Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Είπε κ' εκαταπείσθηκεν η ανδρική ψυχή μας. και τότε αυτού καθόμασθεν, ολόκληρον τον χρόνο, μ' άφθονο κρέας, με κρασί γλυκό, φαγοποτώντας. αλλά 'ς τον κύκλο των καιρών ότ' έκλεισεν ο χρόνος, οι μήνες ως εδιάβαιναν, και η 'μέραις μεγαλώσαν, 470 παράμερα μ' εκάλεσαν οι σύντροφοι και μου 'παν• «καϋμένε, την πατρίδα σου να θυμηθής είν' ώρα, αν να σωθής η μοίρα σου το θέλει και να φθάσης 'ς το σπίτι το καλόκτιστο, 'ς την γη την πατρική σου».
ΔΑΦΝΙΣ Το μουγκρυτό του μοσχαριού γλυκό, και της 'γελάδας, και της φλογέρας η λαλιά γλυκειά, και του βουκόλου, όλα γλυκά, κ' εγώ γλυκά, γλυκά θα τραγουδήσω.
Τη στιγμήν αυτή η καρδιά μου ανοίγει Και μαλακόνει σα κηρί, που είταν σκληρή σαν πέτρα, Και γι’ άντρα μου σε δέχομαι και για γλυκό μου ταίρι. Φιλιούνται κι’ αγκαλιάζονται τα δυο τ’ αγαπημένα Και δε χορταίνουν φίλημα κι’ αγάπη δε χορταίνουν.
«Αμέτρητη χαρά πλημμυρούσε την καρδιά μου, επειδή ξανάβλεπα τη γη των παππούδων μου, τη γη που είδα για πρώτη φορά το γλυκό φως του ήλιου, και κατάλαβα για πρώτη φορά τον εαυτό μου άνθρωπο.
Ο πατέρας σου καθώς είναι άνθρωπος ωμός, χωρίς ποτέ να της πη ένα γλυκό λόγο, της είχε κάμει τη ζωή της μιαν απέραντη μονοτονία. Περίμενε λοιπόν πότε να μεγαλώσης εσύ, για να χαρή κι αυτή τον κόσμο. Πόσες φορές μούλεγε: «Και τι ανάγκη έχω κι αν υποφέρω τώρα; Θα μεγαλώση ο Σταύρος μου και θα καταφέρη τον πατέρα του να μου βγάλη και την Αννούλα από το σκολειό του μοναστηριού.
Θανάση, ξύπνα· κάτσε εκεί που πάντα συνειθίζεις Και το γλυκό σου πάρε μας, Θανάση, το τραγούδι, Οπού τ' ακούγουν τα βουνά και χαίρουν, καμαρώνουν, Τ αγρίμια κ' ημερεύουνε, τα δέντρα χαμπηλώνουν, Και χύνει μόσχο-ανασασμό του βράχου το λουλούδι Γιατί σε τέτοια συλλογή κάθε χαρά να πνίξης; Η λίμνη πώς σε καρτερή τα χείληα σου ν' ανοίξης!! Και τι γλυκότερο απ' αυτό!
Σε βράχο απάνω καθούμενος, και ξανακλαίοντας του πατρός μου, του βασιλέα, το καταπόντισμα, άκουσα κ' εσιγοσίμωσε κοντά μου αυτή η μουσική απάνω στα κύματα, ημερώνοντας το θυμό τους και το πάθος μου με το γλυκό της ήχο. Από κει την ακολούθησα, ή, κάλλιο, μ' έσυρ' εκείνη. — Αλλ' εχάθη· όχι· αρχίζει πάλι. Ο Άριελ τραγουδάει.
Γύρω ο κατάψηλος ως το ταβάνι σκελετός του φαρμακείου με το γλυκό κιτρινωπό χρώμα του, φωρτωμένος στα γυάλινα βάθη του από βάζα, γυάλιζε εδώ κι εκεί από το ηλιοπλημμύρισμα.
Κι άρχισ' ο Δάφνις δεύτερος το λιγερό τραγούδι. Απ' τη σπηληά διβαίνοντας μαζί με τα δαμάλια, μια σμιχτοφρύδα μ' είδε χθες κ' είπεν: ώμορφος πούνε! Κ' εγώ δεν αποκρίθηκα, λόγο πικρό δεν είπα, μα με τα μάτια χαμηλά τράβηξα στη δουλειά μου. Είνε γλυκό το μουγκρυτό κ' η ανάσα της γελάδας, γλυκό είνε και το πλάγιασμα στη ρεμματιά το θέρος.
— Κρέμασμα ανάποδα θέλουνε . . . Χτύπημα με το καλάμι, για να ξεράσουν μαθές! . . . Καλά που είναι γλυκό το νερό . . . Πού είναι ο άντρας σου, Χριστιανή μου;. . . Έτσι τ' αφήνουν, μικρά κορίτσια μοναχά τους, να παίζουν με το νερό της στέρνας; Καλά που ήρθα! Ο Θεός μ' έστειλε . . . Από τον Ανάγυρο έρχομαι, απ' τον εληώνα . . . Καλά που ήτον η πόρτα του μπαχτσέ ανοικτή! . . .
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν