United States or Equatorial Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αίσιος είναι δι’ ημάς οιωνός οι φιλόφρονες τρόποι και οι γλυκείς λόγοι, δι’ ων μας υποδέχεσθε, και ελπίζω ότι εις γάμους τωόντι ευτυχείς φέρω νύμφην την κόρην μου. Λάβετε σεiς εκ της αμάξης τα γαμήλια δώρα της θυγατρός μου και φέρετε τα μετά προσοχής εις την βασιλικήν σκηνήν. Έξελθε, κόρη μου, της αμάξης και πάτησε εις το έδαφος τους αβρούς και κουρασμένους πόδας σου.

Μία ορφανή πλουσία δεν ημπόρεσε να βαστάξη εις την γλύκα κ' εις το πάθος της κιθάρας και μετ' ολίγον καιρόν συνήφθη αρραβών και είτα ετελέσθη ο γάμος. Εν τω μεταξύ η πτωχή Αρχόντω, η χήρα του πνιγέντος πλοιάρχου, έκλαιε τον σύζυγον και τους υιούς της, κ' οι πλοίαρχοι έκλαιον τας προκαταβολάς των. Και πέραν του πελάγους, εις την αντικρυνήν νήσον αντηχούν άσματα γαμήλια, βακχικά.

Νά, ταις έλεγεν ο ιερεύς, ο γηραλέος και σεβάσμιος, δεικνύων δια της μαύρης χονδρής ράβδου του τα γαμήλια στέφανα της Θωμαής, άτινα ήσαν ανηρτημένα υψηλά από καρφιού, παρά την εικόνα της Ζωοδόχου Πηγής, συνδεδεμένα διά μεταξωτού λευκού μανδηλίου.

Λοιπόν ας έλθωμεν εις τα γαμήλια, και ας διδάξωμεν τους νεονύμφους· πώς και με ποίαν μέθοδον πρέπει να τεκνοποιούν, και, αν δεν υπακούουν, ας τους απειλήσωμεν με κάποιον νόμον. Πώς; Η νύμφη και ο γαμβρός πρέπει να σκέπτωνται πώς να παρουσιάσουν εις την πόλιν όσον το δυνατόν ωραιότερα και καλλίτερα παιδιά.

Εχόρευον αι τέσσαρες νύμφαι θυγατέρες του, αι τέσσαρες Νεράιδες με τα ξανθά μαλλιά και με τα χρυσά στολίδια, φέρουσαι ως πόρπας εις την χρυσήν ζώνην τα μαλαμμοκαπνισμένα τσαπράκια, δώρα γαμήλια του ευλαβούς του Μοναστηρίου ηγουμένου, όστις ουδέποτε έπαυσε να τας ευλογή και τας μνημονεύη τας εναρέτους αδελφάς.

Περιμένοντας να περάσει η ώρα σήκωσε το κουφάρι, που ήταν ξερακιανό και ελαφρύ σαν εκείνο μικρού παιδιού, το έπλυνε, το έντυσε, μιλώντας του χαμηλόφωνα, ανάμεσα στις προσευχές της, για να του διηγηθεί πώς έγινε η γαμήλια τελετή, πως η Νοέμι έκλαιγε την ώρα που έμπαινε στο καινούργιο, το πλούσιο σπίτι τηςέκλαιγε από ευτυχία, εννοείταιπως το σπίτι ήταν γεμάτο δώρα, πως ο κόσμος τους έραινε με ρύζι και λουλούδια μέχρι μέσα στην αυλή των νεόνυμφων, για να τους ευχηθεί καλή τύχη, πως όλοι, με λίγα λόγια, ήταν ευχαριστημένοι. «Κι εσύ έκανες τέτοιο πράγμα… να φύγεις έτσι, στα κρυφά… χωρίς να πεις τίποτα… σαν την άλλη φορά… Α, Έφις, δεν έπρεπε να το κάνεις αυτό… σήμερα, σήμερα ακριβώς!...»

Όλα πήγαιναν καλά∙ η γαμήλια τελετή θα γινόταν στο σπίτι του γαμπρού κι εδώ τίποτα δεν τάραζε την παλιά γαλήνη. Για αν μην ενοχλήσει η Νοέμι τον άρρωστο δεν καθάρισε ούτε την κουζίνα, όπως συνηθίζεται στους γάμους. Το σπίτι και η αυλή ήταν σιωπηλά, ο γάτος ήταν ακίνητος επάνω στον πάγκο, μαύρος με πράσινα μάτια σαν να ήταν η προσωποποίηση της μοναξιάς.