Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Είπα να του παίξω καμμιά δουλειά, ν' αφήσω μια το σκοινί, που να του φανή ο ουρανός σφοντύλι... να σου τον φτιάσω εγώ κοπανιστή... Μα ας έχη χάρι, λυπήθηκα το γάλα του κυρ- Αναγνώστη, ει δε μη, ένα τσομπανόπουλο ολιγώτερο, ένα περισσότερο, θελά χάση, κατάλαβες, η Πόλι...
Αλλά και αν δεν είχα καμμίαν τοιαύτην αφορμήν εναντίον της θα ήμουν δικαιολογημένος, αφού είμαι σχεδόν τεσσαρακοντούτης, ν' απαλλαγώ από τον θόρυβον και τας δίκας και ν' αφήσω τους δικαστάς ησύχους, να παύσω τας κατηγορίας εναντίον των τυράννων και τα εγκώμια των ανδραγαθούντων και ν' αποσυρθώ εις την Ακαδημίαν ή το Λύκειον, να συμπεριπατώ με τον καλόν τούτον Διάλογον και να συνδιαλέγωμαι ησύχως μετ' αυτού χωρίς να έχωμεν ανάγκην επευφημιών και χειροκροτημάτων.
Πού να τον 'πω τον πόνο μου, πού να τον απορρίξω; Να τον ειπώ 'ςτά τρίστρατα, τον παίρνουν οι διαβάταις, Να τον αφήσω 'στά κλαριά, τον παίρνουν τ' αγριοπούλια!... Κι' αν κλάψω, τα φαρμακερά τα δάκρυα πού να πέσουν; Αν πέσουνε, 'ςτή μαύρη γη, χορτάρι δε φυτρώνει, Αν πέσουνε 'ςτόν ποταμό, ο ποταμός θα στύψη, Αν πέσουνε 'ςτή θάλασσα, πνίγονται τα καράβια, Κι' αν τα βαστάξω 'ςτήν καρδιά, με καίν', με φαρμακώνουν Αναθεμά σε, ξενητειά, με τα φαρμάκια πώχεις!
Προ ολίγου καιρού, όταν ήρθ' εκείνος ο χωρικός από τας Αχαρνάς κ' έφερε δύο μνας, αμούστακος και αυτός — είχε πάρει την πούλησι απ' τα κρασιά του πατέρα του — τον έδιωξες με περιφρόνησι, γιατί θέλεις να κοιμάσαι μόνο με το μορφονιό το Χαιρέα. ΜΟΥΣ. Τι; έπρεπε ν' αφήσω το Χαιρέα και να πάρω εκείνον τον βρωμιάρην τον χωριάτη; Για μένα το νοστιμώτερο γουρουνόπολο των Αχαρνών είνε ο καλός μου Χαιρέας
Τοιαύτα φανταζόμενος ο Μανώλης συνεκινείτο μέχρι δακρύων και έλεγε: — Μα είντα φταίει κιόλας αυτή η μαυρομοίρα; ... .Όι, Τερερέ, δε θα σ' αφήσω 'γώ να τήνε πάρης· καλλίτερα να σε πάρη ο διάολος. Επιστρέψας δε εις το χωριό, αντί ν' αποφύγη διά λοξοδρομίας, ως από τινος συνήθιζε, τον δρόμον του Θωμά, εβάδισε κατ' ευθείαν.
— Ουφ! καϋμένε Αγησίλαε, . . να ήξευρες πώς βαρηούμαι! απήντησεν εκείνη παρατείνουσα μετά κόπου τας λέξεις και οιονεί συλλαβίζουσα αυτάς. Επάνω εις την χώνευσιν . . πού ν' αφήσω τώρα τον καϋμένον των Πλούτωνα, που κοιμάται τόσον εύμορφα. — Καλά! υπέλαβεν ο Αγησίλαος· και η τελευταία της λέξεως συλλαβή απήχησεν εις δεύτερον και φωβερώτερον του πρώτου χάσμημα.
ΗΡΑΚ. Λοιπόν άκουσε, ω Ζευ, να σου ομιλήσω με ειλικρίνειαν, διότι εγώ, ως ο κωμικός ποιητής είπε, είμαι αγροίκος και λέγω την σκάφην, σκάφην• εάν τοιαύτη είνε η δύναμις των θεών, θα σας αφήσω να χαίρεσθε μόνοι σας τας τιμάς του ουρανού, την κνίσαν και των σφαγείων το αίμα και θα φύγω εις τον Άδην, όπου τουλάχιστον θα με φοβούνται αι σκιαί των θηρίων τα οποία έχω φονεύση, όταν θα με βλέπουν γυμνόν, αλλά και ωπλισμένον με τόξον.
Ενίοτε μάλιστα προέβαινε περαιτέρω: Όχι μόνον δεν σου το πωλώ, απήντησε μίαν ημέραν προς τον πλούσιον, αλλά, και αφού πεθάνω, θ' αφήσω διαθήκη, να χαλάσουν τον βράχο, με τα φουρνέλλα, νάμβη η θάλασσα 'ς το σπιτότοπο, ν' αράζουν οι βάρκαις!» Εθόλωσεν ο ναΐσκος από την ευωδίαν του θυμιάματος.
Μαζί μου έλα να σ' οδηγήσω εις τον Ληρ, κ' εκεί να σε αφήσω να τον προσέχης. Χρεωστώ να κρύπτωμαι ακόμη, αλλ' όταν έλθη ο καιρός να μάθης ποίος είμαι, δεν θα το έχης εντροπήν, αν μ' έδειξες φιλίαν. Εντός σκηνής εν τω γαλλικώ στρατοπέδω. ΚΟΡΔ. Εκείνος είν', αλλοίμονον!
Εγώ, αν μετεχειρίσθην φάρμακα, διά να κάμω στείραν την θυγατέρα σου, όπως αυτή λέγει, με την θέλησίν μου και όχι διά της βίας, θ' αφήσω τον βωμόν αυτόν και θα υποβληθώ εις την κρίσιν του γαμβρού σου. Διότι και αυτόν δεν βλάπτω ολιγώτερον, αν τον καταδικάζω να μείνη χωρίς παιδιά. Εγώ αυτά έχω να είπω διά τον εαυτόν μου. Όσον αφορά εσέ, ένα μόνον παρατηρώ.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν