United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την επιούσαν, πνεύσαντος σφοδροτέρου του ανέμου, υπερέβησαν την νήσον Σαρδώ, την κατά τους ποιητάς περίφημον διά τους τυρούς και την απιστίαν των κατοίκων, την δε τρίτην ημέραν καταπεσόντος αυτού . . ... Αλλ’ εγώ, μέτριος ων κολυμβητής, δεν δύναμαι να παρακολουθήσω τα ίχνη του φέροντος την ηρωίδα μου πλοίου, ως το βήμα του μακαρίτου όνου της.

Όταν υπερέβησαν τον Κίρκον, ετράπησαν προς τα αριστερά και πάλιν και εισήλθον εις στενήν πάροδον, όπου το σκότος ήτο ψηλαφητόν. Αλλ' εις το σκότος εκείνο ο Βινίκιος διέκρινε σμήνος φαναριών σπινθηροβολούντων. — Ιδού αυτοί! είπεν ο Χίλων. — Αλήθεια! Ακούω να ψάλλουν, είπεν ο Βινίκιος. Τω όντι, ήχοι ψαλμωδίας ανεδίδοντο εκ σκοτεινής τίνος χαράδρας και τα φανάρια εξηφανίζοντο το έν μετά το άλλο.

Ταύτα σκεπτόμενοι και συζητούντες απεφάσισαν να ιδρύσουν μαντείον και να δίδουν χρησμούς με την πεποίθησιν ότι, εάν η επιχείρησις επετύγχανε, θα εγίνοντο ταχέως πλούσιοι και ευτυχείς. Τωόντι δε όχι μόνον επέτυχον, αλλά και τ' αποτελέσματα υπερέβησαν τας προσδοκίας και τας ελπίδας των.

Εις τας οδούς μία ασυνήθης κίνησις εδείκνυε την ταραχήν την επικρατούσαν την ώραν εκείνην. Προχωρούντες πλησίον του στρατοπέδου ήκουσαν βροντήν επευφημιών υπέρ του Γάλβα. Ο Νέρων ενόησε τέλος ότι η ώρα του ήτο εγγύς· Εκυριεύθη υπό τρόμον και τύψιν συνειδήσεως. Εύρον την Νομεντιανήν πύλην ημιανοικτήν. Περαιτέρω, υπερέβησαν το Οστριανόν, όπου είχε διδάξει και βαπτίσει ο Απόστολος.

Να κτυπήσω τώρα; ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Κτύπα, Έρως. ΕΡΩΣ. Ιδού λοιπόν. Τοιουτοτρόπως αποφεύγω την λύπην του θανάτου του Αντωνίου. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ω τρις ευγενέστερε εμού! Με διδάσκεις, ω ανδρείε Έρως, ό,τι εγώ ώφειλον να πράξω, και όπερ συ δεν ηδυνήθης να εκτελέσης . Η βασίλισσά μου και ο Έρως με υπερέβησαν εγγράψαντες προ εμού διά του ανδρείου παραδείγματός των πράξιν γενναίαν εν τη ιστορία.

Αλλά ταύτα τα θεία μυστήρια υπερέβησαν την κοινήν κατάληψιν· και οι μεν έλεγον ότι ήσαν μωρίαι δαιμονιζομένου μανιακού, οι δε μόνον παρετήρουν ότι δεν ωμοίαζον με λόγια δαιμονιζομένου, και ότι ο διάβολος δεν θα ήνοιγε τους οφθαλμούς του τυφλού. Ούτω, με ολίγον καρπόν δι' αυτούς, εκτός του πικρού καρπού της οργής και του μίσους, ετελείωσεν η επίσκεψις του Ιησού εις την εορτήν της Σκηνοπηγίας.

Την ιδίαν στιγμήν ηκούσθη θόρυβος πλησιάζοντος ανθρώπου η πεπλοφόρος έφυγεν, αλλ' ηκούσθη μεμακρυσμένος ο γέλως της, ο αλλόκοτος και μοχθηρός. Ο Πετρώνιος εφάνη. — Ήκουσα και είδα, είπεν. — Ας φύγωμεν απ' εδώ, του είπεν ο Βινίκιος. Υπερέβησαν τα νυμφεία τα περίλαμπρα, το άλσος, την ζώνην των εφίππων πραιτοριανών και έφθασαν εις τα φορεία των.

Μετέβη εις την οικίαν του λατόμου και έμαθε παρ' αυτού ότι εις τας αμπέλους του Κορνηλίου Πουδέντου, όπισθεν της Σαλαρίας πύλης, επρόκειτο να γίνη συνάθροισις χριστιανών. Εξήλθον λοιπόν μόλις ενύκτωσεν, υπερέβησαν τα τείχη, και αφού διήλθον χαράδρας σχοινοφυείς έφθασαν εις τον περίβολον του Πουδέντου.

Πολλαί εξ αυτών έπεμψαν μεγάλας ποσότητας, αλλ' αι Θήβαι τας υπερέβησαν όλας εις την μεγαλοδωρίαν. Έπειτα, διά να μη εκτείνωμαι εις τόσον μακράν διήγησιν, τα έτη διεδέχθησαν άλληλα και τα πάντα ητοιμάσθησαν διά την κάθοδον. Αργείοι μισθωτοί ήλθον εκ της Πελοποννήσου, και εθελοντής τις Νάξιος, ονόματι Λύγδαμις, ήλθε με στρατιώτας και με χρήματα, δεικνύων μεγίστην προθυμίαν.

Είτα εφορτώθη αυτή τον ασβέστην, ο ανήρ της επήρε την άμμον και το καλαθάκι, υπερέβησαν την σιδηράν πύλην, και εισήλθον εις το παλαιόν έρημον χωρίον. Μετά δέκα λεπτά έφθασαν προ του ναού. Εξεφορτώθησαν, εκάθισαν να ξαποστάσουν. Της εφάνη της Μαλαμμώς ότι ήκουε κάτι ως χαλαράν και άρρυθμον ψαλμωδίαν έσωθεν του ναού. Δεν επίστευσε τ' αυτιά της. Επλησίασεν εις την θύραν, την ώθησεν.