Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Αλλ’ όσον επλησιάζομεν προς την παραλίαν τόσον η ζωηρότης, αυτών ηύξανε, τόσον το μαγευτικόν εκείνο θέαμα μετεβάλλετο.

Ναι μεν δεν είχεν ακριβή ιδέαν της κακοποιού δυνάμεως ενός μάγου, αλλ' ακριβώς αυτή η αοριστία εμεγέθυνε περισσότερον την ιδέαν την οποίαν είχε περί της υπερφυσικής επικουρίας του αντιπάλου του και αναλόγως ηύξανε τας ανησυχίας του. Διά τούτο μετ' ολίγον από την κεφαλήν κατέβη εις τον λαιμόν. Και εσκέπτετο: — Καλλίτερα να τόνε πιάσω απού το λαιμό να τόνε πνίξω σαν κλωσσοπούλι.

Ούτω δε, ενώ ο τουρκικός πληθυσμός ωλιγόστευε και εξηυτελίζετο βαθμηδόν, ο χριστιανικός τουναντίον ηύξανε κατ' αριθμόν και δύναμιν.

Άλλαξε δηλαδή ο παππά Συνέσιος τρόπους εις όλα και άρχησε η μουρμούρα, η οποία σιγά σιγά ηύξανε εωσού έγεινε αληθινή βοή, σαν τη βοή που φέρνει μεγάλη θαλασσοταραχή. Του ρίχτηκαν όλοι του παππά Συνέσιου, μικροί μεγάλοι, καλόγεροι και κοσμικοί. Τον έλεγαν φανερά ήρωα σε κάτι σκάνδαλ' ακατονόμαστα. — Καλέ είδες πράμματα; — Ο αλιτήριος, ο κακούργος! — Να παππάς μια φορά! Να κλειδώνεται . . . φτου!

Η ενεργητικότης της ήτο αδάμαστος και ακατάβλητος η ευθυμία της. Είχε την καρδίαν υγιά και ακμαίαν όσον και το σώμα, και συχνάκις διά της ζωηρότητος, διά της φαιδρότητός της έφερεν εις τα χείλη μας το μειδίαμα, εν μέσω της επικρατούσης εκεί γενικής αθυμίας. Η ώρα εν τούτοις παρήρχετο και ηύξανε της μητρός μου η ανησυχία.

Έχω δέκα κομματάκια, μιας χήρας, και τα ξεκάμνω εις τα πενήντα ένα. — Εγώ έχω πέντε ενός ορφανού, και τα ξεκάμνωτα πενήντα. — Όλο εμπρός μου θα βγαίνης, ευλογημένε; — Δεν είνε δικά μου, να σε χαρώ! — Πάρτε, κύριοι, πάρτε, . . . πριν πάνετα διακόσια. — Θα γυρεύετε και δεν θα βρίσκετε! . . . Και αι φωναί εξηκολούθουν, και ο πάταγος ηύξανε, και ο θόρυβος εκορυφούτο.

Διά να δείξω εκείνου του φιλοσόφου την άκραν αγάπην, και σέβας που εις αυτόν είχα, τον άφινα να βλέπη και καθημερινώς να συναναστρέφεται με την Ρετζίαν· η συχνή συναναστροφή που επερνούσεν ανάμεσόν τους ηύξανε τον έρωτα του φιλοσόφου, και δεν ημπόρεσε πλέον να τον κρύψη· όθεν τον εφανέρωσε της Ρετζίας.

Εσκέφθη όμως ότι δεν θα ήτο και πολύ μακράν, αφού τα πράγματά του ήσαν εκεί και ήλπιζε μετ' ολίγον, όταν η θερμότης του ηλίου θα ηύξανε να προσέλθη ούτος υπό την σκιάν της καλύβας. Άλλως τε εκεί είχεν αφήσει τον άρτον του και βεβαίως, αν όχι διά τίποτε άλλο, θα ήρχετο τουλάχιστον μέχρι του δειλινού διά να φάγη. Η λυγερή δεν είχε καμμίαν ανάγκην ν' απομακρυνθή.

Κανένα δεν θ' αφήσωμεν ! Εν τούτοις η λέμβος ανεχώρησε με το πρώτον φορτίον, ο δε ναύκληρος και τρεις ναύται έμενον εις το παράλιον ωπλισμένοι. Επήγαινεν η λέμβος και ήρχετο, εσμικρύνετο δε βαθμηδόν ο αριθμός των επί της ακτής, και ηύξανε μετά πάσαν αναχώρησιν η ανυπομονησία των μενόντων. Ηύξανε δε τοσούτω μάλλον καθ' όσον το φως επληθύνετο.

Το 'δικό σου είναι βέβαια κάτω εις την κοιλάδα· αλλά εδώ επάνω πρέπει κανείς να σκέπτεται την Νεράιδα του Πάγου· δεν είναι καλή προς τους ανθρώπους, λέγουν οι άνθρωποι!» — Δεν την φοβούμαι! . . » είπεν ο Ρούντυ. «Με έδωσε 'πίσω, όταν ήμην ακόμη παιδί, δεν θα της παραδοθώ, όταν είμαι μεγάλοςΚαι το σκότος ηύξανε. η βροχή κατέπιπτε, επήλθε, και χιόνι, έλαμπε, ετύφλωνε.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν