Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025


Είπε ότι είσαστε ωργισμένη εξ αιτίας αυτού μοναχά του αδικήματος: ξεσχίσατε στη θάλασσα ένα πουκάμισο άσπρο σαν το χιόνι που φέρνατε από την Ιρλανδία, και σας δάνεισε το δικό της τη βραδυά των γάμων σας. Αυτό ήταν, έλεγε, το μόνο της έγκλημα. Είπε την ευγνωμοσύνη της σε σας για τόσα καλά που της κάνατε, και παρακάλεσε το Θεό να προστατεύση την τιμή σας και τη ζωή σας.

Πίστεψέ με, Ερνέστε, δεν υπάρχει καμμία Καλή Τέχνη δίχως αυτοσυνειδησία, κι αυτοσυνειδησία ή κριτικό πνεύμα είν' ένα και το αυτό. ΕΡΝΕΣΤΟΣ. — Καταλαβαίνω τι θέλεις να πης και βλέπω πως υπάρχει κάποια αλήθεια σ' αυτό που λες. Μα ασφαλώς θα παραδεχθής και συ πως τα μεγάλα ποιήματα του αρχαίου κόσμου, τα πρώτα ανώνυμα μαζωμένα ποιήματα, ήταν ο καρπός της φαντασίας των φυλών παρά των ατόμων.

Εάν η θεία Νοέμι ήξερε πόσο την αγαπώ, δεν θα έκανε έτσι….» «Τζατσίντο! Δώσε μου το χέρι σου. Είσαι καλό παιδί!», είπε ο Έφις συγκινημένος. Σώπασαν∙ έπειτα ο Τζατσίντο άρχισε πάλι να μιλάει με φωνή απαλή, γλυκιά που παλλόταν μέσα στη φεγγαρόφωτη ησυχία σαν παιδική φωνή. «Έφις, εσύ είσαι καλός. Θέλω να σου διηγηθώ μια ιστορία που συνέβη σ’ έναν φίλο μου. Ήταν υπάλληλος, όπως εγώ, στο Τελωνείο.

Περιμένοντας να περάσει η ώρα σήκωσε το κουφάρι, που ήταν ξερακιανό και ελαφρύ σαν εκείνο μικρού παιδιού, το έπλυνε, το έντυσε, μιλώντας του χαμηλόφωνα, ανάμεσα στις προσευχές της, για να του διηγηθεί πώς έγινε η γαμήλια τελετή, πως η Νοέμι έκλαιγε την ώρα που έμπαινε στο καινούργιο, το πλούσιο σπίτι τηςέκλαιγε από ευτυχία, εννοείταιπως το σπίτι ήταν γεμάτο δώρα, πως ο κόσμος τους έραινε με ρύζι και λουλούδια μέχρι μέσα στην αυλή των νεόνυμφων, για να τους ευχηθεί καλή τύχη, πως όλοι, με λίγα λόγια, ήταν ευχαριστημένοι. «Κι εσύ έκανες τέτοιο πράγμα… να φύγεις έτσι, στα κρυφά… χωρίς να πεις τίποτα… σαν την άλλη φορά… Α, Έφις, δεν έπρεπε να το κάνεις αυτό… σήμερα, σήμερα ακριβώς!...»

Όσο για την άλλη τέχνη που σ' αρχόντηνε, Λαμπή, να ο Θεός και ας σε κρίνη. Εμένα το παιδί μου είναι χριστιανός και τίμιος άνθρωπος, και ξεύρει να βγάλη το ψωμί του με τον ίδρω του προσώπου του. Έτσι του είπα, γιατί το ήξευρα πως ήταν κλέφτης.

Του φαινόταν πως ήταν νεκρός και πήγαινε, πήγαινε σαν μια κολασμένη ψυχή που πρέπει να φτάσει στην αιώνια μοίρα της. Στιγμές στιγμές όμως μια αίσθηση ανταρσίας τον ανάγκαζε να σταματά, να κάθεται στην άκρη του δρόμου και να κοιτάει μακριά.

Νά σου ξαναμπαίνει άξαφνα η Χαρζανοπουλίνα με τις δυο της κόρες τώρα και με την αδελφή της την Αριστείδαινα για επικουρία. Πώς τα φέρνει έτσι ο Θεός για να γίνωνται τα μεγάλα πράματα σαν από μονάχα τους! Από καιρό μπουμπούνιζε, μα τώρα ξέσπασε!. . . -Τι φωνές ήταν εκείνες! τι βρισιές! τι μαλλιοτραβήγματα.

Θα είσαι το αιώνιο baby των πολιτικών σπιτιών, πού έχουν κορίτσια μεγαλήτερα. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Ανοησίες! Λ έ λ α. Εμένα η θεία στην Πετρούπολι μ' έβγαλε στον κόσμο από δέκα έξ ετών. Κα. Μ ε μ ι δ ώ φ. Και τώρα εκεί θα σε λογαριάζουν με της γεροντοκόρες. Ου! η Λέλα! θα λένε. Δέκα και είκοσι που θα ήταν, τριάντα σωστά». Να τι θα λένε η καλές γλώσσες. Λ έ λ α.

Μέσα στον ανήσυχον ύπνο του είδε πολλές φορές πως ήταν κάτω στον βυθό κ' επάλαιβε κ' εκονταροχτυπιόταν για ένα ψύχαλο σφουγγαριού. Ετσάκιζε πλευρά, κεφάλια έσπανε, ζεστά και αχνισμένα σωθικά εξέσχιζε λουρίδες με τα δόντια του· αίμα έπινε κ' εμάσα σηκότια ανθρώπινα σαν δράκος. Και όλα για το τιποτένιο ψύχουλο.

Σκουπίζει την εκκλησία, τα συγυρίζει όλα, ανάπτει φωτίτσα και θυμιατίζει, τι θα πη!.... — Παναγία μου! Είπαν και εσταυροκοπήθηκαν αι γυναίκες. — Την είδα τρεις φοραίς έως τώρα. — Κι' απόψε μπάρμπα-Γιωργό; — Ξαργού ξενύκτησα, μα δεν την είδα απόψε. Ήταν όμως τα καντήλια όλα αναμμένα, της ώρας. Και μοσχοβολούσεν η Εκκλησία θυμίαμα, θα πήγεν, ως φαίνεται, απόψε πιο νωρίς που είναι σαββατόβραδο.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν