Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025


Είτα εφορτώθη αυτή τον ασβέστην, ο ανήρ της επήρε την άμμον και το καλαθάκι, υπερέβησαν την σιδηράν πύλην, και εισήλθον εις το παλαιόν έρημον χωρίον. Μετά δέκα λεπτά έφθασαν προ του ναού. Εξεφορτώθησαν, εκάθισαν να ξαποστάσουν. Της εφάνη της Μαλαμμώς ότι ήκουε κάτι ως χαλαράν και άρρυθμον ψαλμωδίαν έσωθεν του ναού. Δεν επίστευσε τ' αυτιά της. Επλησίασεν εις την θύραν, την ώθησεν.

Αυτός που παίζει ταις σπαθιαίς θα κάμνη ό,τι θέλει! Εδώ, Τυβάλτη· κόπιασε· εδώ ποντικοπιάστη! ΤΥΒΑΛΤΗΣ Τι θέλεις απ' εμένα, συ; ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Αγριόγατε, θέλω μίαν από ταις επτά σου ζωαίς! Μου χρειάζεται τώρα η μία, και κατά το φέρσιμόν σου σου κοπανίζω κατόπιν και ταις επίλοιπαις. Τράβα το σπαθί σου από τ' αυτί, και δείξέ μου το, ειδεμή σου κό- πτω εγώ τ' αυτιά με το σπαθί μου!

Κλαίει! Τι κλαίει αυτός εκεί; Καλόγηρος να κλαίη! Και τίνος το βλαμμένο αυτό το μοιρολόγι λέει;.. Ακούω·.. λόγια καθαρά: — Ελένη μου, παιδιά μου, Αγαπημένα Γιάννινα! — Ω, τι ακούν' τ' αυτιά μου!.. Μεμιάς φωναίς κι' αλαλαγμός από το Μεσολόγγι. Και μια μεγάλη αναλαμπή, οπού βουνά και λόγγοι Λάμπουνε 'σάν να καίγονται, τον κόβουνε το κλάμα Του γέρου του Καλόγηρου.

Κακόν δαιμόνιον επεφοίτα εις τον ύπνον τους, εις τα ξυπνητά τους, και ταις εψιθύριζεν εις τ' αυτιά ότι η γειτόνισσες δεν ταις ήθελαν το καλό, αυτής και της κόρης της, ότι την επεβουλεύοντο και ταις έκαμναν μάγια.

Αυθέντη, τότε λέγει ο Καλάφ του πατρός του, αναγνωρίζεις τώρα το σφάλμα σου, που ενόμιζες ότι ο Ουρανός μας είχεν αφήσει να χαθούμεν; αυτός δεν έχει κουφά αυτιά προς εκείνους που ρίχνουν όλες τους τες ελπίδες προς αυτόν.

ΡΩΜΑΙΟΣ Δεν' ξεύρω με τι όνομα να σου ειπώ ποιος είμαι· το όνομα μου το μισώ, ω δέσποινα γλυκειά μου, διότι το εχθρεύεσαι. Γραμμένον αν το είχα, θα το εξέσχιζα εδώ. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Τ' αυτιά μου μόλις ήπιαν ως τώρα λέξεις εκατόν από αυτό το στόμα, αλλά γνωρίζω την φωνήν. — Δεν είσαι ο Ρωμαίος; Δεν είσαι του Μοντέκη υιός; ΡΩΜΑΙΟΣ Κανέν από τα δύο, αφού εσύ δεν τ' αγαπάς, ω κόρη γλυκυτάτη.

Παρακολούθησε τα τακουνάκια τους να χτυπούνε τακ-τακ σαν ξύλινο ταμπούρλο, και όταν χαθήκανε και τα κεφάλια τους ο ήχος των ψηλών τους τακουνιών εξακολουθούσε το τακ-τακ στ' αυτιά του. — Τι παράξενον ήχο, είπε, έχουνε τα γυναικεία τακουνάκια την ώρα που κατεβαίνουνε τις σκάλες.,,

ΒΑΣΙΛΕΑΣ Τώρα η συνείδησίς σου την απόλυσίν μου χρεωστεί να σφραγίση, και μες την καρδιά σου να με βάλης ως φίλον, άμα εβεβαιώθης με τ' αυτιά σου ότι εκείνος, 'πού τον ευγενή σου πατέρα εφόνευσεν, εμέ να θανατώση είχε σκοπόν. ΛΑΕΡΤΗΣ Βεβαίως, είναι αποδειγμένο.

Τόσο ήτον αδύνατη μέσ' τη μέση της μανισμένης χλαλοής του τρικυμού και 'ςτην ταραχή των κατεβασμένων λαγκαδιών. Το καϋμένο το ζώο μου, ολόγυμνο, με κρεμασμένο το σαμάρι από τη ζερβιά του μεριά, τώπνιγε η βροχή. Εγιάλιζε μουσκεμμένη η τρίχα του κ' έσταζε το νερό από τ' αυτιά τα κατεβασμένα, από τα ρουθούνια τα χαρβαλωμένα, από την κοντή χύτη, από τη μακριάν ουρά, από την κοιλιά, απ' ολούθε.

ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Κάθισε ωστόσ' ολίγο και νέαν έφοδον ας δώσωμε 'ς τ' αυτιά σου, 'πού αρματωμένα διώχνουν την διήγησίν μας, αυτό 'πού δυο νυκτιαίς είδαμ' εμείς. ΟΡΑΤΙΟΣ Ας ήναι· ας καθίσωμ' εδώ· Βερνάρδε, ιστόρησέ τα.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν