Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
Την ώρα όμως που με κόπο σηκωνόταν, με τα γόνατά του να τον πονούν, ένοιωσε θλίψη, σαν να πέρασε η σκιά ενός σύννεφου μέσα από την εκκλησία, σκεπάζοντας το πρόσωπο της Μαγδαληνής. Και το πρόσωπο της ντόνας Νοέμι το σκέπαζε σκιά, ενώ σκυμμένη έραβε μέσα στην αυλή. Ο Έφις έκοψε έναν πανσέ από την άκρη του πηγαδιού και της τον προσέφερε.
Ο πόθος της αγροτικής ζωής ποτέ δεν έπιασε τόσο αλαίμαργα άλλη ψυχή. Και ποια ακόμα τέλεια ευτυχία, να γέρνη ν' αναπαύεται στα μικροκαμωμένα γόνατα της όμορφης χωριατοπούλας, και να τον μεθούν και να τον αποκοιμίζουν τα ολόμαυρα αυτά μάτια, που τον κοιτάζουν τόρα τόσο λιγωμένα και λαχταριστά......
Μον έμπα εσύ τα γόνατα και πιάσε τ' Αχιλέα, 465 και στον πατέρα ξόρκιστ' τον στη λυγερή του μάννα και στο παιδί του, και θαρρώ τα σπλάχνα θαν τ' αγγίξεις.» Είπε, και στου Ελύμπου αφτός τα μακροβούνια φέβγει.
Και εκάλεσε τον επιστάτην. Ο Χίλων έδραξε σπασμωδικώς τα γόνατα του Βινικίου και με το πρόσωπον κάτωχρον. — Δέσποτα! δέσποτα! .. Είμαι γέρων . . . Πεντήκοντα ραβδισμοί αρκούν . . . Εκατόν, όχι τριακοσίους! Έλεος! Έλεος! Ο Βινίκιος τον απώθησε και έδωκε την διαταγήν.
Ο Τζατσιντίνο….. το γράμμα που του έγραψε κρυφά…. Πλάι τους, καθισμένη καταγής με την πλάτη στον τοίχο και τα χέρια γύρω από τα γόνατα, η Γκριζέντα γελούσε κοιτάζοντας το αγόρι που έπαιζε το ακορντεόν.
Αφού ετελείωσα τούτα τα λόγια, έπεσα εις τα γόνατά της, και τα αγκάλιασα με θερμότητα.
Κι' ίδρος κουρνιαχτός, δίχως στιγμής ανάσα, 385 τα μάτια κάθε μαχητή περέχαε και ρουθούνια και χέρια πόδια γόνατα καθώς πετσοκοπιούνταν γύρω όλοι εκεί στον παραγιό του ξακουστού Αχιλέα.
— Με ξίππασες, καημένε, του κάνει η Ασήμω, συμμαζεύοντας τα τσακισμένα της φορέματα και μαλλιά. — Τι τήραες εκεί απάνω; της λέει ο Πανάγος, και στο πρόσωπό του συνανταμώνουνταν το χαμόγελο της αγάπης με το κοκκίνισμα της ντροπής. — Το σταφύλι, απολογιέται η μαζώχτρα, και χαμηλώνει τα μάτια. — Το σταφύλι λαχτάρησες; της ξαναλέει ζυγώνοντας, καθώς πηδούσε ο σκύλος στα γόνατά του λαχανιασμένος.
Αλλ' ο Δημήτρης εκ του κόπου, τον οποίον κατέβαλε κατερχόμενος το κατωφερές μονοπάτι του λόφου, κατέπεσεν εξηντλημένος εις μίαν λόχμην ροδοδάφνης, πριν ακόμη κατορθώση να φθάση εις την βρύσιν. Επροσπάθησε να συρθή με τα γόνατα έως εκεί, να πίη ολίγο νερό να δροσισθή αλλά δεν ηδύνατο καλά καλά ουδέ τον βραχίονα να σηκώση.
Τα μέλη τούκανε αλαφρά — τα γόνατα τα πόδια — και στο βραβεία ότι είτανε σε λίγο να χοιμήσουν, βλάφτει τον Αία η Αθηνά, και να! γλυστράει πατώντας σβουνιά χυμένα πούταν κει μουγκρόφωνων βοδιώνε, 775 πούσφαζε στου Πατρόκλου πριν ο άξιος Αχιλέας· και πέφτει, και του γιόμισαν σβουνιά το στόμα οι μύτες. Τότες αρπάει του γέρου ο γιος Λαέρτη την κροντήρα σαν ήρθε πρώτος· κι' έμεινε το βόδι για τον Αία.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν