Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025


Τέλος, μετά την λειτουργίαν ο παππάς, ο Φραγκούλας και η οικογένειά του και ολίγοι φίλοι εκάθισαν κ' έφαγαν ομού και ηυφράνθησαν, και την εσπέραν ο Φραγκούλας επανήρχετο, ειρηνικώς και με αγάπην, μετά της συζύγου και των τέκνων του υπό την οικιακήν στέγην. Πριν παρέλθη έτος εγεννήθη η Κούμπω.

Τα περισσεύματα των κόπων του τα έφαγαν άλλοι πάλιν φίλοι ατυχήσαντες και αυτοί εις τας θαλάσσιας επιχειρήσεις των. Εις το γήρας του δεν τω έμεινεν άλλο τι, ειμή σιδηρά υγεία, δι' ης ηδύνατο ακόμη ν' αντέχη εις τους θαλασσίους κόπους, χάριν του επιουσίου άρτου εργαζόμενος. Ενίοτε, ελλείψει ομιλητού, διηγείτο τα παράπονά του εις τους ανέμους και εις τα κύματα·

Λέγοντας έτσι εκείνη επήρε τον Κουλούφ από το χέρι και τον έφερεν εις μίαν σάλαν και εκεί εκάθησαν όλες εις μίαν μακράν τράπεζαν, η οποία ήτον γεμάτη από πολυποίκιλα και νόστιμα φαγητά και πιοτά. Και αφού έφαγαν και έπιαν, εσηκώθηκαν οι σκλάβες από την τράπεζαν και άλλες επήραν και ελαλούσαν διάφορα όργανα, και άλλες ετραγουδούσαν με αγγελικές φωνές, και άλλες εχόρευαν διαφόρους χορούς.

Μα αυτοί είναι κακοί κυνηγοί κ' έχουνε σκυλιά κακογυμνασμένα, που τρέχοντας πολύ και γαυγίζοντας δυνατά έδιωξαν τα γίδια από τα όρη και τους κάμπους κατά τη θάλασσα, σαν λύκοι. Μα θα μου ειπούν: έφαγαν τη λιγαριά· βέβαια, αφού δε βρίσκανε στην αμμουδιά χορτάρι ή κουμαριά ή θυμάρι. Μα χάθηκε το καΐκι από τον άνεμο και τη θάλασσα· αυτά όμως είναι του χειμώνα δουλιές κι όχι των γιδιών.

Εκεί, αφού ελειτουργήθησαν εις τον Πύργον, όπου ήτο παλαιόν σεβάσμιον παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννου του θεολόγου, εστρώθησαν εις την βρύσιν της Αβρακής, ολίγον ανήφορον υψηλότερα, εις τ' άνω του ρεύματος, κ' έφαγαν εκεί ένα πετεινόν ψημένον στην σούβλαν, κ' ήρχισαν να λέγουν το άσμα. Εκεί κατά περίεργον σύμπτωσιν παρουσιάζεται η γρηά Μανιά.

Όμως τι μούλεγε και τι της έλεγα, δε σας το μολογώ. Μπορεί να το φαντάζεστε. Καβαλίκεψα κ' εγώ. Κάποιος λέει πως πλάγιασε σε κοριτσιού κρεββάτι και δεν τον άφηκαν να κλείση μάτι όλη τη νύχτα οι ψύλλοι. Εμένα, καθισμένον στην καβάλα της δασκάλας, δε μ' έφαγαν ούτε ψύλλοι ούτε κορέοι. Δεν έμεινα όμως κι ανέβλαβος ολότελα.

Εκεί έφαγαν αι μικραί το δειλινό των με μεγάλην ευθυμίαν· εκεί εις τον εξώστην εσχίσθη και το αλφαβητάριον, πριν κατεβούν να παίξουν εις τον κήπον. Η γιαγιά το έσχισε και τα τεμάχιά του εσκορπίσθησαν εις τον αέρα· όλα τότε εκείνα τα παιδικά κεφαλάκια υψώθησαν και με το βλέμμα τα ηκολούθησαν, καθώς επετούσαν εις το φύσημα του άνεμου, ως λευκά περιστεράκια.

Θορυβώδεις, αυθάδεις και πεινασμένοι, προσήλωναν επάνω μου τα κόκκινα μάτια των, ως να μη επερίμεναν παρά την στιγμήν της πλήρους ακινησίας μου διά να με καταβροχθίσουν. Με ποίαν τροφήν, εσκέφθην, εσυνήθισαν μέσα εις αυτό το πηγάδι! Παρ' όλας τας προσπαθείας μου να τους εμποδίσω, έφαγαν ό,τι είχε το πιάτο, καθώς και μερικά αποφάγια.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν