United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θέλεις και συ να σκοτωθής; Δεν φθάνει του Τυβάλτη ο σκοτωμός; Και με αυτό, αμαρτωλέ, που θέλεις να κάμης εναντίον σου, να την σκοτώσης θέλεις κ' εκείνην, την γυναίκα σου, που ζη απ' την ζωήν σου; Τι εξυβρίζεις κι' ουρανόν και γην και ύπαρξίν σου; Και ύπαρξίν σου, κι' ουρανόν, και γην, τα έχεις όλα, είν' εις το χέρι σου, και συ γυρεύεις να τα χάσης!

Τι γυρεύεις από μένα, εσύ; Μήπως έρχομαι εγώ να σε βρω; Όλοι εσείς σ’ εμένα έρχεστε, όταν η πείνα ή το βίτσιο σας σπρώχνουν. Ήρθε ο ντον Τζάμε, ήρθαν οι κόρες του, ήρθε ο εγγονός του. Ήρθες κι εσύ, φονιά! Και όταν έχετε ανάγκη είστε καλοί, μετά όμως γίνεστε άγριοι σαν λυσσασμένοι λύκοι. Φύγε…

Του Έρωτα η φλόγα Είναι παντού χυμένη, Κι η φύση ερωτεμένη Τον έρωτα αντηχάει, Ω τρυφερώτατ’ Έρωτα Της φύσης όλης πάθος, Θνητός δεν έχει λάθος Εσέ να προσκυνή. Φιλόπονο Μελίσσι, Που σ' έκαμεν η φύση Το μέλι να τρυγάς, Το μέλι, που γυρεύεις, Μη κόπους εξοδεύεις Να πας ν' ανθολογάς.

Και να τος πράγματι ο Τζατσίντο που έρχεται βιαστικός, ξεσκούφωτος, με τα μαλλιά του και τα ρούχα άσπρα από το αλεύρι. Κάποιος είχε πάει να τον ειδοποιήσει για τον ερχομό του υπηρέτη. «Τι γυρεύεις εδώ πάνω;», τον ρώτησε, πιάνοντας τον από τα μπράτσα και ταρακουνώντας τον.

Δεν ηξεύρω να έχη όλη η Ιταλία άνθρω- πον πλέον θερμοαίματον από εσένα. Γυρεύεις αιώνια περίστασιν ν' απλώσης το ζωνάρι σου, και απλόνεις το ζωνάρι σου διά να εύρης περίστασιν. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Τι θέλεις να ειπής με αυτό; ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Θέλω να ειπώ ότι αν είχεν ο κόσμος άλλον ένα ωσάν εσένα, δεν θα επολυχρόνιζε κανείς από τους δυο σας· — ο ένας θα έτρωγε τον άλλον.

Ο βεζύρης της απεκρίθη θυμωμένος· εσύ γυρεύεις μοναχή σου τον θάνατόν σου, αντί να κάμης καλόν των άλλων, θέλεις πέσει εσύ εις την δυστυχίαν εκείνων, καθώς συνέβη εις τον γάιδαρον, που έστεκε καλά, αλλά δεν ήξευρε να φυλάξη την ευτυχίαν του, έως που ύστερα εμετανόησε. Λέγει η Χαλιμά· τι δυστυχίαν έλαβεν ο γάιδαρος; Της απεκρίθη ο βεζύρης· άκουσε και θέλεις μάθει.

Α' ΓΡΑΥΣ Έννοια σου, και κατάλαβα καλά το τι γυρεύεις. ΝΕΑΝΙΑΣ Ώ, μα τον Δία, έννοιωσα κ' εγώ πολύ καλά τι έχεις στα μυαλά. ΝΕΑΝΙΑΣ Βρε γρηά! θαρρώ πως σούχει στρίψη! Α' ΓΡΑΥΣ Λέγε μου κι' άλλ' ακόμα, μα θα σε πάω σέρνοντας μέσ' στο δικό μου στρώμα. Α' ΓΡΑΥΣ Δυστυχισμένε! σώπα πειά και μη με κοροϊδεύης. κ' έλα μ' εμέ ν' ανέβης!

Ηρωδιάς χορεύτρια, η κοιμωμέν' εις κρίνα, γυρεύεις επί πίνακος την κάραν του Προδρόμου, αλλά κι' εγώ προς χάριν σου, Σιλφίς και Μπαλαρίνα, δεν δυσκολεύομαι πολύ να κόψω το ξερό μου. Μεσσαλίνα, παστρικό του Νέρωνος κουμάσι, που 'πείραζε τα νεύρα σου παν απρεπές κι' ανήθικον, την άσπιλόν σου αρετήν η Ρώμη ας θαυμάση, όταν εις τρώγλας μαίνεσαι μαζί με κάθε πίθηκον.

Του λες τους καημούς σου; Πάλι τονε χάνεις, και μαζεύεις τρις χερότερα βάσανα στο κεφάλι σου. Κάλλιο να μην έχης καθόλου, καθόλου καημούς. Τι καλό θα σου κάμουν! Και γιατί να χολοσκάνης του κάκου, ακριβή μου. Εσένα η ζωή σου σαν ατάραγο ποτάμι θα τρέχη. Θα σ' αγαπάη ο καλός σου, ό,τι του γυρεύεις δικό σου θα είνε.

Τηράει δεξιά, τηράει ζερβιά, τηράει κατά τη Σκάλα, «Βρε κάμπε αρρωστιάρηκε, βρε κάμπε μαραζάρη, »Με τη δική μου λεβεντιά να στολιστής γυρεύεις; »Για βγάλε τα στολίδια μου, δος μου τη λεβεντιά μου, »Μη λυώσ' όλα τα χιόνια μου και θάλασσα σε κάμω