Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025
Έτσι η Πακέττα άνοιγε την καρδιά της στον καλόν Αγαθούλη, μέσα σ' ένα δωμάτιο, μπροστά στο Μαρτίνο, ο οποίος έλεγε στον Αγαθούλη. — Βλέπετε, πως έχω κερδίσει έως τώρα το μισό στοίχημα. Ο αδελφός Γαρουφάλης είχε μείνει στην τραπεζαρία κ' έπινε από λίγο- λίγο προσμένοντας το δείπνο.
Δύο δύο πάντα στη γραμμή, ετρύπωναν μες το δωμάτιό τους, διαβαίνοντας κάτω από τ' αστραφτερό λεπίδι, πουτόπαιζε ρομφαία φοβερή απάνωθέ τους ο Βλαχογιώργος, στεκόμενος, μπόγιας σωστός, στην πόρτα τους απόξω, με τους φαντάρους πλάι του που έτρεξαν και αφτοί στο ξαφνικό του πρόσταγμα.
Στο δωμάτιο της, στο Τινταγκέλ, η Ιζόλδη η Ξανθή στενάζει για τον Τριστάνο και τον προσκαλεί. Να την αγαπάη πάντοτε; άλλη σκέψι δεν έχει, ούτε άλλη ελπίδα, ούτε άλλη επιθυμία. Όλη της η επιθυμία είναι σ' αυτόν, και δυο χρόνια τώρα δεν ξέρει τίποτε από μέρους του. Πού είναι; Σε ποιον τόπο; Να ζη τάχα τουλάχιστον;
Α! ποιος θάβανε ποτέ με το νου του τέτοια προδοσία. Τη νύχτα, σαν απόφαγε ο Βασιλιάς και οι άνθρωποι του κοιμήθηκαν στην αίθουσα που ήτανε κολλητά στη δική του, ο Τριστάνος, κατά τη συνήθειά του, ήρθε στο δωμάτιο του Βασιληά Μάρκου. «Ωραίε ανηψιέ, κάνετε το θέλημά μου: την αυγή θα καβαλήστε και θα πάτε στο Καρδουέλ αυτή την επιστολή στο Βασιληά Αρθούρο, να την ανοίξη μπροστά σας.
Ύστερα από όλα αυτά, ο παπάς καλονύχτησε τη γριά και τράβηξε για το δωμάτιο, που πήγαινε πάντα ταχτικά και κοιμώνταν, κάθε φορά, που έρχονταν από το χωριό του, για να λειτουργήση.
Φεύγει η Ιζόλδη και τρέχει έως το δωμάτιό της όπου η Βραγγίνα την πέρνει ολότρεμη στα χέρια της. Η Βασίλισσα της διηγείται την περιπέτεια. Η Βραγγίνα φωνάζει: «Ιζόλδη, κυρία μου, ο Θεός έκανε μεγάλο θαύμα για σας. Είναι πατέρας πονετικός και δε θέλει το κακό των αθώων.»
Οι ξένοι τόσο θα θαμπωθούν, που μόνοι τους θα μας δώσουν την πατρογονική κληρονομιά μας.... — Ω! δυστυχία μας! έβγαλε δυνατή φωνή η κυρά Πανώρια. Και πιάνοντας το κεφάλι με τα δυο της χέρια, έτρεξε στην πόρτα, βγήκε από το δωμάτιο, κράζοντας με όλη της τη δύναμη, σα να ζητούσε βοήθεια· — Δημητράκη, Δημητράκη! χαθήκαμε! Ο Άλταης ο Χαγάνος ξύπνησε τ' απομεσήμερο με πολλή κακή διάθεση.
Όταν εμπήκαν όλοι οι κατάδικοι του Τρία στο δωμάτιο, ο Βλαχογιώργος με κίτρινα τα χείλη από το φόβο του, γιατί ένιωθε πια τόρα πως είχε με λιοντάρια ανήμερα να κάμη, εστάθηκε στης πόρτας το διαπύλι. — Τούνους ήταν του σκαμνί, ουρέ ζιαγάρια; ρώτησε με θυμό, κ' επάσκιζε να συγκρατήση το σαγόνι του που ξέφεβγε κ' επάγαινε να ξεκολλήση απ την τρομάρα του.
Όμως μπήκε δυο φορές στο δωμάτιό μας κ' έφυγε πολύ προτήτερα από μας. — Αλλίμονο! είπεν ο Αγαθούλης. Ο καλός Παγγλώσσης μου είχε συχνά αποδείξει, πως τα αγαθά της γης είναι κοινά σ' όλους τους άνθρωπους και πώς όλοι έχουν σ' αυτά ίσα δικαιώματα. Αυτός ο κορδελιέρος θα έπρεπε, σύμφωνα μ' αυτή τη θεωρία, να μας αφήση με τι ν' αποτελειώσουμε το ταξίδι μας.
Φραγκούδη. — Διέτε τώρα τι λέει αφτός· «Πρέπει κατά τον κ. Ψυχάρην να λέγωμεν το δωμάτι αντί το δωμάτιον ». Εγώ ποτέ μου δεν είπα το δωμάτι, μήτε μπόρεσα να πω στη ζωή μου πώς πρέπει να το λέμε! Αν έλεγα τη λέξη, θα την έλεγα δωμάτιο, καθώς θα την πη όποιος τη συνηθίζει.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν