United States or South Sudan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και δίχως μήτε μέρα να χάση, φέρνει χρυσοχούς και τους προστάζει να του φτειάξουνε σταυρό απαράλλαχτο σαν το θείο σημάδι, όλο μάλαμα και πετράδια. Αυτή είναι η πρώτη αρχή της μυριοξάκουστης σημαίας που ονομάστηκε Λάβαρο. Είταν το λάβαρο κοντάρι μακρύ και χρυσωμένο, και ταπάνω του μέρος, σταυρός. Στην άκρη στεφάνι, μάλαμα και πετράδια.

Εγώ είμαι φίλος με όλους, γιατί να μην είμαι και με το θείο Πιέτρο; Οι θείες όμως ξέρουν ότι εκείνος θέλει ν’ αγοράσει το κτηματάκι. Τι φταίω εγώ; Μήπως εγώ θέλω να το πουλήσω;» «Κανείς δεν θέλει να το πουλήσει. Γιατί να μιλάμε γι’ αυτά τα πράγματα; Εσύ όμως, ψυχή μου, εσύ…. εσύ προχθές το βράδυ έλεγες το ένα, έλεγες το άλλο: έταζες τον ουρανό με τ’ άστρα, για να κάνεις ευτυχισμένες τις θείες σου.

Στον δεύτερο ερευνάται αν η αντίληψη του δικαίου είναι έμφυτη η επίκτητη, και στον τρίτο αν μπορή να διδαχτή ή όχι η αρετή, για να κατάληξη στο συμπέρασμα, ότι η αρετή είναι θείο δώρο. Μετάφραση του Σ. Λιμπεροπούλου. Φίληβος : Στην ερώτηση, που βασίζεται το αγαθό, ο Φίληβος άπαντα προβάλλοντας την ηδονή κι ο Σωκράτη αντιπαραβάλλει τη φρόνηση.

Σαν την Γαλάτεια κι' αυτή να γίνη νύφη ζηλευτή, μα νάναι και με προίκα. Κι' όλοι τη νύφη να κυττούν, και να μην παύουν να 'ρωτούν που διάβολο τη 'βρήκα! Μπόι δυο πήχες, κόψι κακή, γένεια με τρίχες εδώ κι' εκεί Κούτελο θείο 'λίγο πλατύ, τρανό σημείο του ποιητή. Δυο μάτια μαύρα, χωρίς κακία, γεμάτα λαύρα, μα και βλακεία. Μακρύ ρουθούνι, πολύ σχιστό, κι' ένα πηγούνι σαν το Χριστό.

Η θάλασσα στο πρώτο μου ταξείδι αντάμειψε την αγάπη μου. Έμεινα πλέον αναγκαστικός δουλευτής του καπετάν Καλιγέρη. Δουλευτής για το ψωμάκι. Ψωμάκι το δικό μου και της καπετάνισας. Αλλά με όλη τη συμβουλή της ούτε να τον τιμήσω, ούτε να τον δουλέψω ημπόρεσα περισσότερο τον θείο μου. Αν είνε να δουλέψω ναύτης εσκέφθηκα, δόξα σοι ο Θεός βρίσκονται και άλλα καράβια.

Τέτοια σημάδια δεν είναι η μόνη φορά που ξηγηθήκανε με τρόπο προφητικό, αφού δα και στον αιώνα μας ακούστηκαν κάμποσα παρόμοια. Και μήτε αυτό είναι το μόνο θείο μήνυμα πούλαβε στη ζωή του ο Κωσταντίνος. Κι ο Άγιος Τάφος σα βρέθηκε, κ' η Κωσταντινούπολη σαν εγκαινιάστηκε, κι άλλα περιστατικά της ζωής του, μ' ονείρατα και με σημάδια τα προείδε ο ενθουσιασμένος του νους.

Κ' όταν από το σπήτι μας εκείνο το μικρούλι Μώδειξε η μάνα τα βουνά του Πίνδου και το Σούλι, Ταις ανοιξιάτικαις βραδειαίς 'σάν τώρα, με φεγγάρι Που αποσταμένη έγερνε αυτήτο μαξυλάρι, 'Σ το παραθύρι μας εγώ με 'ξάγρυπνα τα 'μάτια Κύταζα πέρα τα βουνά, των κλέφτων τα παλάτια, Κι' αγάλιαζα βαθηάβαθηά οπού 'σάν θείο χέρι Το μυρωμένο τους λεπτό με χάιδευε αγέρι.

Τότε ο Τζατσίντο ξαναπήρε κουράγιο. «Πρέπει να πεις στις θείες ότι δεν ήμουν εγώ εκείνος που σε συμβούλεψε να αναθέσεις στο θείο Πιέτρο να παραδώσει το καλάθι με τις προμήθειες. Εκείνες αυτό πιστεύουν. Πιστεύουν, και κυρίως η θεία Νοέμι, ότι εγώ γυρεύω τη φιλία του θείου Πιέτρο για να τις πάω κόντρα.

Αλλά και ο Τριστάνος, που πολύ τον ντρόπιαζε η υποψία ότι αγαπούσε το θείο του με υστεροβουλία, τον ηπείλησε: ότι αν ο Βασιληάς δεν κάνη το θέλημα των βαρώνων, θάφευγε από την αυλή και θα πήγαινε να υπηρετήση τον πλούσιο Βασιλέα της Γαβοΐας. Τότε ο Βασιληάς έβαλε προθεσμία στους βαρώνους του: σε σαράντα μέρες θάλεγε την απόφασί του.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ Αχ! κλαίω ό,τι προσφιλέστερο και ό,τι πολυτιμότερο μπορούσα να χάσω στη ζωή μου, κλαίω το θάνατο του πατέρα μου. ΚΛΕΑΝΘΗΣ Θεέ μου! τι δυστύχημα! τι απροσδόκητη ατυχία! τώρα που είχα κ' εγώ παρακαλέσει το θείο σου να σε ζητήση για μένα κ' ήρθα να παρουσιαστώ στον πατέρα σου και να προσπαθήσω με σεβασμό και με χίλια παρακάλια να τον πείσω να μην αρνηθή.