Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Σε βλέπω, είπεν αύτη. Είσαι συ: Α! ήξευρα ότι θα ήρχεσο. — Ήλθα, φιλτάτη. Ο Χριστός να σε λάβη από την προστασίαν του και να σε σώση, Λίγεια, αγαπητή μου . . . Δεν ηδύνατο να είπη περισσότερα, δεν ήθελε ποσώς να προδώση την θλίψιν του έμπροσθέν της.

Του έδειξε μεταξύ των άλλων εκτεταμένον ελαιώνα και με θλίψιν του διηγήθη ότι το κτήμα εκείνο ανήκεν εις ένα θείον του προ του 21, αλλά σήμερον ήτο τουρκικόν. Κάποιος γιανίτσαρος είχε φονεύσει τον θείον και κατέλαβε το λιόφυτον. Διά τούτο ο Σαϊτονικολής «τώχε στο μάτι», ελπίζων να το ανακτήση μίαν ημέραν.

Εγώ εξαναγύρισα εις την Μπάσραν με αυτόν όλον τον πλούτον έζησα με την Γατζάνδα με την ιδίαν αγάπην που της είχα· δεν την ωνείδισα διά την ανυπομονησίαν που έλαβε διά να ξαναπανδρευθή· αλήθεια είναι πως αυτή έδειξε πολλήν θλίψιν εις αυτό που έκαμεν, και διά τούτο την εσυμπάθησα.

Έφθασε το λοιπόν η διορία που το μετζίλι έμελλε να έλθη από την Κογέντα, και αυτοί τότε εμπήκαν εις την μεγαλύτερην θλίψιν και ευθύς που ήλθεν αυτή η φοβερά ημέρα, ο Κουλούφ εσηκώθη από το κρεββάτι διά να οδεύση προς τον θάνατον. Και θεωρώντας την γυναίκα του με μάτια γεμάτα από θλίψιν και απελπισίαν, της είπε με φωνήν τρομασμένην.

Αναιβοκαταίβαινε της σκάλαις, εκουβέντιαζεν, έψαλλεν, έψηνε καφφέ, εμαγείρευε· και πολλάκις και τον εθώπευε φευ! τον αγαπημένον της πατέρα, φιλούσε περιπαθώς την δεξιάν του, όστις επετιέτο αμέσως επάνω, σαν να τον ήγγιζαν αναμμένα κάρβουνα. — Δεν είναι καλό πράγμα αυτό! Τότε απεφάσισεν ο παπά-Κονόμος ναμακρύνη ολίγον από την οικίαν του οπού του επροξενούσε τόσην θλίψιν και τόσην συγκίνησιν.

Τούτο το λάβωμ' έπιασε κ' εγνώρισεν η γραία, κ' ευθύς το πόδι απόλυσε, κ' έπεσ' εκείνο μέσατον λέβητα, κ' εβρόντησε το χάλκινον αγγείο, 'ς την άλλην έγυρε μεριά, και το νερόν εχύθη. 470 χαράν και θλίψιν μέσα της συνάμ' αισθάνθη εκείνη, τα μάτια δάκρυα γέμισαν κ' εκόπηκ' η φωνή της· και το πηγούνι του 'πιασε κ' είπε· «Γλυκό παιδί μου, είσ' ο Οδυσσέας άσφαλτα· κι' αχ! δεν σ' έχω γνωρίσει πριν ψηλαφήσ' ολόκληρον εγώ τον κύριόν μου». 475

Και του ήρχετο ηρέμα και γλυκά εις την ανάμνησιν η ωραία παπαδοπούλα, η οποία ζώσα επεριποιείτο το εξωκκλήσιον. Και παραδόξως ήρχισε να μη αισθάνεται πλέον την παλαιάν θλίψιν. Ο πόνος εις την καρδίαν του εγένετο γλυκύς και τα δάκρυα οπού εσχηματίζοντο εις τα μάτια του δεν ήσαν θολά πλέον, αλλά στιλπνά και λαμπρά ως αδάμαντες, εκείνα που ονομάζουν οι ασκηταί χαρμολύπης δάκρυα.

Η δυστυχής Κυρατσούλα, ακούσασα πρώτον τους ψιθυρισμούς — «βούλιαξαν καράβια» της είπον κατ' αρχάς, έπειτα άλλος τις επρόσθεσεν, «εις την Μαύρην θάλασσαν» — ήρχισε πάραυτα να αισθάνεται θλίψιν μυστικήν ως πόνον εις την καρδίαν. Τέλος όμως το έμαθε καθαρά. Έπεσε λιπόθυμος. Η γραία μήτηρ έβαλε φωνάς.

Αυτός ο νέος Σουλτάνος με εδέχθη με πολλήν αγάπην, και ήτον πολλά ευχαριστημένος που με εξαναείδε· και μου είπε πως ολίγες ημέρες ύστερα από τον μισευμόν μου, ο πατέρας μου ευρισκόμενος εις τον θησαυρόν του, άνοιξε κατά τύχην την κασσελοπούλαν εκεί που είχε κλεισμένον το δακτυλίδι του Σολομώντος και την εικόνα της Αλγεμίλ, και μην βλέποντάς τα εκεί υπώπτευσεν, ότι εγώ την έκλεψα, και από την θλίψιν του απέθανε.

Έδωκαν ως τόσον την είδησιν του Δερβύση διά την θλίψιν της Βασίλισσας, ο οποίος έτρεξε με ταχύτητα προς αυτήν, διατί την αγαπούσε και αυτός κατά πολλά. Αυτός έκαμε κάθε τρόπον διά να την παρηγορήση, μα εστάθηκαν όλοι του οι κόποι άκαιροι.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν