Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
Κι απ' την ώρα εκείνη, τρέχει και τρέχει το αίμα, κι ακόμα, πού να χορτάσης! Κιοπόγλου, ταυτί σου δε δρώνει! Τράβα το τσιμπούκι σου, κ' έννοια σου! Τι έχεις να σκοτιστής; τι να φοβηθής; Τα πρόβατά σου βόσκουνε μοναχά τους. Ως και το γάλα τους μοναχά τους το φέρνουν. Και το μαλλί τους χαζίρικο τόχεις. Ανάμεσά τους κουρεύουνται και σου το κουβαλούν. Γνωστικά πρόβατα, μα και συ, θαρρώ, γνωστικώτερος.
Αν το προσέξουν, μπορεί να φέρη νέαν αναγέννηση στην Τέχνη. ΚΥΡΙΛΛΟΣ. — Ποιο είναι το θέμα του; ΒΙΒΙΑΝ. — Σκέπτομαι να το τιτλοφορήσω: «Η παρακμή της ψευδολογίας. Μία διαμαρτυρία». ΚΥΡΙΛΛΟΣ. — Η ψευτιά! θαρρώ πως οι πολιτικοί μας την κράτησαν αυτή τη συνήθεια. ΒΙΒΙΑΝ. — Σε βεβαιώ ότι δεν την κρατούν.
ΦΑΣΟΥΛΗΣ Τώρα 'στήν πήτα 'πάτησες, βρε Μεφιστό, και στέκα για να μην έβγης ψεύτης... την μόνην ανακάλυψιν που θάκανε γυναίκα θα ήτον ο καθρέφτης. ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗΣ Δεν πρέπει κατά γυναικών τοιαύτα ν' απαγγέλης... θαρρώ πως έχεις άδικον.... ΦΑΣΟΥΛΗΣ Ας είναι... όπως θέλεις. ΜΕΦΙΣΤΟΦΕΛΗΣ Εγώ σοφάς τας θεωρώ...
Είταν κι ανύπαντρος. Συλλογιέται λοιπό, συλλογιέται, κι ίσια στου Δεσπότη. Και λέει του Δεσπότη πως θέλει να παπαδέψη. Τον χειροτονάει ο Δεσπότης Παπά Νικηφόρο, και τονε στέλνει στην Αγιά Παρασκευή της πίσω της Ενοριάς. Θα μου πης πως τα ξέρεις αυτά. Τα παρακάτω όμως, θαρρώ δεν τα καλοξέρεις. Σα συνήθισε στην παπαδική, άρχισε και να στολίζεται ο Παπά Νικηφόρος.
Τότες του χαμογέλασε κι' απάντησε ο Δυσσέας 400 «Βρε δώρα αλήθια μια φορά π' ορέχτηκε η καρδιά σου! τ' άτια που του Πηλέα ο γιος τραβάει! μα αφτά να λάβει άλλος θνητός σα ζόρικα θαρρώ και να τα ζέψει, εξόν αφτός που θέϊσσα τον γέννησε μητέρα.
ΒΕΡΑ — Τι δυστυχίες, τι δυστυχίες στον κόσμο! Και δε μου λέτε, γιατρέ, πώς είναι αυτή η δυστυχισμένη. ΜΙΣΤΡΑΣ — Πώς θέλετε νάναι; Μια σφαίρα φυτεμένη στα πλεμόνια, εσωτερική αιμορραγία, εξάντληση μεγάλη. Βγάζει δε βγάζει τη νύχτα. Τη μεταφέραμε στο ξενοδοχείο της, της άφισα ένα γιατρουδάκι που βρέθηκε εδώ να την προσέχη και σε λίγο θα ξαναπάω να τηνέ δω. Θαρρώ όμως πως γυρίζει ο Τάσσος . . .
Εγώ θαρρώ πως η αρχαία η Ελλάδα ζη πάντα, γιατί κι ο Πλάτωνας, σα δε γελιέμαι, το είχε και το ήθελε το ύφος το κουβεντιάρικο, ταπλό, που καμιά γλώσσα στον κόσμο δεν μπόρεσε ποτε της να ταρπάξη τόσο ταιριαχτά που να το κάμη και δικό της.
Μα βέβαια πως τα μάτια του τα ωραία και τα συλλογισμένα, θα τα θόλωσε λύπη ακόμα πιο πικρή παρά τη βραδειά που τον είδα, την ώρα τη θλιβερή, που από την Ελλάδα μακριά μακριά, έμεινε ολομόναχος, παραιτημένος, καταφρονεμένος, την ώρα που κατάλαβε τον τόπο τον αχάριστο και που για πάντα σβήσανε τα μάτια του τα μεγάλα. Θαρρώ πως κάποιο χρέος να τα θυμάται έχει σήμερις κ' η Ελλάδα.
Και απάντησε ο Γερήνιος ο Νέστορας ιππότης• 210 «Φίλ', επειδή μου ενθύμισες το πράγμ' αυτό και μου 'πες, λέγουν 'που την μητέρα σου πολλοί ζητούν μνηστήρες, και σπίτι σου σε τυρανούν, πολλ' άνομα οργανίζουν. το θέλεις και δαμάζεσαι, λέγε μου, ή σ' έχει μίσος ο λαός όλος, του θεού φωνήν ακολουθώντας; 215 ποιος ξεύρει μη την βία τους πλερώση αυτός μίαν ώρα, μόνος, ή από τους Αχαιούς συνωδευμένος όλους; ότι αν σε θέλει ν' αγαπά η γλαυκομμάτ' Αθήνη, τόσ', όσο για τον ένδοξο πονούσεν Οδυσσέα, 'ς την Τροίαν, όπ' οι Αχαιοί είχαμε μύρια πάθη,— 220 θεόν δεν είδα φανερά να δείξη την αγάπη, ως φανερά την έδειχνεν η Αθήνη 'ς το πλευρό του,— αν σ' όμοια θέλει ν' αγαπά και να πονή για σένα, τότε απ' αυτούς πολλοί, θαρρώ, τον γάμο θ' αστοχήσουν».
Σας είπα ποίος πρώτα ευρήκε τ' αλφαβήτα· Σας είπα ότι τότε κατέβαινε η πήτα Στο στόμα των ανθρώπων, Χωρίς κανένα κόπον. Σας είπα και σας είπα, μα δεν σας είπα κι' άλλα... Άφησα πίσω τόσα ωραία και μεγάλα. Αλλά θαρρώ πως πρέπει πολλά να παραλείπω, Διότι, εάν όλα καταλεπτώς τα είπω, Θ' ακούετ' ένα χρόνο, Κι' εγώ δεν θα τελειώνω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν