρα του η ίδια: το έγκλημα και η τιμωρία του. Δεν τους αγαπούσε, αλλά τους ανεχόταν με άπειρη υπομονή. Κι εκείνοι δεν τον αγαπούσαν, αλλά ζήλευαν ο ένας τον άλλο για την προσοχή που τους έδειχνε, και καυγάδιζαν συνέχεια.
Και παρέκει στο δρόμο συναγμένος σ' ένα βήμα ολοτρόγυρα ο λαός, αχνός ακούει, βουβός και τρομαγμένος πως μιλεί ένας της χώρας διαλεχτός. «Αυτή είναι η μοίρα καθενός προδότη — παράδειγμα λαέ, να σου γενή — που τον στέλνουν της κόλασης τα σκότη νάρθη να σου μολύνη την ψυχή,
Εγώ δε θέλω, δε θαφήσω ναποθάνης, είπα και πετάχτηκα πάλι να την αγκαλιάσω, αλλά πάλι μαπομάκρυνε. — Κ' εγώ, είπε με βαθύ αναστεναγμό, δε θέλω ναποθάνω, μα η μοίρα μου ταποφάσισε, χωρίς να χαρώ τον κόσμο. Ο γιατρός δε μούδωκε ζωή. Δε μου το φανερώσανε, μα δεν το καταλαβαίνω και μοναχή μου; Η ζωή μου φεύγει και τρεμοσβύνει, σαν το λύχνο, που ταποσώθηκε το λάδι.
Επτά επί Θήβας: Το δράμα τούτο αναφέρεται στην τραγική μοίρα των δύο γιων του Οιδίποδα, πού, μονομαχώντας για τον θρόνο των Θηβών, αλληλοσκοτώνονται. Ο ύμνος των Ερινύων κι ο παθητικότατος θρήνος της Αντιγόνης και της Ισμήνης για τους σκοτωμένους αδελφούς των είναι από τους λυρικώτερους της αρχαίας τραγωδίας.
Είπε και 'ς τα καλόκτιστα δώματα ευθύς εμπήκε, κ' εδιάβηκε το μέγαρο προς τους λαμπρούς μνηστήραις. 325 αλλά τον Άργον ηύρηκε του μαύρου χάρου η μοίρα, άμα 'ς τον χρόνον εικοστόν είδε τον Οδυσσέα.
Τριμμούδης ονομάζομαι, και μ' έκαμεν η μοίρα Να είμαι μονάκριβος υγιός και Βασιλιάδων κλήρα. 80 Του Ψωμοφάγου Βασιλιά, που τα ποντίκα ορίζει, Για διάδοχο στο θρόνο του ο νόμος με διορίζει. Και η μάννα, που με γέννησε, λογέται η Αμπαρούλα, Του Ξυγγομάση Βασιλιά βαριά Βασιλοπούλα.
Παρέκει τον Τληπόλεμο, άντρα τρανό λεβέντη, και γιο του Ηρακλή, η σκληρή τον στέλνει μοίρα απάνου στο Σαρπηδό που με θεούς να μετρηθεί μπορούσε.
— Αναβήτε απάν 'σ τη καρυά! ανεφώνησεν αίφνης η μήτηρ, ης οι οφθαλμοί έλαμπον εξ αφάτου χαράς, ως να έσυρεν αυτή την καμάραν. Ω μοίρα κατηραμένη της γραίας! Τι ήθελες τοιαύτην ιδέαν να εμβάλης εις τα ξηρά χείλη της;
Και η μεν μοίρα του Νικίου, η οποία προηγείτο, διετήρησε τας τάξεις της και επροχώρησε πολύ, το δε ήμισυ, και μάλιστα το πλείστον της μοίρας του Δημοσθένους, διεσπάσθη και επροχώρει ατακτότερον.
Η δε προς τας κυρίως Ελληνικάς χώρας προχωρήσασα μοίρα έφθασε μεν, ερημώνουσα και λεηλατούσα, μέχρι των Θερμοπυλών, αλλ' αποκρουσθείσα υπό της εκεί φρουράς, της αμυνομένης εκ των υπό του Ιουστινιανού κατασκευασθέντων οχυρωμάτων, ηναγκάσθη να τραπή προς τα οπίσω φέρουσα πλήθος αιχμαλώτων, τους οποίους ο Ιουστινιανός εξηγόρασε κατόπιν διά χρημάτων.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν