Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025
Δεν το ξέρεις πως θάχουμε παράσταση απόψε; Το τραπέζι θα είναι, να πούμε, σα βήμα. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ — Δε μας λες λοιπόν πως θα βγάλη λόγο; ΥΠΗΡΕΤΗΣ — Τι να σου πω; Ξέρω κ' εγώ; Λόγο, παράσταση, αυτή το ξέρει. Όμως άκουσα να λένε, πως θα κάνη την Οφέλια, μια που τρελλάθηκε λέει για ένα τρελλό βασιλόπουλο. Έλα, δώσε μου τώρα ένα χέρι να βάλουμε το τραπέζι στη μέση. Την κακομοίρα!
Κι' αφτοί προχώρησαν, μπροστά ο θεϊκός Δυσσέας, κι' ομπρός του στάθηκαν. Έτσι είπε, και τους έφερε πιο μέσα στην καλύβα και στα σκαμνιά τους κάθισε και τ' άλικά του πέφκια, 200 κι' εφτύς γυρνάει κι' εκεί κοντά φωνάζει του Πατρόκλου «Βάλε εδώ ομπρός μας, Πάτροκλε, κροντήρι πιο μεγάλο, άσ 'το έτσι το κρασί πιο αγνό, δώσε ολωνών ποτήρια· φίλους ξενίζει η στέγη μου τους πιο λαχταρισμένους.»
Εις τον ήχον της φωνής σου δώσε δύναμιν και τόνον, Και με θάρρος, Δεληγιάννη, ζήτησε τους όχι μόνον Όσα μέρη είνε πρέπον η Ελλάς να τα κατέχη, Όχι μόνον όσας νήσους το Αιγαίον περιβρέχει, Αλλά κι' ό,τι άλλο μέρος σου κατέβη εις τον νου, Το Βουγιούκδερε, την Πόλι και το Σαραΐ-Μπουρνού.
Εάν η θεία Νοέμι ήξερε πόσο την αγαπώ, δεν θα έκανε έτσι….» «Τζατσίντο! Δώσε μου το χέρι σου. Είσαι καλό παιδί!», είπε ο Έφις συγκινημένος. Σώπασαν∙ έπειτα ο Τζατσίντο άρχισε πάλι να μιλάει με φωνή απαλή, γλυκιά που παλλόταν μέσα στη φεγγαρόφωτη ησυχία σαν παιδική φωνή. «Έφις, εσύ είσαι καλός. Θέλω να σου διηγηθώ μια ιστορία που συνέβη σ’ έναν φίλο μου. Ήταν υπάλληλος, όπως εγώ, στο Τελωνείο.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ Όχι, πατέρα μου, δώσε μου τον καιρό, σε παρακαλώ. Ο γάμος είναι μια αλυσίδα που δεν πρέπει να δένη διά της βίας τις καρδιές· και αν ο κύριος είναι έντιμος άνθρωπος, δε θα θελήση ποτέ να δεχθή για γυναίκα του μια κόρη που του τη δίνουν παρά τη θέλησί της.
ΑΡΓΓΑΝ Έλα, κόρη μου, δώσε το χέρι σου στον κύριο και βεβαίωσέ τον ότι θα του είσαι πιστή σύζυγος. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Πατέρα μου! ΑΡΓΓΑΝ Ε! τι πατέρα μου! τι θα πη αυτό; ΑΓΓΕΛΙΚΗ Σε παρακαλώ, μη βιάζης τα πράγματα. Δώσε μας τουλάχιστο τον καιρό να γνωριστούμε και να γεννηθή μέσα μας η συμπάθεια εκείνη που είνε αναγκαία για κάθε τέλειο γάμο.
Το ξέρω συ πως μ' αγαπάς, και τώρα ίσως θ' απορής πούρθες στην πόρτα να με βρης. Έλα κοντά, και δώσε μου το στόμα το γλυκό σου. ΝΕΑΝΙΑΣ Α μπα: φοβάμαι, μάτια μου τον αγαπητικό σου. Α' ΓΡΑΥΣ Ποιόν; ΝΕΑΝΙΑΣ Α, τον ενδοξότερο απ' όλους τους ζωγράφους. Α' ΓΡΑΥΣ Ποιόν; ΝΕΑΝΙΑΣ Που στολίζει τα σταμνιά που βάζουνε στους τάφους! Κρύψου λοιπόν να μη σε ιδή στην πόρτα, πως κατέβης
— Παύλο, του είπε πάλι, μια νύκτα, την ώρα που έβγαινε το φεγγάρι απ' το βουνό, δώσε μου την καρδιά σου, όλη σου την καρδιά, να την έχω μοναχή μου και κανένας άλλος στον κόσμο. Ο Παύλος την κύτταξε γλυκά. — Η καρδιά μου, Παυλίνα, ήτανε το πρώτο χάρισμα που σούκανα. Και πάλι μου τη ζητάς; Η Παυλίνα τον κύτταξε στα μάτια και του είπε: — Ορκίσου μου πως είναι δική μου. Ο Παύλος της ωρκίστηκε.
Τότε εστάθη με προσοχήν και ήκουσε καθαρά ταύτα τα λόγια: «Ω σκληρά και ανελεήμων τύχη, που δεν με άφησες να χαρώ καν μίαν ώραν εις ευτυχίαν, και με κατήντησες εις την πλέον εσχάτην δυστυχίαν, αθλιέστερον από όλον το ανθρώπινον γένος, παύσε μίαν φοράν να με καταδιώκης, και δώσε μου ένα γρήγορον θάνατον διά να ελευθερωθώ από τόσους πόνους.
— Δώσε μου το χέρι σου!» είπε η κόρη, «θα σε βοηθήσω εις την ανάβασιν»· και ο Ρούντυ ησθάνετο να εγγίζεται από παγωμένα δάκτυλα
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν