Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Πλύνε τα χέρια σου, βάλε το νυκτικό σου· μη φαίνεσαι τόσον χλωμός! Σου το λέγω και πάλιν: ο Βάγκος είναι εις τον τάφον του· δεν ημπορεί να έβγη από το μνήμα! ΙΑΤΡΟΣ Και εκείνον! ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ 'Σ το στρώμα, 'ς το στρώμα! Κτυπούν την θύραν. Έλα, έλα, έλα, έλα! δος μου το χέρι! Ό,τι έγεινε δεν ξεγίνεται. 'Σ το στρώμα, 'ς το στρώμα, 'ς το στρώμα! ΙΑΤΡΟΣ Πηγαίνει να πλαγιάση τώρα;
Ο Γύφτος καταλιπών την Αϊμάν, έσπευσε προς το μέρος εκείνο με ελαφρόν και σταθερόν βήμα, ως να ήτο εξωκοιωμένος από πολλού να βαδίζη επί του εδάφους τούτου. Έκρουσε δε ασφαλώς και μετά πολλού θάρρους την θύραν της κατοικίας εκείνης. — Ποίος είνε; ηρώτησεν ένδοθεν. — Εγώ ο Πρωτόγυφτος Η θύρα ανεώχθη, και άνθρωπός τις επαρουσιάσθη εις το διάκενον. — Πού ευρέθεις εδώ; ηρώτησε.
— Ω, εψιθύρισε, κ' εγώ ενόμιζα ότι δεν είχε κλειδαριά. Ο μοχλός ενέδωκε και απεσύρθη, αλλ' όμως η θύρα έμενεν εισέτι κλειστή. Ο άγνωστος έξεεν ανυπομόνως διά των ονύχων την θύραν και τας παραστάδας. Τέλος ανεκάλυψεν ότι υπήρχε και δεύτερον κλείθρον, κρεμαστόν και τούτο, αλλ' όμως πολύ ισχυρότερον, προσαρμόζον το θύρωμα επί της παραστάδος. Εδοκίμασε μεθ' όλης της δυνάμεώς του να το συντρίψη.
Εις την υψηλοτέραν των βαθμίδων, η οποία κατέβαινε προς τον νεκρικόν θάλαμον, ευρίσκετο ένα πλατύ κομμάτι από φέρετρον, με το οποίον, φαίνεται, ήθελε να προκαλέση την προσοχήν με επανειλημμένα κτυπήματα εις την σιδηράν θύραν.
Διηρχόμεθα τον έμπροσθεν του ανεμομύλου αγρόν εις τα πρόθυρα της πόλεως. Ο τροχός του δεν εκινείτο, είχον επιδεθή τα ιστία του. Εις την θύραν της παρακειμένης καλύβης εκάθηντο ο γέρων μυλωνάς και η σύζυγός του.
— Ευρέθη μουστερής δι' όλον τον χρόνον. — Αλήθεια; — Αλήθεια. Τρέξατε. Ο Μάχτος μετέβη προς την θύραν. Ο Βούγκος έμενεν έτι εντός, και ησχολείτο, κεκυφώς εις το έδαφος, εις την τοποθέτησιν εργαλείου τινός. — Πηγαίνετε λοιπόν γρήγορα, τρέξε, Βούγκο! Η μάννα σου φοβούμαι μη μας τον χαλάση με την ανοησίαν της. Σύρτε να του κρατήσετε συντροφιά.
Αλλ' Ο Δημήτρης εβάδιζε προς την θύραν, ως το μάτην εκλιπαρούμενον υπό του Οδυσσέως φάσμα του Αίαντος. — Στάσου, το λοιπόν, στάσου! . . . επεφώνησε τέλος η Μαρία, και ανοίξασα το κιβώτιον με έλαβε πάλιν εις χείρας της. Ο δεκανεύς είχεν ήδη σταθή, και επεστράφη προς τον κρότον του ανοιγομένου κιβωτίου.
Έμεινε μόνον εις τον πρωτόσχολον η βέργα, το κυριώτερον όπλον του, αλλά και ταύτην την εξουδετέρωσεν ο Γιώργος ο Χατζηδημήτρης, ο Στρατής ο Καραθύμιος και άλλοι τολμηροί παίδες, ανοίξαντες κρυφίως την θύραν του σωφρονιστηρίου, όπου είξευραν ότι είχε ταμιευμένην ο διδάσκαλος την δέσμην του, και αρπάσαντες πολλαίς βέργαις, τας οποίας εμοίρασαν εις τους συμμαθητάς των, κρατήσαντες τας λιγυρώτερας και τσουχτερωτέρας δι' εαυτούς τότε ήρχισε μάχη, και άλλοι μαθηταί απέσπασαν τους &δείκτας& από του τοίχου, άλλοι κατεβίβασαν τους &τηλεγράφους& από της καθέτου σανίδος των θρανίων, και κυνηγούμενοι έτυπτον αλλήλους.
Εθεώρησαν περιττόν και να κρούσωσι καν την θύραν του ωργισμένου. Πλην πώς να γυρίσουν οπίσω; Μετ' ολίγον φως βιαστικόν επροχώρει ταχέως χαρασσόμενον επί των σκοτεινών οικιών της μεγάλης λιθοστρώτου οδού, της συνενούσης τας δύο μεγάλας της πόλεως συνοικίας. Εφώτιζεν ως αστραπή τους τοίχους κ' έφευγε προς τα κάτω, αφίνον όπισθεν του την νύκτα μελανήν και απρόσιτον.
Κ' η ιδία δεν εξήρχετο ποτέ να κάμη τρία βήματα ως την αυλόπορταν, διά να ψωνίση τίποτε από κανένα γυρολόγον ή μανάβην, χωρίς να κλειδώση καλά την θύραν, και να βάλη το κλειδί εις την τσέπην της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν