Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Είπε, κι' εκείνος χάρηκε σαν άκουσε το λόγο, και μες στους Τρώες τρέχοντας τους λόχους σταματούσε, τ' όπλο απ' τη μέση σφίγγοντας. Και στάθηκαν οι λόχοι. Μα άρχισαν κείθε οι Δαναοί ναν τόνε σημαδέβουν, και σαϊτιές του ρήχνανε και τον πετροβολούσαν. 80 Τότε έκραξε με μια φωνή μεγάλη ο Αγαμέμνος «Σταθείτε, παλικάρια μου! Αργίτες, μη βαράτε! Σα να ζητάει ο Έχτορας να μας μιλήσει κάτι

Μα ο Σεΐχης του Τεκέ μας είναι πιο διαβασμένος από σένα, είναι άγιος. Και όποιος κάμνει τον λόγο του, κάμνει την βουλή του Θεού. Τρία χρόνια τώρα με καταδιώκει ο β ρ υ κ ό λ ά κ α ς, κανείς δεν μ' εγλύτωσε. Στο πανηγύρι επήγαινα, μπροστά μου τον εύρισκα· στο παζάρι επήγαινα μπροστά μου τον εύρισκα, ως που με απέλπισε, και παράτησα την δουλειά μου και πήγα κ' έγινα σοφτάς. Καλά που έκαμα!

Να η τρύπες από τους σύρτες! .» — Κάπου εύρισκε ο άλλος στη γη κάνα κομμάτι αγγειό πήλινο, είτε καμμιά πέτρα καλοπελεκημένη ή κάνα παλιό κόκκαλο ανθρωπινό ξεθαμμένο από τους τάφους και συμπυκνώνονταν εκεί ολόγυρά του οι άλλοι απανωτοί για να ιδούν, για να πιάκουν κι αυτοί για να περιεργαστούν. Κ' έλεγε ο καθένας το θαυμαστικό λόγο του.

Και πάει σιμά και του λαλεί διο φτερωμένα λόγια «Τάχατες θες το λόγο μου, γιε του Λυκά, ν' ακούσεις: Γοργή σαΐτα σου βαστάει να ρήξεις του Μενέλα; Θα σ' τόχουν χάρη οι Τρώιδες, θα σε παινέσουν όλοι, 95 κι' απ' όλους χάρη πιο πολύ θα σ' το γνωρίζει ο Πάρης, και πρώτος μ' αξετίμωτα θα σε πλουτίσει δώρα αν δει τον πολεμόχαρο Μενέλα ξαπλωμένο πας στην πολύπικρη φωτιά, της σαϊτιάς σου θύμα.

Δεν είπαμε πως ο λαός ξεχνάει τόσα και τόσα που του μαθαίνουν οι δασκάλοι; Θαρρείτε πως δεν έχει το λόγο του κι αφτό; Έχει το λόγο του, και σαν τα ξεχνούνε και σαν τα διορθώνουνε. Κ' έτσι πάντα και πάντα θα είναι, και δε γίνεται, δε γίνεται αλλιώς. Δε γίνεται! Δεν πρέπει να νομίζουμε και να λέμε πως μόνο στην Ελλάδα ακολουθούνε αφτά.

Ερχόταν η αυγή κ' ελέγαμε: ποτέ να μη νυχτώση! Ενύχτωνε κ' ελέγαμε: πότε θα ξημερώση; Την ημέρα όλοι μαζί· χαρά, τραγούδι, γέλοια. Τη νύχτα μοναχός καθένας, συλλογισμένος, μισάνθρωπος! Ένας του άλλου απόφευγε το συναπάντημα, παρεξηγούσε το βλέμα, με τον παραμικρό λόγο άπλωνε το χέρι στον λάζο σαν να είχε αντίδικο.

Β’ ΓΥΝΗ Γλυκειά μου Πραξαγόρα, σκέψου, καϋμένη, τώρααστεία κάπως φαίνεται η γενειάδ' αυτή. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Αστεία; και γιατί; Μα έτσι, με τα γένεια μας και σαγονοδεμένες, μοιάζουμε όλες με σουπιές απ' τη φωτιά καϋμένες. Ο υπηρέτης του βωμού τη γάττ' ας τριγυρίση κι' ας έβγη με το αίμα της της έδρες να ραντίση. Ε! Αριφράδη! σώπασε! — Και λόγο ποιός θα βγάλη; Θ' ΓΥΝΗ Εγώ.

Τότες με σέβας φώναξαν οι άλλοι Αργίτες όλοι «πάρτε την ώρια ξαγορά, το γέρο σπλαχνιστείτεμα αφτή η βουλή δεν τ' άρεσε του βασιλιά Αγαμέμνου, μόνε τον έδιωξε άσκημα κι' είπε σφιχτό 'να λόγο 25 «Τήρα εγώ, γέρο, μη σε βρω τριγύρω στα καράβια για τώρα ν' αργοστέκεσαι για πίσω να κοπιάσεις, μη δε σε σώσει ούτε ραβδί ούτε θεού στεφάνι.

Η αίσθησή του της δραματικής τοποθετήσεως ήταν ασύγκριτη, κι αν δεν μπορούσε να λύση τα δικά του προβλήματα, μπορούσε τουλάχιστο να προτείνη προβλήματα· και τι περισσότερο πρέπει ένας καλλιτέχνης να κάμη; Αν τον πάρουμε σαν πλάστη χαρακτήρων, έρχεται δεύτερος στη σειρά ύστερ' από το δημιουργό του Hamlet. Αν ήταν και στο λόγο δυνατός, ίσως θα κάθονταν στο πλάι του.

Μόλις απήλθεν ούτος μετά των ακολούθων, και ο Μανώλης με τους ιδικούς του ανήλθον εις την οικίαν. — Λοιπόν, κουμπάρε, πώς είμαστε; Ο Μανώλης είχε συνηθίσει ν' αποκαλή κουμπάρους σχεδόν όλους τους συντέκνους των συμπεθέρων του. — Τώρα, κουμπάρε, έδωσα το λόγο μ'. — Σε ποιόνε; — Στο Λάμπρο το Βατούλα . . . Τώρ-δα, τώρ-δα, ό,τι κατέβηκε . . . Δεν ειξεύρατε ναρθήτε μισή ώρα μπροστά;

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν