Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουλίου 2025


Αυτά 'πε• και άμα ο γλήγορος υπάκουσε αργοφόνος• κ' ευθύςτα πόδια τα καλά προσέδεσε πεδούλια, ολόχρυσα και άφθαρτα, 'που εφέρναν τον επάνω 45την θάλασσα, 'ς την άπειρη την γη, σαν τους αέραις. το ραβδί πήρε, οπού μ' αυτό τα βλέφαρα κοιμίζει όποιου θνητού θελήση αυτός, κ' εγείρει όποιον κοιμάται. μ' αυτότα χέρια πέτονταν ο μέγας αργοφόνος• και εις την Πιερία πάτησε, κ' έπεσε απ' τον αιθέρα 50το πέλαγος• και αρμένιζετο κύμα επάν' ως γλάρος, 'που εις τα φρικτά βυθίσματα της άπατης θαλάσσης ψάρια ζητεί, και τα πτεράτην άρμη συχνοβρέχει. όμοιος μ' αυτόν εφέρονταν ο Ερμήςάπειρο κύμα. και όταν •ς την νήσον έφθασε την απομακρυσμένη, 55 απ' το γαλάζιο πέλαγος εβγήκε να πατήση την γη, και εις τ' άντρον έφθασε το μέγα, όπου εκατοίκα η νύμφ' η καλοπλέξουδη, και μέσα εκείνην ηύρε. και εις την γωνίστρα καίονταν ξύλα πολλά του κέδρου και της καλόσχιστης θυάς, κ' εσκόρπα η μυρωδία 60 εις το νησί• καλόφωνα κει μέσα ετραγουδούσε αυτή, και ύφαινε πανί με ολόχρυση σαγίττα. και δάσος ολοφούντωτον ήταν τριγύρω 'ς τ' άντρο, κλήθρα, και λεύκα, ευωδερό μ' εκείναις κυπαρίσσι. και μέσ' αυτού πλατύπτερα πετούμενα εκουρνιάζαν, 65 στριγλιά, γεράκια, και μαζή πλατύγλωσσαις κουρούναις, θαλασσοπούλι, 'που η ζωή τ' αρέσει του πελάγου. και ήμερο κλήμα ολόγυρατο βαθουλό το σπήληο, θυμό γεμάτο απλόνονταν σταφύλια στολισμένο. και βρύσες τέσσερες εγγύς και αραδικώς ερρέαν 70 λευκό νερό, και η καθεμιάάλλο εκυλούσε μέρος• και γιοφυλλιών γύρω απαλά λιβάδια και σελίνων πρασίνιζαν και αθάνατος αν πήγαιν' εκεί πέρα κυττάζοντας θα εθαύμαζε, και θα 'χαιρε η ψυχή του. έμεινε αυτού κ' εθαύμαζεν ο μέγας αργοφόνος• 75 και αφού τα πάντα εθαύμασεν εις την ψυχή του εκείνος, 'ς το ευρύχωρ' άντρο εμπήκ' ευθύς• και ως είδε αυτόν αγνάντια, δεν άργησεν η Καλυψώ να τον γνωρίσ' η θεία• ότι δεν είν' οι αθάνατοι άγνωστοι μεταξύ τους, και αν τύχη κάποιος απ' αυτούς μακρυά να κατοικάη. 80 μέσα τον μεγαλόκαρδο δεν εύρεν Οδυσσέα• έκλαιγε αυτός καθήμενος εις τ' ακρογιάλι, ως πρώτα, με θρήνους, μ' αναστεναγμούς, με πάθητην ψυχή του, κ' εκύττα δάκρυα χύνοντας τα τρίσβαθα πελάγη. και τον Ερμήν η Καλυψώ ερώτησεν η θεία, 85 αφού τον κάθισε εις θρονί λαμπρό και στιλβωμένο•

Αλλά και αι Νηρηίδες ανελθούσαι εκ του βυθού της θαλάσσης συνώδευον ιππεύουσαι επί δελφίνων, ημίγυμνοι αι περισσότεραι και χειροκροτούσαι• επίσης το γένος των Τριτώνων και όλαι αι άλλαι θαλάσσιαι θεότητες, όσων η όψις δεν είνε φοβερά, εχόρευον πέριξ της κόρης.

Αι μονάζουσαι παρθένοι, περιβεβλημέναι τους νυκτικούς αυτών πέπλους, συνωθούντο λευκαί και θορυβώδεις, ως τα κύματα της θαλάσσης, περί τους νέους μοναχούς, ερωτώσαι τίνες ήσαν και πως εφύτρωσαν εις τον κοιτώνα των.

Εξ ημών δε όσοι μεν συνανεμίγησαν και ωμίλησαν προς τους Αθηναίους δεν έχουν ανάγκην διδαχής διά να προφυλάττωνται απ' αυτών· οι δε κατοικούντες την μεσόγειον μάλλον ή τα παράλια πρέπει να μάθουν, ότι, εάν δεν βοηθήσουν τους παραλίους, δυσκολωτέρα θα είναι εις αυτούς η εξαγωγή των προϊόντων της χώρας, και η εισαγωγή εκείνων όσα διά της θαλάσσης παρέχονται εις τους μεσόγεια οικούντας.

Επειδή δε έγειναν πολλοί και μεγάλοι κατακλυσμοί εις το διάστημα των εννέα χιλιάδων ετών, διότι τόσα έτη επέρασαν από εκείνον τον καιρόν έως τώρα, το χώμα, το οποίον μέσα εις τούτους τους χρόνους και εις αυτά τα συμβάντα δεν εσωρεύετο εις το έδαφος, όπως εις άλλους τόπους, εις αρκετόν ποσόν, κάθε φοράν εσύρετο ολόγυρα εις τα παράλια και εχάνετο εις το βάθος της θαλάσσης.

Εφάμιλλος της ανωμαλίας του οχήματος είνε και των χρωμάτων η ποικιλία, το λευκόφαιον του κονιορτού, το σιτόχρουν των αρχαίων μαρμάρων, η ώχρα του ηλιοκαούς φόρτου, ο σπινθηρίζων υδράργυρος της θαλάσσης και αραιαί τινες πράσιναι κηλίδες, εσπαρμέναι με φειδωλίαν Εξηνταβελώνη.

Μόνος εις την ξηράν, κ' εκείνοι ηγωνίων εις την κινδυνώδη θάλασσαν. Πλην Εκείνος ουχ ήττον τους είδε και τους ώκτειρε, και τέλος, εν τη εσχάτη αδημονία των είδον μίαν ακτίνα εις το σκότος, και μίαν φοβεράν μορφήν, και έν κυματίζον ιμάτιον, και Είς ήρχετο προς αυτούς πατών επί των αφριζόντων κυμάτων της θαλάσσης, αλλ' εφαίνετο ως να ήθελε να παρέλθη αυτούς.

Το χρηστήριον τούτο είναι εις το τέμενος της Λητούς, εις την μεγάλην πόλιν ήτις κείται εις το στόμα του Νείλου το καλούμενον Σεβεννυτικόν, διά του οποίου εισέρχεται τις από θαλάσσης εις την Αίγυπτον. Η πόλις δε εις την οποίαν ευρίσκεται το χρηστήριον καλείται, ως είπον προηγουμένως, Βουτώ, εκτός τούτου υπάρχει εις την Βουτώ ιερόν του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος.

Και διά θαλάσσης μεν, εάν ήθελον να περαιωθώσι διά του Κρισαίου κόλπου, οι περιπλέοντες Αθηναίοι έμελλον να τους εμποδίσωσι· διά δε της Γερανείας δεν εφαίνετο ασφαλές εις αυτούς να διαπεραιωθούν ενόσω οι Αθηναίοι κατείχαν τα Μέγαρα και τας Πηγάς.

ΧΟΡΟΣ Ω Φοίβε, συ που ύψωσες δυνατούς πύργους εις τον λόφον της Τρωάδος, και συ, ω θεά της θαλάσσης, που οδηγείς εις το υγρόν πέλαγος το άρμα σου, συρόμενον από μαύρα άλογα, γιατί αφήσατε να καταστραφή το έργον των χειρών σας, η δυστυχισμένη Τροία, εγκαταλειφθείσα εις την μανίαν του θεού των πολέμων;

Λέξη Της Ημέρας

ταφιερώσω

Άλλοι Ψάχνουν