Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
— Μη φοβάσαι, είπεν ο κυρ-Μοναχάκης, αν λες αλήθεια, δεν τρως ξύλο· μα έλα δω... ειπέ μου τι ξέρεις... γιατί... Η λέξις αύτη ήτο η μόνη ην επρόφερε όπως υποδηλώση την θλίψιν, την οργήν και την εντροπήν του. — Να, μπάρμπα, είπεν αναθαρρήσας και σταθείς εγγύς της θύρας ο παις.
Και ούτω το ταχύ εσηκώθη και εμετάλθεν εις τον βασιλέα. Ο Βασιλεύς βλέποντάς τον επρόσταξε με θλίψιν πολλήν διά να γένη η συνάθροισις.
Ο βασιλεύς με όλον τούτο δεν έχασε την ελπίδα να μην εύρη κανέναν άνθρωπον χωρίς θλίψιν. Μου φθάνει να εύρω ένα μόνον, έλεγε του βεζύρη, και δεν θέλω άλλον επειδή και εσύ στέκεις στερεός πως να μην είνε τινάς. Ναι, ω βασιλεύ, απεκρίθη ο βεζύρης σου το ξαναβεβαιώνω· και είναι ανωφελείς οι ζήτησες της βασιλείας σου.
Ο Βεδρεδίν και οι δύο συνακόλουθοί του τον εβεβαίωσαν πως μεγαλυτέραν χάριν από αυτήν δεν ήθελε τους κάμει. Και ούτως ο Ορμώζ άρχισε να κάνη την διήγησιν με τον ακόλουθον τρόπον. &Ιστορία του Βασιλέως Ορμώζ επονομαζομένου βασιλέως χωρίς θλίψιν, και της βασιλοπούλας Ρέτζιας.&
Εν γένει δε η όρχησις επαγγέλλεται να υποκρίνεται και παριστά χαρακτήρας και πάθη, τώρα μεν τον έρωτα, έπειτα δε την οργήν, άλλοτε δε την παραφροσύνην και άλλοτε την θλίψιν και πάντα ταύτα εις τους διαφόρους αυτών βαθμούς.
Γυριζόμενος δε προς τον Λαλάν μου, πόσον είμαι δυστυχής, του είπα με θλίψιν αν ολίγον προτήτερα είχα φθάσει, ήθελα ιδεί την Ρετζίαν. Αυθέντη μου, απεκρίθη ο Λαλάς με μεγάλην χαράν, ευχαριστώ τον ουρανόν, που εσύ δεν είδες μίαν τόσον φθοροποιάν μορφήν, η οποία δεν ήθελε σου προξενήσει άλλο παρά ζημίαν.
Υψηλότατε βασιλεύ, απεκρίθη ο υφαντής σηκωνόμενος ορθός, σε παρακαλώ, έτσι ο ουρανός να χαρίση της βασιλείας σου μίαν ζωήν πολλά μακρυνήν και χωρίς θλίψιν, να απαρατήσης ένα σκλάβον σου από το να τον βιάσης να δώση ευχαρίστησιν της περιέργου επιθυμίας σου· ημπορώ μοναχά να ειπώ, ότι είναι μία ψευδής παρρησία εις του λόγου μου· ότι με όλα τα γέλοια, και τα μέτωρα που κάνω, είμαι ο πλέον δυστυχής των ανθρώπων.
Την θλίψιν δια τον φόνον του αγαπητού μας αδελφού διεδέχετο η αμείλικτος οργή κατά του φονέως. — Καμμιά φορά, μοι έλεγε κατ' ιδίαν ο αδελφός μου, ενόμιζον πως άρχιζε να ξεχνά τον Χρηστάκη, μα ποτέ δεν την είδα να ξεχάση τον φονιά του. Καθ’ όλον το μεταξύ διάστημα ούτε Δεσπότη, ούτε Καϋμακάμη αφήκεν ήσυχον διά να εύρουν τον φονέα του τέκνου της.
Και αφού επέρασεν ένας χρόνος, που αυτή εζούσεν εις καθημερινήν θλίψιν και ακατάπαυστα δάκρυα, μου εζήτησεν άδειαν διά να οικοδομήση τον τάφον της, και να κλεισθή εκεί το επίλοιπον της ζωής της· εγώ της έδωσα την άδειαν, και αυτή ευθύς διώρισε και της οικοδόμησαν ένα μεγαλοπρεπές παλάτι με ένα μόνον θόλον, και το ωνόμασε το παλάτι των δακρύων· και ευθύς που ετελείωσεν έφερε μέσα τον αγαπητικόν της, τον οποίον εφύλαττεν ακόμη ζωντανόν με κάποια πιοτά μαγικά, αλλά με όλας της τας μαγείας δεν ηδυνήθη να τον θεραπεύση τελείως.
Ο Μανώλης έκαμε μορφασμόν δυσαρεσκείας. — Χμ! αυτό μόνο θα του 'πης; ... .Αι, να μη του 'πης πράμμα, είπε με τόνον χολιασμένου παιδιού. Δε θέλω να του 'πης πράμμα. Εθάρρεψες πως εμένα με κουράζει η δουλειά; Χαρά στη δουλειά! ταφτί μου δε δρόνει! Και εκινήθη διά να φύγη θυμωμένος. — Μα δεν μπορώ ... .πώς μπορώ να του πω τέτοια λόγια; Είπεν η Πηγή με θλίψιν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν