Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Ω αγαπητή μου κόρη, ποίος άραγε εκ των θεών σε ανήρπασε ; Ποίον χαιρετισμόν τώρα πρέπει να σου απευθύνω ; Πώς δε να πεισθώ ότι δεν είναι μύθοι αυτά όσα μου λέγουν προς παρηγορίαν μου, διά να παύση το πικρότατον πένθος μου, ότι σ' έχασα διά παντός; ΧΟΡΟΣ Ιδού έρχεται και ο βασιλεύς Αγαμέμνων, ίνα τους αυτούς λόγους σοι επαναλάβη. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ
— Ποιος ξέρει πού θα με βγάλη αυτός ο δρόμος! είπα μέσα μου. Έκαμα ωστόσο ακόμα λίγα βήματα, ως που έχασα πίσω μου τη μεγάλη στράτα κ' η βοή του κόσμου άρχισε να σβύνεται σταυτιά μου. Μπροστά και πίσω μου έβλεπα μια λουρίδα άσπρη, μονότονη, χωρίς τέλος. Άρχισα να βαρυέμαι και να μου πιάνεται η αναπνοή μου, όχι τόσο απ' τον κόπο, όσο απ' τη στενοχώρια.
Και ελυπούμην διότι διεψεύσθη μία ελπίς μου τόσον μεγάλη, ως να έχασα το ήλεκτρον εκ των χειρών μου, ενώ ήδη εσχεδίαζα με την φαντασίαν μου πώς και εις τι θα το μετεχειριζόμην. Αλλ' ακόμη περισσότερον επίστευα ότι θα εύρω εις τα μέρη εκείνα κύκνους πολλούς, κελαδούντας εις τας όχθας του ποταμού.
Μια καταχνιά πάνω στα δάση όμοια με το πορφυρό χνούδι πάνω στο κορόμηλο. Πάμε να ξαπλώσουμε στο χορτάρι, να καπνίσουμε και ν' απολαύσουμε τη Φύση. ΒΙΒΙΑΝ. — Ν' απολαύσουμε τη Φύση! Με χαρά μου σου λέω πως έχασα αυτή τη δύναμη.
Εις θρήνους και παράπονα έχασα μίαν ώραν, κατά το διάστημα της οποίας εύκολον ήτο ν' ανεύρω δέκα άλλας εφημέρους, προθύμους να με αποζημιώσουν διά την απώλειαν της μιας. Όταν ενόησα επί τέλους το σφάλμα μου, τούτο ήτο ανεπανόρθωτον, διότι ήμην ήδη γέρων εις ηλικίαν δύο ωρών.
Μα εγώ ήθελα να το κόψω σύρριζα. Για τούτο εκατέβηκα εκεί. Έκαμα τον σταυρό μου, εξάμωσα το τσεκούρι και γκοπ! του εκατάφερα την πρώτη. Εξύπνησεν Όφις. Και αρχίζει αμέσως ένας σίφουνας, ένας χτύπος, ένα κακό, λέγεις κ' εχύθηκαν όλα τα ρέματα επάνω μου. Το στεκάμενο νερό εχόχλασεν, εδάρθηκε κλωθογύριστο, σκότος επήδησεν από την άβυσσο κ' έχασα τα πάντα.
Είχα κάτι προαισθήματα, τα οποία εις μάτην εζητούσα ν' αποδιώξω. Κάποια μυστηριώδης φωνή μου έλεγεν ότι περιμένω αδίκως. Πράγματι, επλησίαζε να δύση ο ήλιος, ότε απεφάσισα ν' αφήσω το ζυθοπωλείον. Μόνος και μελαγχολικώς βαδίζων, εισήλθα εις την πόλιν, καταρώμενος τον κακόν δαίμονα του καϋμένου του Σοφοκλή. Αυτήν την φοράν τον έχασα εντελώς.
Ως τόσον ο καραβοκύρης αφού έλαβεν όλους μέσα εις το πλοίον από το καΐκι και εμένα μη βλέποντάς με αλλά πιστεύοντας ότι επνίγηκα, έκαμε πανιά, και έξαφνα ένας δυνατός άνεμος έπνευσε, και εις ολίγον διάστημα το έχασα από τα μάτια μου.
Την πατρικήν μου πόλιν, τον Έκτορα που έχασα και την σκληράν μου τύχην που μ' έκαμε δούλην ενώ δεν ήξιζα. Δεν πρέπει κανείς να μακαρίζη ένα άνθρωπον πριν ιδή πώς θα περάση την τελευταίαν ημέραν της ζωής του και πώς κατέβη εις τον άλλον κόσμον. Ο Πάρις δεν έφερε την Ελένην εις το Ίλιον ως σύζυγον αλλά ως καταστροφήν.
ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Κι' άλλα πολλά• μα ό,τι εγώ κι' αν μάθω μια φορά καλά, την άλλη ώρα τα ξεχνώ, από τα χρόνια τα πολλά. ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ Μπα, και για τούτο έχασες λοιπόν το φόρεμά σου; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Το κ α τ α φ ι λ ο σ ό φ η σ α , δεν το 'χασα. «Της έχασα όπου έπρεπε !» — Και σφάλμ' αν είν' ακόμη τράβα να πάμε, κι' άκουσε την πατρική τη γνώμη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν