Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


Νομίζοντας ότι κοιμάται η Νατόλια της άγγιξε το χέρι που έκαιγε, αλλά η γριά το τράβηξε και της είπε χαμηλόφωνα: «Άκου Νατόλια, κάνε μου μια χάρη. Πήγαινε στον Έφις Μαρόντσου και πες του ότι πρέπει να του μιλήσω. Μην το μάθει όμως η Γκριζέντα.

Οποία ηδονή διά την ψυχήν μου, να την βλέπω εις τον κύκλον των αγαπητών φαιδρών παιδιών, των οκτώ αδελφών της. Αν εξακολουθήσω έτσι, εις το τέλος θα έχης μάθει τόσον, όσον και εις την αρχήν. Άκουε λοιπόν, θ' αναγκάσω τον εαυτόν μου να εισέλθω εις τα καθέκαστα.

Λοιπόν, ω λαμπρέ μου Ευθύφρον, σπουδαιότατον πράγμα θα ήτο δι' εμέ να γείνω μαθητής σου, και προ της δίκης μου, η οποία εκινήθη εναντίον μου εκ μέρους του Μελήτου, να προκαλέσω αυτόν ενώπιον του αρμοδίου άρχοντος εις εξέτασιν της διαφοράς μας και να του είπω αυτά τα ίδια, τα οποία ήθελον μάθει από σε, ότι εγώ βεβαίως και πρωτύτερα εθεώρουν ως πάρα πολύ σπουδαίον πράγμα να γνωρίζω καλώς τα θρησκευτικά και τώρα, αφού εκείνος με κατηγορεί ότι κατήντησα εις πλάνην, διότι αστόχαστα παρουσιάζω εις τον κόσμον νέας δοξασίας περί θεών, τότε δα βεβαίως έγεινα μαθητής ιδικός σου.

Ένεκα που λιγοθύμησε ο ξένος τόσο ξαφνικά και τόσο ανεπάντεχα, έτρεξε όλο το χωριό στο σπίτι της Κώσταινας, για να μάθουν τι και πώς έγεινε, αλλά ο ξένος κοίτονταν βουβός και δε μπορούσε να μιλήση. Σ' αυτό απάνω κατάφτασε κι' ο παπάς, γιατί είχε μάθει από πριν ότι κάποια σχέση είταν ανάμεσα του ισκιωματιού, που φάνηκε τη νύχτα κι' εκεινού του ξένου.

Οι συχνότεροι γερόντοι, πώβρισκα 'ςτόν καφενέ τ' Αζώηρου, ήταν ο Γερο-καλαμένιος, ο αγαπημένος μου, που τον είχα γνωρίσει απ' αλλού κι είχα μάθει τόσα παλαιά κι αξετίμητα πράματ' απ' αυτόν, ο Πάνος ο Γερακάρης, ο Λυγδάς ο Λιονταρής, ο Θωμάς ο Γοργόλης, ο Μάνθος ο Μπαλιούλιας κι ο Διαμαντής ο Βάρδας.

Ο σπιτονοικοκύρης κατάλαβε ότι η παρουσία του ενοχλούσε και βγήκε έξω σιωπηλός, παρόλο που ο Τζατσίντο διαμαρτυρόταν και του φώναζε να γυρίσει πίσω. «Άσ’ τον», είπε ο Έφις. «Αυτό που έχω να σου πω δεν πρέπει να το μάθει κανείςΚαι όμως, όταν έμειναν μόνοι, ένοιωσαν και οι δυο αμηχανία. Το φως έμοιαζε να στέκει εμπόδιο ανάμεσά τους.

Ετούτος ο βεζύρης φοβούμενος μήπως και ο βασιλεύς της Μπάσρας ήθελε μάθει τα όσα ακολούθησαν, εστοχάσθη να του το ομολογήση. Ο βασιλέας αφού και άκουσε τον βεζύρην με μεγάλην προσοχήν, και θέλοντας να βεβαιωθή καλλίτερον έστειλε και με έκραξε έμπροσθά του· και ωσάν επήγα με εδέχθη με χαροποιόν πρόσωπον και άρχισε να με εξετάζη διά τον θησαυρόν μου, παρακινώντας με διά να του τον φανερώσω.

Συνοδεύει της αγαθές των κουβέντες η αιώνια χειρονομία που χτίζει, αυτή που ύψωσε καταπρόσωπα του θανάτου της Πυραμίδες, το δωρικό ναό, της πέτρινες γοτθικές προσευχές. Κανένας δε θα τους μάθει! Ξέρουν τη δημιουργία χωρίς υπογραφή. Μα ενώ βυθίζονται στη λήθη των ανθρώπων, η πλάση που έχει απάνω της τα σημάδια της δύναμής των και της τόλμης των τους θυμάταικαθώς η γυναίκα το αντρίκιο σφίξιμο.

Η οικογένειά της σύγκειται εξ εργατικών οι οποίοι, αν και Γύφτοι, είνε καλοί άνθρωποι. Μίαν εσπέραν ήρπασαν έξαφνα την Αϊμάν, και το πρωί δεν ευρέθη εις την κλίνην της. Και αν δεν ήτον ο Τρανταχτής, όστις έχει σχέσεις με όλον τον κόσμον και μανθάνει όλα τα νέα, η οικογένειά της ποτέ δεν ήθελε μάθει πού ευρίσκεται η Αϊμά.

Κι' είπε ο Δόλονας με κλάματα στα μάτια «Πάρτε με τώρα ζωντανό, και ξαγορά κατόπι σας δίνω να λεφτερωθώ· μας έχει εμάς το σπίτι χαλκό, χρυσάφι, σίδερο δυσκολοδουλεμένο. Για ξαγορά μου ο γέρος μου πολλά θα σας μετρήσει, 380 αν μάθει ακόμα ζωντανό πως μ' έχουν στα καράβιαΤότες τ' απάντησε ο βαθύς γιος του Λαέρτη κι' είπε «Θάρρος, δεν έχει θάνατο να συλλογιέται ο νους σου.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν