Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025
Μα γιατί ναποθάνη; Γιατί ήτο τόσο βέβαιον ότι θα πέθαινε από την αρρώστια της; Πώς τόσοι άλλοι που αρρώσταιναν εγίνοντο καλά, κιαυτή θα πέθαινε; Τι αν το είπε ο γιατρός, όταν ο Θεός έχει τη δύναμη και νεκρούς νανασταίνη; Με τις θρησκευτικές ιδέες, πούχα τότε, όλα τα θαύματα θεωρούσα δυνατά.
Η Νοέμι δεν απάντησε, δεν μπορούσε να μιλήσει. «Τι έγινε;», επανέλαβε δυνατά. «Καταστραφήκαμε, Πρέντου…», είπε τελικά και της φάνηκε ότι μιλούσε παρά τη θέλησή της. «Ξοφλήσαμε. Ο Τζατσίντο πλαστογράφησε την υπογραφή της Έστερ….. Και η τοκογλύφος διαμαρτύρησε τη συναλλαγματική…» «Α, να πάρει ο διάολος!», φώναξε ο ντον Πρέντου, δίνοντας μια γροθιά στον τοίχο.
Αλλά και πάλιν ο Τιγγελίνος είχε βάλη τα δυνατά του διά να αποδείξη εις τον Καίσαρα, ότι ο Καρίνας υπερηκόντιζε τον Πετρώνιον κατά την καλαισθησίαν και τας γνώσεις, και καλλίτερον αυτού θα εγνώριζε να διοργανώνη εν Ελλάδι αγώνας, υποδοχάς και θριάμβους. Έκτοτε ο Πετρώνιος ήτο χαμένος.
Είχε τα μπράτσα δυνατά, πλατύ το στήθος, άτρομο το βλέμμα, άστρο νομίζεις αυγινό που ρίχνεται από την άπειρη δύναμι να σύρη σε ανατολή και δύσι λαμπρό και αδαπάνητο. Αν τον έβλεπεν η γριά μάνα της Λενιώς, βέβαια θα εγνώριζεν ευθύς τον ονειρεμένο της γαμπρό. Τον είδε όμως η κόρη. Τον είδε και τον αναγνώρισεν ευθύς για φαντασιά της μάνας της, ίσως και για στοχασμόν δικό της.
Τέλος θα ήταν μια μισή μετά τα μεσάνυχτα, οπού ακούστηκαν απ' όξω ποδοβολητά και απορθουνίσματα ζώων, Ο παππά Συνέσιος εσηκόθηκε κ' επλησίασε την πόρτα. Σε λιγάκι εχτύπησαν ελαφρά και ο 'γούμενος εύγαλε τον ξύλινο μοχλό της σιδερόφρακτης πόρτας, η οποία έτριξε δυνατά στα σκουριασμένα μάσκουλά της και ανοίχτηκε διάπλατη.
Ήτανε κοντά ώρα της αγογιοματινής βοσκής κι ο Δάφνης, αφού ανάντεψε από ψηλή ραχούλα τα κοπάδια και τη Χλόη κ' εφώναξε δυνατά «ώ Νύμφες και Πάνα!» έτρεξε κάτου στον κάμπο· και σαν αγκάλιασε τη Χλόη και λιγοψύχησε έπεσε χάμω.
Είναι δε δυνατόν κανείς και τον υιόν του να τον θεωρήση εχθρόν, καθώς η Μερόπη , και να ειπή ότι ήτο ως σφαίρα η αιχμή του δόρατος, ενώ ήτο ακονισμένον, ή ότι το λιθάρι ήτο ελαφρόπετρα. Έπειτα ότι τον εκτύπησε διά να τον σωφρονίση και τον εφόνευσε. Και ότι ηθέλησε απλώς να τον εγγίση, διά να του δείξη πώς κάμνουν οι πυγμάχοι, και τον εκτύπησε δυνατά.
Τα ψηλά δένδρα, ανάρηα — ανάρηα, έστεκαν ασάλευτα μέσα στον άτρεμον αέρα. Περπατούσαμε και δεν ξέραμε πού πάμε. — Πού πάμε; ρώτησα με πνιγμένη φωνή. Δεν ξέρω πού πάμε, μου είπ' ο Άλλος. Η καρδιά μου κτυπάει δυνατά.... Ύστερα σταματήσαμε. Δεν μπορούσαμε να πάμε μπροστά. Τα πόδια μας καρφώθηκαν στο χώμα. Με τα βαρειά βουνά, με τα μεγάλα δένδρα, με τα μαύρα σύννεφα, μείναμε ακίνητοι.
Εκείνη δε με ηρώτησε μήπως ήθελα ν' ακολουθήσω το παράδειγμά των, και ως προς αυτήν να μη ανησυχώ. — Εφ' όσον βλέπω αυτά τα μάτια ανοικτά, είπα, προσβλέπων αυτήν δυνατά, δεν υπάρχει βέβαια φόβος να κλείσουν τα δικά μου. — Εβαστάξαμεν και οι δύο έως εις την θύραν της, ότε η υπηρέτρια ήσυχα ήσυχα της ξάνοιξε, και ερωτηθείσα εβεβαίωσεν ότι ο πατήρ και τα μικρά είναι καλά, και ότι όλοι ακόμη εκοιμώντο.
Η ψυχή της είταν όλη τρυφερότητα κ' η ζωή, που ήθελε να ζήση, είτανε μια γιορτή, όπου το αίστημα για την αξία και την ιερότητα της ζωής δεν μπορούσε να υποφέρη παραφωνία. Όλα όμως, όσα μέσα της είτανε δυνατά και ζωντανά, είτανε μαζί κι αστενικά κ' ευκολόσπαστα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν