Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Είντα θέλει από σένα, που τση πέφτεις παιδί τση; Άντρα σε θέλει γ ή καύκο; Κουζουλάδα, πρέπει, την πιάνει την κακομοίρα, απού τον καϋμό τση, γιατί δε βρίσκει άντρα. Καλά το λέει κ' η θεια σου το Καλιό. Μα δε θα την αφήσω γω να ξεμυαλίση το παιδί μου και να το κάμη ανεμπαίγνιδο του χωριού.

Ακόμα αληθινότερη είταν όμως όταν έπνιγε τα λόγια στα χείλη της και με παρακαλούσε να την αφήσω να πεθάνη.

Εθεώρησα καλόν, αφού αφήσω την ευθείαν οδόν, να τους ανταμώσω διά να συντροφεύσωμεν ευκολώτατα.

Η Χριστίνα ηναγκάσθη θέλουσα και μη θέλουσα να την δεξιωθή, ενώ εγώ, υποκρινόμενος ότι θέλω ν' αφήσω τας κυρίας να είπωσι τα ιδιαίτερα των, απεσυρόμην εις το γειτονικόν δωμάτιον, αφού έλαβα αναφανδόν τον φάκελλον από τον καθρέπτην. Αι χείρες μου έτρεμαν όταν τον ήνοιξα.

Όμως μη με περιφρονήσης, αλλά με κάθε τρόπον, έχων όσον το δυνατόν προσεκτικόν τον νουν σου, τώρα πες μου την αλήθειαν. Διότι ηξεύρεις όσον κανείς άλλος άνθρωπος, ότι δεν πρέπει να σε αφήσω, καθώς ο Πρωτεύς , έως ότου με διδάξης αυτό.

Δεν θα πάνεΜα εγώ δεν έχω σκοπό ν' αφήσω σβυστό τον Χριστό, ίσα ίσα εις την γιορτή του. Θα πάρω το λαδάκι και τα κεράκια, και θα πάω. — Δεν κάθεσαιτα αυγά σου, λέω 'γώ; Πού θα πας χειμώνα καιρό; Κι' αν χιονίση; Κι' αν κλεισθής σ' τον βράχο εκεί χωρίς ψωμί; Δεν ακούς πώς χαίρεται ο κόσμος; Την στιγμήν εκείνην ηκούετο ευάρεστος κρότος θραυομένων καρύων και κοπανιζομένης κανέλλας.

Ο κυρ-Δημάκης εννόησεν ότι το φαγητόν ήτο έτοιμον, και φορέσας τα υποδήματά του απήλθεν εύχαρις, γελαστός, ως άνθρωπος πεπεισμένος, ότι τα δέκατα ήσαν ιδικά του. Η δημοπρασία έληξεν ούτω την μεσημβρίαν και ο φόρος έμεινεν επ' ονόματι του τελευταίου πλειοδότου, του Καπετάν-Παρμάκη, υπό την έγκρισιν της Νομαρχίας. — Όχι θα του τ' αφήσω!

Η εκ του μηδενός προαγωγή, η ευτυχής έκβασις των πρώτων μου ατομικών συνδυασμών, η συναίσθησις ότι ήμην εις θέσιν να μη αφήσω πεινώσαν την μητέρα και τας αδελφάς μου, η ελπίς την οποίαν αι πρώται εκείναι απαρχαί μου έδιδον διά το μέλλον, όλα ταύτα ομού ανεδείκνυον πολλαπλασίως πολύτιμα και ευάρεστα τα πρώτα μου εκείνα κέρδη.

— Ω, είπεν η μικρά κόρη δεν βαρύνομαι την δουλειά, αλλά βιάζομαι να φθάσωτον παππού. Πώς να σ' αφήσω όμως κ' εσένα παραπονεμένην. . . Θα σου κάμω όσα μου εζήτησες και έπειτα θα τρέξω, θα τρέξωτον δρόμον μου όσο βιαστικά ημπορώ.

Εσύ λες τον Απόστολον πλειο καλά απ' αυτόν, γιατί εσύ έβγαλες το Σχολαρχείον· το λοιπόν, παιδί μου, εσύ εφέτος να πης «η προαίρεσις δίδου». Εμεγάλωσες τώρα. Εσύ να το πης. Αλλέως θα σε αφήσω ξεσκούφωτον και ξυπόλυτον τα Χριστούγεννα.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν